Αν και το οικονομικό έγκλημα στη Σουηδία δεν είναι τόσο γνωστό όσο η αύξηση της ένοπλης βίας μεταξύ των συμμοριών, αποτελεί έναν αυξανόμενο κίνδυνο για τη χώρα. Η Σουηδία αποτελεί σημαντική πηγή δεδομένων όσον αφορά την καταπολέμηση του ηλεκτρονικού εγκλήματος, επειδή έχει προχωρήσει περισσότερο στην κατάργηση των χαρτονομισμάτων από σχεδόν οποιαδήποτε άλλη χώρα στην Ευρώπη.
Η διαδικτυακή απάτη και το ψηφιακό έγκλημα στη Σουηδία έχουν αυξηθεί κατακόρυφα, με τους εγκληματίες να αρπάζουν 1,2 δισεκατομμύρια κορώνες το 2023 μέσω απάτης, διπλασιάζοντας το ποσό από το 2021. Οι σουηδικές αρχές εκτιμούν ότι το μέγεθος της παραοικονομίας της Σουηδίας θα μπορούσε να ανέλθει στο 2,5% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της χώρας.
Για να αντιμετωπίσουν την έξαρση του ψηφιακού εγκλήματος, οι σουηδικές αρχές έχουν ασκήσει πίεση στις τράπεζες να αυστηροποιήσουν τα μέτρα ασφαλείας και να δυσκολέψουν τους τεχνολογικά έμπειρους εγκληματίες, αλλά το όλο πόνημα είναι κάτι το εξαιρετικά περίπλοκο. Η υπερβολική εποπτεία και προστασία μπορεί να επιβραδύνει την οικονομία, ενώ η ελάχιστη εποπτεία διαβρώνει την εμπιστοσύνη και προκαλεί προβλήματα στις νόμιμες επιχειρήσεις.
Ενώ το σοκ της ένοπλης βίας έχει τραβήξει την προσοχή της κοινής γνώμης (το ποσοστό των δολοφονιών με όπλα στη χώρα τριπλασιάστηκε μεταξύ 2012 και 2022), το οικονομικό έγκλημα αποτελεί τη βάση της δραστηριότητας των συμμοριών και πρέπει να αντιμετωπιστεί εξίσου επιθετικά, προσέθεσε.
Η μετάβαση της Σουηδίας στα ηλεκτρονικά μετρητά ξεκίνησε μετά από ένα κύμα ένοπλων ληστειών τη δεκαετία του 1990. Μέχρι το 2022, μόνο το 8% των Σουηδών δήλωσε ότι χρησιμοποίησε μετρητά για την τελευταία αγορά του, σύμφωνα με έρευνα της κεντρικής τράπεζας. Μαζί με τη γειτονική Νορβηγία, η Σουηδία έχει τον χαμηλότερο αριθμό ΑΤΜ ανά κάτοικο στην Ευρώπη, σύμφωνα με το ΔΝΤ.
Η επικράτηση του BankID παίζει ρόλο στην ευπάθεια της Σουηδίας. Το σύστημα λειτουργεί ως ηλεκτρονική υπογραφή. Εάν χρησιμοποιηθεί, θεωρείται ότι έχει γίνει συμφωνία και η συναλλαγή εκτελείται αμέσως. Σχεδιάστηκε από τις τράπεζες της Σουηδίας για να κάνει τις ηλεκτρονικές πληρωμές ακόμη πιο γρήγορες και εύκολες.
Από την αρχική του εφαρμογή το 2001, έχει γίνει μέρος της καθημερινής σουηδικής ζωής. Κατά μέσο όρο, η υπηρεσία – η οποία απαιτεί έναν εξαψήφιο κωδικό, ένα δακτυλικό αποτύπωμα ή μια σάρωση προσώπου για τον έλεγχο ταυτότητας – χρησιμοποιείται περισσότερες από δύο φορές την ημέρα από κάθε ενήλικα Σουηδό και εμπλέκεται σε όλα, από την υποβολή φορολογικών δηλώσεων έως την πληρωμή εισιτηρίων λεωφορείου.
Αρχικά προοριζόταν ως προϊόν από τις τράπεζες για τους πελάτες τους. Η χρήση του εκτοξεύτηκε το 2005, αφού η φορολογική υπηρεσία της Σουηδίας υιοθέτησε την τεχνολογία ως ταυτοποίηση για τις φορολογικές δηλώσεις, δίνοντάς της την επίσημη σφραγίδα έγκρισης της κυβέρνησης. Το λανσάρισμα του BankID στα κινητά τηλέφωνα το 2010 αύξησε ακόμη περισσότερο τη χρήση του, μαζί με την αντίληψη του κοινού που συνέδεε τα μετρητά με την εγκληματικότητα.
