Όταν κυκλοφόρησε το Reservoir Dogs το 1992, ο Quentin Tarantino καθιερώθηκε ως ένας από τους πιο φερέλπιδες σκηνοθέτες του κινηματογράφου. Η ταινία έκτοτε θεωρείται κατόρθωμα ανεξάρτητης δημιουργίας ταινιών, αποδεικνύοντας ότι ένα εντυπωσιακό έργο οπτικά και θεματικά θα μπορούσε να γίνει με μικρό προϋπολογισμό χρημάτων.
Αμέσως μετά, με λίγο μεγαλύτερο μπάτζετ, ο Quentin Tarantino άρχισε να εργάζεται για την επόμενη ταινία του, Pulp Fiction, η οποία κυκλοφόρησε το 1994. κάπως έτσι γράφτηκε και μία ιδιαίτερη κινηματογραφική ιστορία.
Η ταινία-σταθμός περιείχε ένα τρομερό σύνολο από Χολυγουντιανά αστέρια, συμπεριλαμβανομένων των Samuel L. Jackson, Uma Thurman, Tim Roth, Bruce Willis, Rosanna Arquette, Christopher Walken και Harvey Keitel. Επιπλέον, το Pulp Fiction αναζωογόνησε την κατεστραμμένη καριέρα του John Travolta, ο οποίος είχε κερδίσει προηγουμένως φήμη στη δεκαετία του 1970 για τους ρόλους του στο Grease και το Saturday Night Fever.
- Η καριέρα του ηθοποιού κατρακύλησε εκ νέου την επόμενη δεκαετία, ωστόσο, ο ρόλος του στο Pulp Fiction ως Vincent Vega, ένας ρόλος πολύ διαφορετικός από αυτόν που συνήθιζε να παίζει, χάρισε στον ηθοποιό μια πρόσκαιρη αναγνώριση που την άξιζε. Ακολούθησε μια υποψηφιότητα για Όσκαρ και η καριέρα του Travolta μπαίνει ξανά σε τρελή τροχιά.
Η εστίαση του Tarantino σε εξαιρετικά ανεπτυγμένους χαρακτήρες, που μιλάνε με πνευματώδεις διαλόγους και επιδίδονται σε ακραία συμπεριφορά, έκανε το Pulp Fiction ένα αξέχαστο κομμάτι του αστυνομικού κινηματογράφου. Ο χαρακτήρας του Travolta παραδίδει αρκετές εμβληματικές ατάκες στην ταινία, όπως το φημισμένο «Royale με τυρί» και το αδιάφορα ειρωνικό «Ω, φίλε, πυροβόλησα τον Μάρβιν στο πρόσωπο».
Ωστόσο, ο Vincent συναντά την κακή μοίρα του όταν ο Butch τον πυροβολεί στο μπάνιο, σκοτώνοντας έναν από τους κύριους χαρακτήρες μας. Πολλοί θαυμαστές έχουν αναρωτηθεί γιατί πεθαίνει ο Vincent, αλλά ο συνεργάτης του στο έγκλημα, Jules Winnfield, επιζεί.
Το Pulp Fiction ασχολείται με θέματα λύτρωσης και κάρμα. Έτσι, όταν ο Jules και ο Vincent γλιτώνουν από του Χάρου τα δόντια, ο Jules αποφασίζει να αποσυρθεί από την κακή του ζωή, αλλά ο Vincent επιλέγει να συνεχίσει την καριέρα του στο έγκλημα. Ο χαρακτήρας του Jules αντιμετωπίζει μία κρίση λύτρωσης, ενώ ο Vincent όχι, με αποτέλεσμα τελικά τον θάνατό του.
Σύμφωνα με τον Tarantino, παρόλο που «όλη η ταινία δεν έχει να κάνει με τη λύτρωση», «η λύτρωση συνεχίζει να έχει την δική της πορεία μέσα στην ταινία». Εξηγεί ότι «οι χαρακτήρες έχουν επιλογές, και κάνοντας τελικά τις επιλογές που κάνουν, πληρώνουν το ανάλογο τίμημα για τις συνέπειες, ή ζουν για να πουν την ιστορία».
Με αυτό, ο σκηνοθέτης διευκρινίζει: «Το βλέπουμε να συμβαίνει σε τρεις διαφορετικές στιγμές στην ταινία». Αφού περιγράφει λεπτομερώς τις περιπτώσεις όπου ο Jules έκανε μια καλή επιλογή και ο Vincent έκανε μια κακή, αναφέρεται στον χαρακτήρα του Willis, Butch Coolidge, ο οποίος ξεκινά από «ένα πολύ κακό μέρος και στην πραγματικότητα καταλήγει να ευημερεί, […] κάνει ένα ηθικό άλμα». Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι αν ο Butch είχε αφήσει τον Marsellus Wallas να πεθάνει τίποτα ξανά δεν θα ήταν σωστό στη ζωή του.
Αν λοιπόν πρέπει να πάρουμε ένα ηθικό δίδαγμα από το Pulp Fiction είναι: Όλοι μπορούμε να γυρίσουμε πίσω στον καλό δρόμο, όσο λάθος κι αν τα έχουμε κάνει όλα. Εύκολο να το λες, αλλά μάλλον αδύνατον να το κάνεις στη πραγματικότητα, γι΄αυτό άλλωστε μας αρέσει τελικά και το σινεμά, σαν η μήτρα των ονείρων που δεν γίνονται ποτέ πραγματικότητα.