Η ακρίβεια και ο πληθωρισμός εξακολουθούν να βρίσκονται στην κορυφή των προβλημάτων που απασχολούν τους πολίτες. Η κόπωση η ανησυχία, αλλά και η καταπιεσμένη οργή του κόσμου για την άνοδο του κόστους ζωής καταγράφεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις, εκφράστηκε στις κάλπες των ευρωεκλογών, επιβεβαιώνεται από τη νέα έκθεση οικονομικής συγκυρίας του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, όπου οι 6 στους 10 καταναλωτές ίσα που τα βγάζουν πέρα.
Κι όμως η κυβέρνηση αυτοσυγχαίρεται ότι νικάει στις μάχες με την ακρίβεια, και σύντομα θα νικήσει και στον πόλεμο. Μόνο που όσο τα κυβερνητικά επιτελεία αναμετριούνται με το τέρας της αισχροκέρδειας, κυρίως με επικοινωνιακές ανακοινώσεις και συναντήσεις αφού δεν έχει αλλάξει κάτι ουσιαστικό στο μείγμα ημίμετρων που εφαρμόζονται, τα νοικοκυριά εξακολουθούν να ασθμαίνουν. Το γεγονός ότι οι Έλληνες κόβουν από παντού για να βγει ο μήνας αποτυπώνεται και στις σχετικές έρευνες: Οι 6 στους 10 μειώνουν τις δαπάνες τους, οι 4 στους 10 τις ψαλιδίζουν κατά το ήμισυ, ο ένας στους δύο δεν θα πάει καν διακοπές, και όσοι πάνε θα μειώσουν τις ημέρες διαμονής.
Πληθωρισμός: Αύξηση βλέπει η Eurostat, μείωση τα σουπερμάρκετ
Μέσα σε αυτό το αρνητικό κλίμα, τα νέα για την ακρίβεια είναι αν μη τι άλλο αντιφατικά. Τα σουπερμάρκετ, μέσω του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ), ανακοίνωσαν ότι ο Ιούλιος «έτρεξε» με αρνητικό πληθωρισμό για τρίτο συνεχή μήνα – έστω και οριακό της τάξης του -1,54%.
Το -1,5% μεσοσταθμική μείωση δεν φτάνει για να αντιστρέψει τις σωρευτικές ανατιμήσεις, ειδικά στα τρόφιμα, που φτάνουν αθροιστικά το 30% σε βάθος τριετίας
Από την άλλη, τα προκαταρκτικά στοιχεία της Εurostat για τον ίδιο μήνα χτυπάνε καμπανάκι, για ανοδικές τάσεις του πληθωρισμού. Η Ελλάδα έχει τον 4ο υψηλότερο πληθωρισμό στην Ευρωζώνη, με 3% (από 2,5% τον Ιούνιο), ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ κυμαίνεται στο 2,6% – εμφανίζοντας ήπιες ανοδικές τάσεις από το 2,5%.
Με βάση τα ίδια στοιχεία τα τρόφιμα στην Ελλάδα (που ωστόσο προσμετρούνται στην ίδια κατηγορία με τον καπνό και αλκοόλ) ακρίβυναν σε σύγκριση με πέρυσι κατά 1,5%, από 1,4% τον Ιούνιο.
Η μεγαλύτερη διαφορά όμως προέρχεται από τον κλάδο της ενέργειας, που μετά από τη μείωση κατά -2,4% τον Ιούνιο, οι τιμές εκτινάχθηκαν εκ νέου, καταγράφοντας ετήσια αύξηση 1,4%.
Οι στατιστικές και η τσέπη μας
Τελικά ποιον να πρωτοπιστέψουν τα νοικοκυριά; Τη Εurostat που δείχνει ότι όλα ακριβαίνουν, ακόμα και τα τρόφιμα; Το ΙΕΛΚΑ και την Ένωση Σουπερμάρκετ Ελλάδας που αναφέρει αρνητικό πληθωρισμό; Η μήπως την τσέπη τους που αδειάζει, ενίοτε με ταχύτερο ρυθμό από πέρυσι;
Ή μήπως έχουν όλοι δίκιο, από την δική τους πλευρά; Οι εκθέσεις του ΙΕΛΚΑ, που επιβεβαιώνονται σε ένα βαθμό και από τις εταιρείες ερευνών αγοράς όπως η Nielsen και η Circana, δεν αμφισβητούνται, με βάση τη μεθοδολογία που ακολουθούν. Μόνο που το -1,5% μεσοσταθμική μείωση δεν φτάνει για να αντιστρέψει τις σωρευτικές ανατιμήσεις, ειδικά στα τρόφιμα, που φτάνουν αθροιστικά το 30% σε βάθος τριετίας, όπως επιβεβαιώνει και το ΙΟΒΕ.