Η BankID ελέγχεται από μια κοινοπραξία ιδιωτικών δανειστών της χώρας, συμπεριλαμβανομένων των Swedbank AB, SEB AB και Svenska Handelsbanken AB. Έχουν εφαρμοστεί ορισμένες αλλαγές για τη βελτίωση της ασφάλειάς του, καθώς η κυβέρνηση διερευνά τις προοπτικές προσφοράς μιας κρατικής ψηφιακής ταυτότητας.
«Γίνεται εξειδικευμένη δουλειά σε όλο τον τραπεζικό τομέα για να σταματήσουν οι απατεώνες, αλλά η αστυνομία, οι πολιτικοί και ο κλάδος των τηλεπικοινωνιών πρέπει να κάνουν το καθήκον τους», δήλωσε ο Μπγιόρν Γιόχανσον, επικεφαλής του τμήματος πρόληψης απάτης της Swedbank. Εκπρόσωποι της SEB και της Handelsbanken αρνήθηκαν να σχολιάσουν.
Δεν πρόκειται μόνο για απάτες εις βάρος των καταναλωτών. Οι κυβερνητικές υπηρεσίες έχουν υιοθετήσει το BankID για να διευκολύνουν τη δημιουργία νόμιμων επιχειρήσεων στη Σουηδία, γεγονός που προσφέρει νέες δυνατότητες στους απατεώνες. Ορισμένοι έχουν χρησιμοποιήσει ψεύτικες εταιρείες με ψεύτικες μισθοδοσίες για να ξεπλύνουν «βρώμικο χρήμα».
Μέσω τέτοιων συστημάτων, οι οργανωμένοι εγκληματίες μπορούν να μετατρέψουν τα έσοδα από απάτες και πωλήσεις ναρκωτικών σε εργαλείο για να πάρουν τραπεζικά δάνεια και να αποσπάσουν πληρωμές από το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας.
«Αυτό σημαίνει ότι μπορείτε να δημιουργήσετε κέρδη από το έγκλημα και στη συνέχεια να πάρετε τελικά κρατική σύνταξη με βάση αυτό το εισόδημα», δήλωσε ο Λάρσον, προσθέτοντας πως «αυτό είναι κάτι το εξαιρετικά προσβλητικό».
Οι καταγεγραμμένες περιπτώσεις απάτης με επιδόματα έχουν υπερδιπλασιαστεί την τελευταία δεκαετία, από λίγο κάτω από 9.000 το 2014 σε πάνω από 23.000 το 2023, σύμφωνα με το Εθνικό Συμβούλιο για την Πρόληψη του Εγκλήματος της Σουηδίας. Στην προσπάθειά της να πατάξει το έγκλημα, η κυβέρνηση δημιούργησε φέτος μια νέα υπηρεσία που επικεντρώνεται αποκλειστικά στον εντοπισμό ψευδών ή λανθασμένων πληρωμών κοινωνικής πρόνοιας.
Καθώς η κλίμακα των προβλημάτων αυξάνεται, οι τράπεζες εισάγουν μέτρα που θα θέσουν πρόσθετα επίπεδα ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένης της απαίτησης έγκρισης από μία αξιόπιστη δεύτερη οντότητα για μεγάλες μεταφορές. Ως επί το πλείστον, όμως, είναι εθελοντικά, με τους χρήστες να χρειάζεται να επιλέξουν να επιλέξουν την έγκριση δύο σταδίων ή να καθυστερήσουν τις πληρωμές.
«Αναζητούμε συνέχεια τη σωστή ισορροπία μεταξύ της προσβασιμότητας και της ασφάλειας», δήλωσε ο Πίτερ Γκόρανσον, ανώτερος σύμβουλος ασφαλείας της Ένωσης Σουηδών Τραπεζιτών. «Θα υπάρξουν περιπτώσεις όπου οι μεταφορές θα είναι πιο αργές αλλά αυτός είναι ο κόσμος στον οποίο ζούμε και νομίζω ότι υπάρχει πλήρης επίγνωση του γιατί πρέπει να υπάρχει δικλείδα ασφαλείας».
Η εξέλιξη αυτή έχει οδηγήσει σε εκκλήσεις ανάληψης μεγαλύτερης ευθύνης των τραπεζών όταν οι πελάτες τους εκτίθενται σε απάτες. Το β’ εξάμηνο του 2023, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών ανέλαβαν μόνο περίπου το 10% του συνολικού «λογαριασμού», ενώ η οικονομική εποπτική αρχή της χώρας δήλωσε ότι η Σουηδία θα ήταν καλό να ακολουθήσει το παράδειγμα του Ηνωμένου Βασιλείου, το οποίο από τον Οκτώβριο θα απαιτεί από τις τράπεζες να αποζημιώνουν τους πελάτες που έχουν εξαπατηθεί.