Το ημερολόγιο έγραφε 29 Αυγούστου του 2004 όταν έπεφτε η αυλαία των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, γεμίζοντας όλους τους Eλληνες με περηφάνια για την άρτια διοργάνωση, τις επιτυχίες των αθλητών μας και τις νέες αθλητικές εγκαταστάσεις που προοιωνίζονταν ένα ακόμη πιο δημιουργικό αθλητικό μέλλον. Ομως, 20 χρόνια μετά, τα μεγαλεπήβολα σχέδια δεν υλοποιήθηκαν και πολλοί αθλητικοί χώροι κατέληξαν στην αχρηστία και στην εγκατάλειψη, με τα κολυμβητήρια ανά την επικράτεια να μην αποτελούν δυστυχώς εξαίρεση στον… ελληνικό κανόνα.

Πριν από λίγες μέρες ο Απόστολος Χρήστου πραγματοποίησε μια εκπληκτική κούρσα στα 200 μέτρα ύπτιο και κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο, χαρίζοντας στην Ελλάδα το πρώτο μετάλλιό της στην κολύμβηση μετά το 1896. Η σημαντική αυτή επιτυχία φαντάζει πιο εντυπωσιακή αν αναλογιστεί κανείς το πού και το πώς προπονούνται οι αθλητές της κολύμβησης. Αν συγκρίνουμε τα κολυμβητήρια που χρησιμοποιεί η εθνική ομάδα με τις εγκαταστάσεις άλλων χωρών, η απόσταση είναι πάρα πολύ μεγάλη. Υπάρχουν χώροι που άλλοτε λειτουργούν και άλλοτε όχι, και όταν λειτουργούν το νερό της πισίνας τον χειμώνα μπορεί να είναι πιο κρύο και το καλοκαίρι πιο ζεστό από το επιτρεπτό. Για να μη μιλήσει κανείς για την κατάσταση των αποδυτηρίων και άλλων εγκαταστάσεων που θα μπορούσαν εύκολα να θεωρηθούν μια πραγματική δυσφήμηση για τη χώρα.

 

Πισίνες: Γιατί «βουλιάζουν» τα κολυμβητήρια – Εικόνες παρακμής

Ο Απόστολος Χρήστου με τον προπονητή του Παναγιώτη Βελέντζα και το αργυρό μετάλλιο των Ολυμπιακών στο Παρίσι. «Ο χώρος προπόνησης ο οποίος έχουμε δεν ανταποκρίνεται στις επιτυχίες» τονίζει ο κ. Βελέντζας

«Δεν μπορούν να τα συντηρήσουν»

Μιλώντας στο «Βήμα», ο Παναγιώτης Βελέντζας, προπονητής των ελλήνων πρωταθλητών Απόστολου Χρήστου και Απόστολου Παπαστάμου, χαρακτήρισε το ζήτημα των εγκαταστάσεων ως το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει η ελληνική κολύμβηση. «Δεν είναι μόνο ο αριθμός των κολυμβητηρίων, έχουμε πολλά στην Ελλάδα. Το βασικότερο πρόβλημα είναι οι συνθήκες. Οι δήμοι δεν μπορούν πλέον να συντηρήσουν τα κολυμβητήρια έτσι όπως πρέπει, δηλαδή να ρυθμίζουν τη θερμοκρασία και την ποιότητα του νερού, με συνέπεια πολλές φορές να κλείνουν τον χειμώνα».

Οπως λέει χαρακτηριστικά, «σε αυτό το υψηλό επίπεδο στο οποίο βρισκόμαστε, κάνουμε προπόνηση στο ΟΑΚΑ, αλλά ο χώρος προπόνησης που έχουμε δεν ανταποκρίνεται στις επιτυχίες του Χρήστου και του Παπαστάμου που έχω εγώ ή των υπόλοιπων παιδιών που κολυμπούν εκεί και σίγουρα δεν συμβαδίζει με τους αντίστοιχους χώρους και τις συνθήκες στις οποίες προπονούνται οι αντίπαλοι των παιδιών στο εξωτερικό».

Πισίνες: Γιατί «βουλιάζουν» τα κολυμβητήρια – Εικόνες παρακμής

Τα σημάδια της φθοράς αγγίζουν ακόμη και τις εγκαταστάσεις του ΟΑΚΑ

 

«Χάνουμε προπονήσεις λόγω του καιρού»

Ως ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Παναγιώτης Βελέντζας αναφέρει το γεγονός ότι οι πρωταθλητές προπονούνται σε κολυμβητήρια που την ίδια ώρα κολυμπούν μικρά παιδιά που δεν είναι αγωνιστικού επιπέδου ή άλλα παιδιά αγωνιστικού επιπέδου. «Οι συνθήκες είναι πολύ περίεργες και είναι και δύσκολες. Εμείς έχουμε μια διαδρομή στο ανοιχτό κολυμβητήριο του ΟΑΚΑ χειμώνα – καλοκαίρι με το κρύο, με τον αέρα, με τη ζέστη, που σε αυτό το επίπεδο του αθλητή είναι πάρα πολύ δύσκολο να κάνεις προπονήσεις. Πολλές φορές δηλαδή χάνουμε την προπόνηση γιατί φυσάει πάρα πολύ ή έχει πολύ κρύο και αντίστοιχα το καλοκαίρι το νερό ζεσταίνεται πάρα πολύ και πάλι μένουμε εκτός πισίνας. Ταυτόχρονα, δεν μπορούμε να κολυμπάμε όποτε θέλουμε, δηλαδή μια Κυριακή ή ένα Σάββατο, γιατί κλείνει η εγκατάσταση και πριν από αγώνες αναγκαζόμαστε να παρακαλάμε να βρούμε άλλα κολυμβητήρια που πιθανόν μένουν ανοιχτά».

Σύμφωνα με τον κ. Βελέντζα, η Κολυμβητική Ομοσπονδία Ελλάδος (ΚΟΕ) δεν έχει δικό της κολυμβητήριο και για τις διαδρομές τις οποίες έχει στο ΟΑΚΑ πληρώνει ενοίκιο. «Θεωρώ ότι θα πρέπει να γίνει μια καλή κουβέντα με το υπουργείο και με τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού και να πούμε ότι εφόσον καταφέραμε να κάνουμε κάτι τέτοιο υπό αυτές τις συνθήκες, θα πρέπει σίγουρα να υπάρξει προσπάθεια για να μπορέσουμε να έχουμε συνέχεια των επιτυχιών» σημειώνει και προσθέτει ότι αφού υπάρχει υπέρβαση από τους αθλητές, θα πρέπει να υπάρξει και υπέρβαση από την πλευρά της πολιτείας.