Προς νέο και μεγαλύτερο άλμα ανάπτυξης οδεύει η ελληνική οικονομία και το 2023. Ήδη για το 2022 ο στόχος ήδη ξεπεράστηκε και στο υπουργείο Οικονομικών λένε πως αν δεν είχε μεσολαβήσει και ο πόλεμος στην Ουκρανία, η Ελλάδα θα κατέγραφε ανάπτυξη 8% και άνω, αντί 5,9% την περσινή χρονιά! Με τόσο υψηλό ΑΕΠ, και το πρωτογενές δημόσιο έλλειμμα του 2022 εκτιμάται ότι μπορεί να πέσει έτσι τελικά σε μονοψήφιο ποσοστό, κάτω και από 1% αντί 1,6% που προβλεπόταν. Και αυτό μάλιστα σε μια πολύ δύσκολη χρονιά όπως αυτή που πέρασε, γεμάτη οικονομική ανασφάλεια και επιδοτήσεις για ανάσχεση της ενεργειακής κρίσης –και όχι μόνον!
Αντίστοιχα και για φέτος όμως, στο οικονομικό επιτελείο ετοιμάζονται να αναθεωρήσουν την πρόβλεψη ανάπτυξης, ενδεχομένως και πάνω από 2%, αντί για 1,8% που είχε τεθεί στον Προϋπολογισμό.
Αυτές είναι οι τελευταίες εκτιμήσεις του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, υπό το φως των νέων στοιχείων που ανακοινώθηκαν την τελευταία εβδομάδα από ΕΛΣΤΑΤ για την Ανάπτυξη του 2022, αλλά και του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους για την πορεία των εισπράξεων εσόδων στο α΄δίμηνο του 2023.
Σύμφωνα και με όσα δήλωσε χθες ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης, οι πληρωμές φόρων κινήθηκαν πολύ θετικά παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν ανεξαιρέτως όλα τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις. Και αντανακλούν μια σχετικά καλύτερη από το αναμενόμενο πορεία, η οποία ακόμα συνεχίζεται.
Τι άλλαξε και πού πάνε καλύτερα τα πράγματα;
Ανώτατος παράγοντας του υπουργείου Οικονομικών τόνιζε σε συζητήσεις του με δημοσιογράφους, ότι για το α΄τρίμηνο της χρονιάς, οι διεθνείς τιμές Ενέργειας κινούνται ανέλπιστα χαμηλότερα από το προσδοκώμενο. Και όσα λιγότερα πληρώνει η χώρα για να εισάγει καύσιμα από το εξωτερικό, όλα αυτά τα ποσά παραμένουν εντός της ελληνικής οικονομίας και προστίθενται -αντί να αφαιρούνται- στις προβλέψεις για το ετήσιο ΑΕΠ της χώρας μας το 2023.
Μέχρι τα Χριστούγεννα το 2022, στο υπουργείο Οικονομικών “προσεύχονταν” μπας και πέσει το φυσικό αέριο κάτω από 100-120 ευρώ η μεγαβατώρα. Τρεις μήνες τώρα όμως, η τιμή κατρακύλησε στα 80 ή 60 ή και κάτω από 50 ευρώ η μεγαβατώρα. Αντίστοιχα και το αρξό πετρέλαιο που το 2022 κόστιζε 96-98 δολάρια το βαρέλι, φέτος «παίζει» στα 80 ή και χαμηλότερα. Και αυτό δείχνει ότι η ελληνική οικονομία θα εξοικονομήσει τουλάχιστον 1-2 δισ. ευρώ, προσθέτοντας Ανάπτυξη 0,5% ως 1% του ΑΕΠ, πέραν της αυξήσεως 1,8% που έχει επισήμως ως τώρα θέσει σαν βάση του φετινού Προϋπολογισμού η κυβέρνηση.
Το άλλο «βαρόμετρο» της οικονομίας, είναι ότι παρά τα προβλήματα που σωρεύονται, έως και τον Φεβρουάριο συνεχίζεται η πολύ καλή πορεία των εσόδων και φέτος. Τεχνικά αυτό μεταφράζεται σε συνεχιζόμενο οικονομικό όφελος (carry over), ουσιαστικά όμως δείχνει και ότι νοικοκυριά και επιχειρήσεις αντέχουν ακόμα και στηρίζουν τις πληρωμές του ΦΠΑ, του ΕΝΦΙΑ και του φόρου εισοδήματος. Και σε συνδυασμό με τη χαμηλή έκθεση των ελληνικών τραπεζών στον διεθνή κίνδυνο -όπως τονίζουν αρμόδιες πηγές- όλα αυτά δίνουν καλό «σήμα» στις αγορές και τους οίκους αξιολόγησης, ανοίγοντας δρόμο για αναβάθμιση στην επενδυτική βαθμίδα.
Έναντι των εκτιμήσεων αυτών που οδηγούν το υπουργείο Οικονομικών σε αναθεώρηση των βασικών παραδοχών, γεννώνται και άλλες ανησυχίες ή επισφάλειες.
Από τι κινδυνεύει η ανάκαμψη;
Κινδυνεύει κυρίως:
(α) από τυχόν νέα εξωγενή κρίση (όπως πχ ενδεχομενο διεθνούς ύφεσης λόγω απανωτών αυξήσεων επιτοκίων ή αν τυχόν πάρει κακή τροπή η διεθνής «επίθεση» των αγορών στις μετοχές των τραπεζών σε Ευρώπη και Ηνωμένες Πολιτείες
(β) τις παθογένειες και τον “κακό εαυτό” του ελληνικού Κράτους και της χώρας, όπως κατέδειξε με τραγικό τρόπο το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη.
Στους κινδύνους αυτούς μάλιστα -και όχι μόνον- η εκλογική αβεβαιότητα έρχεται να προσθέσει και νέους, ιδίως να αυτή παραταθεί και μετά τον Ιούνιο του 2023.