Για Νοέμβριο ή τα τέλη της χρονιάς –και πάντως για μετά τις εκλογές στην Ελλάδα– φαίνεται να μετατίθενται οι πανευρωπαϊκές αποφάσεις για τους δημοσιονομικούς κανόνες που θα ισχύσουν από το 2024 και μετά.
Μετά την αδυναμία επίτευξης μιας συμφωνίας στο Eurogroup της περασμένης εβδομάδος που θα άνοιγε τον δρόμο για αποφάσεις στη Σύνοδο Κορυφής σήμερα και αύριο στις Βρυξέλλες, το επόμενο «ραντεβού» μετατέθηκε για τον Μάιο.
Ωστόσο πηγή του υπουργείου Οικονομικών ανέφερε ότι η συμφωνία για τους νέους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας μπορεί να καθυστερήσει πολύ, μέχρι και παραμονές της νέας χρονιάς. Και αυτό διότι το «μεγάλο παζάρι» συνεχίζεται και με ετερόκλητες συμμαχίες, καθώς βαλτικές χώρες φαίνονται «βασιλικότερες του βασιλέως» και από αρκετούς «παραδοσιακούς» υπέρμαχους της δημοσιονομικής υπευθυνότητας, από τον ευρωπαϊκό Βορρά.
Πρακτικά όμως έτσι, οι χώρες δεν θα έχουν σαφή εικόνα μέχρι τέλος Μαΐου οπότε –σχεδόν ταυτόχρονα ή αμέσως έπειτα από τις ελληνικές εκλογές- θα πρέπει να υποβληθεί και το νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Πολιτικής 2024-2027.
Αντιθέτως, εφόσον τελικά οι συζητήσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο ευοδωθούν από το φθινόπωρο και μετά, τότε η Αθήνα θα αναγκαστεί να καταθέσει Πρόγραμμα Σταθερότητας στις 30 Απριλίου, αλλά και Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα με βάση τις προβλέψεις και τις προβολές για τα μέτρα πολιτικής που έχει θέσει η κυβέρνηση, χωρίς να μπορεί κανείς να γνωρίζει ποια θα είναι τα τελικά δημοσιονομικά περιθώρια για το 2024.
Στο υπουργείο Οικονομικών προεξοφλούν ότι, σύμφωνα και με τις προτάσεις της Κομισιόν, η Ελλάδα ως χώρα με υψηλό χρέος, θα πρέπει να επιδείξει μεγαλύτερη δημοσιονομική συμμόρφωση από τις περισσότερες άλλες χώρες της ΕΕ. Και αυτό μεταφράζεται ότι θα πρέπει να μπορεί από το 2024 να «προσγειωθεί» σε πρωτογενή πλεονάσματα 2% του ΑΕΠ.
Σε κάθε περίπτωση όμως, ακόμα και αν οι αποφάσεις στην ΕΕ καθυστερούν, η Αθήνα παραμένει υπό το βλέμμα των αγορών και των οίκων αξιολόγησης, είναι υποχρεωμένη να πορεύεται συνεχώς με γνώμονα την παραγωγή πλεονασμάτων, ώστε να διασφαλίσει την επόμενη αναβάθμιση ως την επενδυτική βαθμίδα.
Ωστόσο εν μέσω εκλογών, αυτή μπορεί να καθυστερήσει. Και η πολιτική ή η διεθνής αβεβαιότητα (τράπεζες, επιτόκια κ.λπ.) δεν αφήνουν περιθώρια χαλάρωσης στο υπουργείο Οικονομικών -ειδικά μάλιστα αν τυχόν προκύψει παρατεταμένη μετεκλογική πολιτική ή οικονομική αστάθεια.