Μια άλλη αλήθεια, εξίσου αναντίρρητη, είναι αυτή που διηγούνται οι εκπρόσωποι των τοπικών εμπόρων, όπως ο Εμπορικός Σύλλογος Πειραιά. Ο τζίρος των εμπορικών καταστημάτων, ιδίως των μικρομεσαίων και όχι των αλυσίδων, ακολουθεί να βαίνει πτωτικά καθ’όλη τη διάρκεια της χρονιάς, μας λένε. Μάλιστα όπως αποκαλύπτει η έρευνά τους, η περίοδος των θερινών εκπτώσεων ξεκίνησε ιδιαίτερα υποτονικά, με τα 9 στα 10 καταστήματα (87,5%), ανα αναφέρουν μείωση τζίρου. Η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των καταναλωτών έχει άμεσο αντίκτυπο στις αγοραστικές τους συνήθειες με τις καλοκαιρινές εκπτώσεις να μην αποτελούν εξαίρεση.
«Οι καταναλωτές είναι πιο επιφυλακτικοί σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους και δίνουν προτεραιότητα στις βασικές ανάγκες, όπως είναι τα τρόφιμα, τα καύσιμα, η στέγαση, περιορίζοντας τις αγορές σε αγαθά και υπηρεσίες, που θεωρούνται πλέον πολυτέλεια. Οι εκπτώσεις, αν και ιδιαίτερα ελκυστικές, με ποσοστά που ξεπερνούν και το 50%, δεν φαίνεται να αποτελούν επαρκές κίνητρο για να ωθήσουν τους καταναλωτές σε αυξημένες δαπάνες» τονίζεται.
Την ίδια στιγμή που ο τζίρος των συνοικιακών εμπορικών καταστημάτων βουλιάζει, οι αλυσίδες σουπερμάρκετ βλέπουν τους τζίρους τους να αβγατίζουν. Η κατανάλωση αυξάνεται, όχι μόνο σε αξία, αλλά πλέον και σε όγκο. Το πρώτο εξάμηνο του 2024, σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας έρευνας αγοράς Circana, ο τζίρος αυξήθηκε κατά 3,1% και ο όγκος πωλήσεων κατά 2,9%. Οι τιμές πάλι, αυξήθηκαν οριακά κατά 0,1%.
Παρόμοια εικόνα προκύπτει από τα τελευταία στοιχεία της εταιρείας έρευνας αγοράς NielsenΙQ για το 2ο τρίμηνο του 2024: Οι τιμές των τυποποιημένων προϊόντων ανά τεμάχιο, για πρώτη φορά κατέγραψαν μεσοσταθμική μείωση, κατά -0,5%. Όμως το ίδιο διάστημα πέρυσι είχε προηγηθεί ετήσια αύξηση 11,1%.
Αντίστοιχα, από τα πιο αναλυτικά στοιχεία της εξίσου Circana, προκύπτει ότι το πρώτο εξάμηνο του 2024 οι τιμές των τυποποιημένων τροφίμων αυξήθηκαν μεσοσταθμικά κατά 1,95% – περίπου με τον ίδιο ρυθμό όπως και πέρυσι. Οι μόνες κατηγορίες με μείωση τεμαχιακής τιμής ήταν τα γαλακτοκομικά και το αλκοόλ, ενώ σε όλα τα υπόλοιπα τρόφιμα συνεχίζονται οι ανατιμήσεις. Ο πληθωρισμός επιβραδύνεται σημαντικά στα είδη προσωπικής υγιεινής, κατά -5,9% και δευτερευόντως στα καθαριστικά σπιτιού, κατά -1,5%
Σύμφωνα με το ΙΕΛΚΑ, η κατηγορία τροφίμων με τις μεγαλύτερες μειώσεις τιμών είναι τα φρέσκα φρούτα και λαχανικά (-7,34%). Αντίθετα τις μεγαλύτερες αυξήσεις παρουσίασαν τα φρέσκα ψάρια και θαλασσινά (5,9%), τα ορεκτικά, αλίπαστα και άλλα σερβιριζόμενα είδη (5,11%), τα τρόφιμα παντοπωλείου (3,65%), τα οινοπνευματώδη ποτά (3,21%) και τα μπισκότα, οι σοκολάτες, τα ζαχαρώδη (3,01%).