Η έναρξη της πανδημίας COVID υπήρξε ιδιαίτερα επώδυνη όχι μόνο λόγω του ανθρώπινου κόστους της, αλλά κυρίως επειδή οι κυβερνήσεις κυριολεκτικώς «πιάστηκαν στον ύπνο». Οι ελλείψεις ιατροφαρμακευτικού υλικού έγιναν αμέσως αισθητές, ενώ χρειάστηκε αγώνας για την πρόσβαση στα εμβόλια, περισσότερο λόγω των εξαγωγικών περιορισμών που επέβαλαν οι παρασκευάστριες χώρες όπως η Ινδία, η Ε.Ε. και οι ΗΠΑ. Πρωταρχικός τους στόχος, άλλωστε, ήταν ο κατά προτεραιότητα εμβολιασμός του πληθυσμού τους.
Για να υπερκεράσουν τις εφοδιαστικές δυσχέρειες, πολλές χώρες μεταφέρουν την παραγωγική διαδικασία εντός των συνόρων. Η Βρετανία, για παράδειγμα, ενίσχυσε την παραγωγική ικανότητα για τα εμβόλια Valneva και Novavax, η Ε.Ε. χρηματοδοτεί την ανάπτυξη των φαρμακοβιομηχανιών και ο Λευκός Οίκος προγραμματίζει μεταρρυθμίσεις σε αυτόν τον τομέα.
Ο Ρίτσαρντ Χάτσετ, επικεφαλής της «Συμμαχίας για Καινοτομία στην Πανδημική Ετοιμότητα», δεν έχει πεισθεί ότι εκείνοι που χαράσσουν την υγειονομική πολιτική έλαβαν το μάθημά τους. Αν συνέβη αυτό θα πρέπει να δημιουργήσουν υποδομές ικανές να αναπτύξουν αποτελεσματικά εμβόλια εντός 100 ημερών από την εμφάνιση μιας νέας, επικίνδυνης ασθένειας, περιορίζοντας 60% τον χρόνο ανάπτυξης εμβολίων κατά της COVID. Μόνον έτσι θα εξαλείψουν τη νέα απειλή προτού γιγαντωθεί. Αυτό, ωστόσο, όπως και η δημιουργία ολοκληρωμένου σχεδίου αντιμετώπισης του κινδύνου, είναι δυσκολότερο από ό,τι θα πίστευε κανείς, κάτι που μόνο τώρα αρχίζουν να αντιλαμβάνονται οι κυβερνήσεις. Αλλωστε, η αλυσίδα παραγωγής προϊόντων όπως τα εμβόλια είναι εξαιρετικά περίπλοκη. Εως σήμερα κανένα εμβόλιο δεν παρασκευάζεται από την αρχή μέχρι το τέλος σε ένα εργοστάσιο ή ακόμη και σε μία χώρα μεμονωμένα. Η λύση που προτείνουν οι φαρμακοβιομηχανίες για τη διευκόλυνση της παραγωγικής διαδικασίας είναι η εξάλειψη των εμπορικών φραγμών.
Οι κυβερνήσεις, επίσης, οφείλουν να επιλέξουν τις πιο κατάλληλες και καινοτόμους τεχνολογίες. Μέχρι την έγκριση των εμβολίων mRNA κατά της COVID καμία κυβέρνηση δεν είχε επενδύσει στην ανάπτυξη της τεχνολογίας RNA. Πρέπει, επιπλέον, να απλοποιηθεί η εφοδιαστική αλυσίδα των φαρμάκων. Ηδη, η Γαλλία έχει δημιουργήσει εγκαταστάσεις για εγχώρια παραγωγή τουλάχιστον 30 γενοσήμων. Ο Χάτσετ εκτιμά πως όσοι θα χαράξουν την πολιτική προετοιμασίας για την επόμενη υγειονομική κρίση, οφείλουν να αρχίσουν από μία ολόλευκη σελίδα. Ενα από τα σοβαρότερα προβλήματα που πρέπει άμεσα να επιλυθούν είναι η ισότιμη πρόσβαση όλων στα εμβόλια. «Η παραγωγική ικανότητα περιορίζεται σε ΗΠΑ, Ε.Ε., Κίνα και Ινδία, τεράστιες αγορές που προφανώς θα απορροφήσουν τη μερίδα του λέοντος του τελικού προϊόντος. Γι’ αυτόν τον λόγο πρέπει να διανεμηθεί δικαιότερα η δυνατότητα παρασκευής τέτοιων ειδών, αλλά και να δημιουργηθεί ένα διεθνές πλαίσιο εντός του οποίου τα πλούσια κράτη θα χρησιμοποιούν την επιρροή τους στις φαρμακοβιομηχανίες, ώστε η παραγωγή τους να διανέμεται ισομερώς», καταλήγει ο Χάτσετ, τονίζοντας ότι ταυτόχρονα πρέπει να αποφευχθεί η ενίσχυση του εθνικισμού και αυτές οι επενδύσεις να θεωρηθούν ένα ακόμη βήμα προς τη συλλογική μας ασφάλεια.