«Καταπέλτης» για τη Ρούλα Πισπιρίγκου ήταν οι καταθέσεις που έδωσαν στο Ανθρωποκτονιών δύο από τους θεράποντες ιατρούς της Τζωρτζίνας στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο
Στο συγκεκριμένο νοσοκομείο τοποθετήθηκε, όπως είναι γνωστό, ο απινιδωτής – βηματοδότης στο αδικοχαμένο κορίτσι. Όπως είπαν στους αστυνομικούς, η 9χρονη δεν είχε κανένα καρδιολογικό πρόβλημα και όλες οι αναφορές για καρδιακά επεισόδια γίνονταν από τη μητέρα της!
Ο ιατρός-παιδοκαρδιολόγος Ιωάννης Παπαγιάννης, για τον οποίο η πλευρά της κατηγορουμένης είχε υποβάλει αίτημα να καταθέσει για την ακριβή ώρα θανάτου της μικρής μαθήτριας και το οποίο απέρριψε η 18η ανακρίτρια κατέθεσε χαρακτηριστικά: «Μετά την τοποθέτηση του απινιδωτή, λάμβανα πληροφορίες κατά διαστήματα, μέσω του συστήματος Care-link, κατόπιν ενεργοποίησής του από τη μητέρα, λόγω ανησυχίας για την κλινική κατάσταση του παιδιού. Σε όλα αυτά τα μηνύματα, ήταν γύρω στα δεκαεπτά, δεν κατεγράφη κανένα επεισόδιο επικίνδυνης ταχυκαρδίας, ενώ διαπιστώθηκε φυσιολογική λειτουργία της συσκευής. Γύρω στους έξι μήνες αφού το παιδί έφυγε από το νοσοκομείο μας, ήρθε στα εξωτερικά ιατρεία για έλεγχο, κατά τον οποίο δεν διαπιστώθηκε και πάλι κανένα επεισόδιο αρρυθμίας και τεκμηριώθηκε η καλή λειτουργία της συσκευής. Αρχές του 2022 ενημερώθηκα τόσο από τον κύριο Ηλιάδη όσο και από τη μητέρα της Γεωργίας, ότι το παιδί είχε κάποια επεισόδια, κατά τα οποία της έπεφτε το οξυγόνο, και νοσηλευόταν στο Νοσοκομείο της Πάτρας. Τα επεισόδια αυτά ήταν αναφερόμενα από τη μητέρα της Γεωργίας. Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας, μου ζήτησε να ελέγξω αν η συσκευή λειτουργούσε κανονικά και αν είχε καταγραφεί κάποιο επεισόδιο. Η συσκευή λειτουργούσε κανονικά και κανένα επεισόδιο δεν είχε καταγραφεί. Η επόμενη ενημέρωση που έλαβα ήταν το Σάββατο στις 29-1-2022 από τη μητέρα, η οποία μου ανέφερε ενόσω το παιδί νοσηλευόταν στο ΓΝΠΑ «Παναγιώτη & Αγλαΐας Κυριακού» όπου είχε μεταφερθεί, ότι είχε υποστεί καρδιακή ανακοπή και κλήθηκε η Μονάδα Εντατικής Θεραπείας να του προσφέρουν τις πρώτες βοήθειες. Η μητέρα μου ζήτησε και πάλι να δω αν υπάρχει καταγραφή κάποιας σοβαρής αρρυθμίας. Έλεγξα τις καταγραφές από το σύστημα Cure-link και δεν διαπίστωσα κάτι τέτοιο».
Ώρα θανάτου
Ο κ. Παπαγιάννης συμπλήρωσε ότι κατά τη διάρκεια της προσπάθειας των ιατρών με καρδιοαναπνευστική αναζωογόνηση, του εστάλησαν δύο καρδιογραφήματα του παιδιού μέσω SMS: «Στο μεν πρώτο φαίνεται να λειτουργεί ο απινιδωτής με τη βηματοδοτική του λειτουργία με ηλεκτρική ανταπόκριση της καρδιάς του παιδιού, ενώ στο δεύτερο φαίνονται μόνο τα ηλεκτρονικά σήματα του βηματοδότη, χωρίς ανταπόκριση της καρδιάς. Το πρώτο καρδιογράφημα καταγράφηκε στις 15.10 ενώ το δεύτερο στις 15.35. Αυτό που φαίνεται στις 15.10 είναι ένδειξη ότι ο βηματοδότης δίνει ηλεκτρικό ρεύμα και η καρδιά ανταποκρίνεται, τουλάχιστον κατά το ηλεκτρικό της κομμάτι. Αν υπάρχει μηχανική λειτουργία είναι άγνωστο, γιατί απαιτούνται άλλου είδους απεικονιστικά μέσα. Στο δεύτερο καρδιογράφημα λειτουργεί μόνο ο βηματοδότης, αλλά η καρδιά δεν ανταποκρίνεται ούτε ηλεκτρικά». Και τα δύο αυτά καρδιογραφήματα εστάλησαν στον παιδοκαρδιολόγο από τους ιατρούς του ΓΝΠΑ «Παναγιώτη & Αγλαΐας Κυριακού» κατόπιν αιτήσεώς του.
