Ορυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας αλλά και η αύξηση των επενδύσεων και των εξαγωγών είναι τα δυνατά, σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρωζώνη, στοιχεία της στην τρέχουσα συγκυρία, όπως αναδεικνύονται μέσα από τους στατιστικούς πίνακες των εαρινών προβλέψεων της Κομισιόν, που δημοσιεύθηκαν την περασμένη Τετάρτη. Στον αντίποδα, τα αδύνατα στοιχεία, με επιδόσεις που κατατάσσουν την Ελλάδα στις τελευταίες θέσεις και χτυπούν καμπανάκι για το μέλλον, περιλαμβάνουν το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου, τις αποταμιεύσεις και φυσικά το δημόσιο χρέος, αλλά και το δημογραφικό.
Οπως αναφέρει και η έκθεση, η ανάκαμψη της οικονομίας μετά την πανδημία ήταν ισχυρή και ο ρυθμός παραμένει υπερδιπλάσιος του ευρωπαϊκού μέσου όρου, με πρόβλεψη για 2,2% φέτος έναντι 0,8% στην Ευρωζώνη, κάτι που τοποθετεί την Ελλάδα στην 8η υψηλότερη θέση. Είναι, πάντως, χαμηλότερος από την πρόσφατη κυβερνητική πρόβλεψη του Προγράμματος Σταθερότητας για 2,5% και σημαντικά χαμηλότερος από την πρόβλεψη του προϋπολογισμού (2,9%). Αντιστοίχως, για τις επενδύσεις προβλέπεται από την Κομισιόν αύξηση 6,7% το 2024, που είναι η 2η υψηλότερη στην Ευρωζώνη, η οποία προβλέπεται να επιτύχει μέσο όρο αύξησης 0,1%. Η κυβέρνηση, πιο αισιόδοξη, εκτιμά ρυθμό 9,1% (έναντι προηγούμενης πρόβλεψής της στον προϋπολογισμό για 15,1%). Να σημειωθεί πάντως ότι, παρά την επιτάχυνση, το ποσοστό των ελληνικών επενδύσεων στο ΑΕΠ φτάνει το 14% και είναι πολύ χαμηλότερο από το 22% του μέσου όρου της Ευρωζώνης.