Την παραπομπή της Ελλάδας στο δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης αποφάσισε χθες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη μη ορθή μεταφορά στην ελληνική νομοθεσία του άρθρου 6 παρ. 3 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ που αφορά την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων για όλα τα μεγάλα έργα υποδομής.
Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην απόφαση, η ελληνική νομοθεσία δεν εφαρμόζει, για παράδειγμα, τις διατάξεις της οδηγίας για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε όλα τα έργα που εξυπηρετούν σκοπούς εθνικής άμυνας. Η οδηγία για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορίζει ότι η εν λόγω εξαίρεση μπορεί να χορηγείται μόνο κατά περίπτωση και μόνο αν το κράτος-μέλος θεωρεί ότι η εφαρμογή της διαδικασίας για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων θα επηρέαζε αρνητικά τους σκοπούς άμυνας ή έκτακτων περιστατικών πολιτικής προστασίας.
Η ελληνική νομοθεσία, επισημαίνεται στην απόφαση, δεν περιλαμβάνει ούτε νομική διάταξη που να υποχρεώνει τις ελληνικές αρχές να ενημερώνουν το κοινό για οποιαδήποτε απόφαση λαμβάνεται από άλλο κράτος-μέλος σχετικά με έργα με διασυνοριακές επιπτώσεις στην ελληνική επικράτεια. Τη σοβαρή πιθανότητα νέας παραπομπής της Ελλάδας στο Ευρωδικαστήριο είχε επισημάνει η «Κ» (26/4/2022) για τη μη ορθή εφαρμογή του άρθρου για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων και της άγριας χλωρίδας και πανίδας. Στο άρθρο 6 παρ. 3 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ) προβλέπεται ότι κάθε σχέδιο, μη άμεσα συνδεόμενο ή αναγκαίο για τη διαχείριση του προστατευόμενου τόπου, το οποίο όμως είναι δυνατόν να τον επηρεάζει σημαντικά –μόνο του ή από κοινού με άλλα σχέδια–, πρέπει εκ των προτέρων να εκτιμάται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις του, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησης της προστατευόμενης περιοχής. Η «δέουσα εκτίμηση» πρέπει να πραγματοποιείται πριν από την έγκριση ενός σχεδίου.
Σύμφωνα όμως με όσα ορίζει η ελληνική νομοθεσία, η ειδική οικολογική αξιολόγηση που απαιτείται σε κάποιες περιπτώσεις δεν κατατίθεται ανεξάρτητα, αλλά στο πλαίσιο της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, ενώ η μελέτη δεν πραγματοποιείται από ανεξάρτητη αρχή.