Στην ερώτηση ποιες είναι οι πιθανές αιτίες του συμβάντος ο γιατρός τόνισε ότι δεν θα περίμενε να πεθάνει το παιδί αιφνιδίως από κάποια αρρυθμία, διότι δεν κατεγράφη ούτε ταχυαρρυθμία ούτε σοβαρή βραδυκαρδία, μη ανταποκρινόμενη στη βηματοδότηση. «Αυτός ήταν εξάλλου και ο λόγος για τον οποίο τοποθετήθηκε ο απινιδωτής, για να προστατεύσει από τα δύο αυτά ακραία αρρυθμιολογικά συμβάντα την καρδιά. Η συστολική λειτουργία της καρδιάς, επίσης, είχε ελεγχθεί στο Ωνάσειο και ήταν φυσιολογική. Ως εκ τούτου, οι πιθανές αιτίες του τελικού συμβάντος φαίνεται ότι είναι εξω-καρδιακές. Όπως για παράδειγμα, αναπνευστικές, νευρολογικές ή μεταβολικές. Όταν λέω αναπνευστικές, εννοώ έλλειψη οξυγόνου στον οργανισμό, νευρολογικές θα μπορούσε να είναι μία παρατεταμένη κρίση επιληψίας η οποία μπορεί να οδηγήσει σε έλλειψη οξυγόνου, ενώ μεταβολικές θα μπορούσαν να είναι διαταραχές των ηλεκτρολυτών όπως καλίου, μαγνησίου, ασβεστίου, διαταραχές της οξεοβασικής ισορροπίας ή κάποιος τοξικός παράγοντας», συμπλήρωσε.
Όπως αποδείχθηκε από τις τοξικολογικές εξετάσεις βέβαια ο θάνατος της 9χρονης οφείλεται σε χορήγηση κεταμίνης.
Πρώτη φορά
Ο κ. Παπαγιάννης τόνισε ότι ουδέποτε συνάντησε κάτι ανάλογο στην καριέρα του: «Από τη λήψη της ειδικότητάς μου το 1992 στην Αμερική μέχρι και σήμερα που ασκώ την Παιδοκαρδιολογία και την Ηλεκτροφυσιολογία, δεν έχω συναντήσει κάτι ανάλογο. Δηλαδή, αιφνίδιο καρδιακό θάνατο μετά από πλήρη κλινικοεργαστηριακή και γενετική διερεύνηση και τοποθέτηση απινιδωτή, να πεθαίνει ο ασθενής χωρίς να διαπιστωθεί κάποια καρδιακή αρρυθμία η καρδιακή δυσλειτουργία. Η εκδήλωση των αρχικών επεισοδίων της Γεωργίας, τόσο στο σπίτι όσο και στο νοσοκομείο, δεν συνάδει με πρωτοπαθή αναπνευστικά ή νευρολογικά αίτια, τα οποία συνήθως δεν οδηγούν σε ακαριαίο θάνατο και δίνουν τη δυνατότητα, ιδίως όταν κάποιος νοσηλεύεται στο νοσοκομείο, να παρασχεθούν οι πρώτες βοήθειες. Αμέσως μετά την απώλεια του κοριτσιού, ο κ. Παπαγιάννης κάλεσε τον τεχνικό της εταιρείας ο οποίος έκανε εκ νέου έλεγχο του απινιδωτή – βηματοδότη, ο οποίος και πάλι δεν έδειξε επεισόδιο ταχυκαρδίας, ενώ όλα τα συστατικά της συσκευής (ηλεκτρικά καλώδια, γεννήτρια) ήταν απόλυτα λειτουργικά.
