«Η ελληνική κοινωνία δεν μπορεί να ανέχεται καταδικασμένους βιαστές να είναι εκτός φυλακής», δήλωσε ο Στέλιος Πέτσας σχολιάζοντας τον σάλο που δημιουργήθηκε αναφορικά με την καταδίκη και την αποφυλάκιση του Δημήτρη Λιγνάδη.
Μιλώντας στον ΑΝΤ1, ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών εξέφρασε, ωστόσο, την αντίθεσή του σε φαινόμενα όπως αυτό στην Επίδαυρο με την ανάρτηση πανό σχετικών με την απόφαση της αποφυλάκισης του γνωστού σκηνοθέτη.
«Θέλει δεν θέλει κανείς, είναι πολιτικό το ζήτημα εφόσον απασχολεί όλη την κοινωνία. Εδώ μπορούμε να διακρίνουμε δύο ζητήματα. Το ένα είναι το νομικό, το οποίο μπορούν να εξηγήσουν άλλοι αρμόδιοι αλλά να πω ότι η κυβέρνηση της ΝΔ αυστηροποίησε τις ποινές για τέτοια αδικήματα, από εκεί και πέρα εφαρμόζεται ο νόμος του ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτό που έχει σημασία είναι ότι η ελληνική κοινωνία δεν μπορεί να ανέχεται καταδικασμένους βιαστές να είναι εκτός φυλακής. Αυτό είναι ξεκάθαρο, όπου και να ρωτήσετε γύρω σας. Τώρα τι ποινή είναι αυτή, είναι άλλο ζήτημα».
Σχολιάζοντας, πάντως, την ανάρτηση πανό σε θεατρικές παραστάσεις, ο Στέλιος Πέτσας υπογράμμισε τη διαφωνία του λέγοντας: «Το να έχουμε ένα πανό που ξετυλίγεται στην Ακρόπολη, στο Σούνιο, στον Λευκό Πύργο ή στην Επίδαυρο είναι κάτι που δεν με βρίσκει σύμφωνο».
Η απάντηση του Αλέξη Κούγια
Οι δηλώσεις του Στέλιου Πέτσα προκάλεσαν την αντίδραση του Αλέξη Κούγια. Ο συνήγορος του Δημήτρη Λιγνάδη, με δήλωση του μεταξύ άλλων υποστήριξε ότι «δυστυχώς, ένας Υφυπουργός της κυβερνήσεως, όχι εκλεγμένος αλλά διορισμένος, εντελώς άσχετος με τα όσα συνέβησαν στο Δικαστήριο, με τα όσα απεδείχθησαν στο Δικαστήριο, με τα όσα επιβάλουν οι νόμοι και το Σύνταγμα, αντί να δηλώσει αναρμόδιος, σε πρωινή εκπομπή που δεν γνωρίζω γιατί τον κάλεσαν, αφού με τον τομέα της Δικαιοσύνης είναι παντελώς άσχετος, έκανε μια απαράδεκτη κριτική της δικαστικής αποφάσεως για τον Δημήτρη Λιγνάδη, αποδεικνύοντας ότι είναι επικίνδυνος στο να υπηρετεί τον ελληνικό λαό»
Αναλυτικά η δήλωση του:
«Δυστυχώς για άλλη μια φορά, μόνο και μόνο από νομική και προσωπική αξιοπρέπεια και με ό,τι σημαίνει η σχεδόν επί 50 χρόνια παρουσία μου στα ποινικά Δικαστήρια, έρχομαι στη δύσκολη θέση να κάνω μία έκκληση στον οιονδήποτε πολιτικό, βουλευτή, υπουργό, πρωθυπουργό, ανεξαρτήτως κόμματος, αλλά και σε όλους τους «νταραβεριτζήδες» που με μια κομματική ταυτότητα διεκδικούν την ψήφο του ελληνικού λαού στις επόμενες εκλογές, να μην χρησιμοποιούν τη Δικαιοσύνη και τις δικαστικές αποφάσεις, για να υφαρπάξουν με εντελώς τυχοδιωκτικό τρόπο την ψήφο του ελληνικού λαού, επενδύοντας στο θυμικό των αγνών Ελλήνων πολιτών, χωρίς να έχουν έστω στοιχειώδεις γνώσεις ποινικού δικαίου, της δικογραφίας και της 5μηνης διαδικασίας, με το να ασκούν κριτική στις αποφάσεις της Δικαιοσύνης, παραβαίνοντας το Σύνταγμα, στο οποίο ορκίστηκαν, και αγνοώντας την ποινική νομοθεσία και τις ανακοινώσεις της Ενώσεως Δικαστών και Εισαγγελέων επί της υποθέσεως Λιγνάδη.
Σήμερα, δυστυχώς, ένας Υφυπουργός της κυβερνήσεως, όχι εκλεγμένος αλλά διορισμένος, εντελώς άσχετος με τα όσα συνέβησαν στο Δικαστήριο, με τα όσα απεδείχθησαν στο Δικαστήριο, με τα όσα επιβάλουν οι νόμοι και το Σύνταγμα, αντί να δηλώσει αναρμόδιος, σε πρωινή εκπομπή που δεν γνωρίζω γιατί τον κάλεσαν, αφού με τον τομέα της Δικαιοσύνης είναι παντελώς άσχετος, έκανε μια απαράδεκτη κριτική της δικαστικής αποφάσεως για τον Δημήτρη Λιγνάδη, αποδεικνύοντας ότι είναι επικίνδυνος στο να υπηρετεί τον ελληνικό λαό, από οιονδήποτε τομέα τον διορίζουν, αφού δεν είναι καν εκλεγμένος, γιατί το πρώτο, το οποίο έπρεπε να γνωρίζει, είναι ότι η νομοθετική εξουσία και η εκτελεστική εξουσία είναι εντελώς ανεξάρτητες από τη δικαστική εξουσία βάσει του Συντάγματος και απαγορεύεται ρητώς η εκτελεστική εξουσία, την οποίαν αυτός υπηρετεί, έστω διορισμένος όπως είναι, να παρεμβαίνει, έστω και με κριτική, στις δικαστικές αποφάσεις.
Ο κ. Πέτσας πρέπει να μάθει ότι στην Ελλάδα η Δικαιοσύνη απονέμεται από τακτικούς Δικαστές και όχι από λαϊκά δικαστήρια και επιπόλαιους πολιτικούς και ρητώς απαγορεύεται η δημόσια κριτική των δικαστικών αποφάσεων, ειδικά από τους πολιτικούς, οι οποίοι στην καλύτερη περίπτωση για αυτούς, υπηρετούν τη νομοθετική και εκτελεστική εξουσία και ποτέ δεν παρεμβαίνουν στην ανεξάρτητη Δικαιοσύνη».