«Το ζήτησαν»
Ο παιδοκαρδιολόγος επισήμανε ότι η τοποθέτηση του απινιδωτή ήταν επιθυμία των γονέων, παρά την απουσία σαφούς καρδιολογικής διάγνωσης: « Η συγκεκριμένη συσκευή που τοποθετήθηκε στη Γεωργία, η οποία ήταν συμβατή με μαγνητική τομογραφία, λειτουργούσε τόσο σαν βηματοδότης σε περίπτωση βραδυκαρδίας όσο και σαν καρδιοανατάκτης-απινιδωτής σε περίπτωση σοβαρής ταχυκαρδίας, επικίνδυνης για τη ζωή». Ο ίδιος είχε προγραμματίσει τα όρια των καρδιακών συχνοτήτων στις οποίες υπάρχει παρέμβαση της συσκευής: «Το κατώτερο όριο σφύξεων που θα λειτουργούσε τη συσκευή ήταν 60 σφύξεις όσον αφορά τη βηματοδοτική λειτουργία και 222 σφύξεις για τη λειτουργία του απινιδωτή. Μετά την τοποθέτηση του απινιδωτή, στους γονείς χορηγήθηκε συσκευή που λειτουργεί ως πομπός για την εκ του μακρόθεν παρακολούθηση της λειτουργίας του απινιδωτή, καθώς και τυχόν επεισοδίων ταχυκαρδίας. Επίσης, η συσκευή αυτή μπορεί να στείλει μηνύματα, είτε με το πάτημα ενός κουμπιού είτε αυτόματα, αν διαπιστωθεί κάποια δυσλειτουργία ή κάποια αρρυθμία». Όπως διευκρίνισε, του έρχεται email με μήνυμα από την εταιρεία και μέσω ενός link βλέπει τι έχει καταγράψει η συσκευή. Εξήγησε μάλιστα ότι το μηχάνημα αυτό ειδοποιεί μόνο σε περίπτωση ταχυκαρδίας πάνω από το όριο που έχει ορισθεί, όχι όμως σε περίπτωση ενεργοποίησης λόγω βραδυκαρδίας: «Η ρύθμιση του απινιδωτή, γίνεται από τον ιατρό. Ο τεχνικός της εταιρείας μπορεί να παρέμβει μόνο κατ’ εντολή του ιατρού, αν κρίνει ο ιατρός ότι πρέπει να τροποποιηθεί κάποια ρύθμιση. Η παρέμβαση στον απινιδωτή είναι εξειδικευμένη διαδικασία και δεν μπορεί να γίνει από οποιονδήποτε άλλον πέραν του τεχνικού ή του ιατρού» σημείωσε.
Αναφερόμενος στην Τζωρτζίνα ο κ. Παπαγιάννης είπε: «Σίγουρα η νευρολογική της κατάσταση ήταν το πιο ανησυχητικό, ήταν όμως σταθερή. Είχε τη βαριά εγκεφαλοπάθεια, δεν επικοινωνούσε με το περιβάλλον, ανέπνεε όμως φυσιολογικά χωρίς υποστήριξη. Η λειτουργία της καρδιάς της ήταν φυσιολογική. Επίσης, ήταν ελεύθερη από λοιμώξεις. Δεν θα αφήναμε ποτέ να φύγει από το Νοσοκομείο μας ασθενής αν ανησυχούσαμε ότι κινδύνευε άμεσα από κάτι. Μας προβλημάτιζε όμως το ότι δεν είχαμε βρει την αιτία των επεισοδίων που είχαν προηγηθεί».
Χωρίς προβλήματα
Το παιδί υπεβλήθη σε πλήρη καρδιολογικό έλεγχο στον οποίο δεν διαπιστώθηκαν αρρυθμιογόνα σύνδρομα, ούτε συγγενείς ή επίκτητες καρδιοπάθειες, ούτε μυοκαρδιοπάθειες, ενώ η λειτουργία της καρδιάς ήταν απολύτως φυσιολογική. Καθ’ όλη τη διάρκεια της νοσηλείας του δεν παρουσίασε καρδιακές αρρυθμίες. Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του στη ΜΕΘ, στη διάρκεια ενός εμπύρετου νοσήματος, παρουσίασε διαταραχές της αναπνοής, πιθανώς συνδεόμενες με σπασμούς, και χρειάστηκε να διασωληνωθεί για τρεις ημέρες. Την περίοδο που συνέβη αυτό, το παιδί είχε μικροβιακή λοίμωξη, για την οποία είχε λάβει αντιβιοτική αγωγή. Η λοίμωξη αυτή ήταν απότοκη της μακράς νοσηλείας του στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας από την οποία παραπέμφθηκε. Αυτό ήταν και το μοναδικό αιφνίδιο συμβάν καθ’ όλη τη διάρκεια της νοσηλείας του στο Ωνάσειο», τόνισε ο κ. Παπαγιάννης. Αφού λοιπόν αντιμετωπίστηκε η συγκεκριμένη λοίμωξη και έγινε ο πλήρης καρδιολογικός έλεγχος, αποφασίστηκε η τοποθέτηση του απινιδωτή για την αντιμετώπιση τυχόν άγνωστου αιτίου αιφνιδίου θανάτου, το οποίο όμως εμείς καθ’ όλη τη διάρκεια της νοσηλείας του δεν είχαμε διαγνώσει.
Κλείνοντας ο γιατρός επεσήμανε ότι η καρδιά της Τζωρτζίνας ήταν άριστης ποιότητας: «Παρά την πολύ μεγάλη δοκιμασία κατά τη διάρκεια του πρώτου περιστατικού ανακοπής που υπέστη στο ‘‘Καραμανδάνειο’’, όπου επί πενήντα λεπτά βρισκόταν και καρδιοαναπνευστική αναζωογόνηση κατά την οποία η οξυγόνωση και η αιμάτωση πάντοτε είναι κατώτερη, του φυσιολογικού εντούτοις δεν διαπιστώθηκε η παραμικρή δυσλειτουργία της, γεγονός που συνηγορεί τόσο για τις εξαιρετικές προσπάθειες των ιατρών, όσο και για την άριστη ποιότητα της καρδιάς».