Ο Σπύρος Μουρελάτος γράφει για τον εκλογικό νόμο, τον υψηλό πήχη που βάζει ο Πρωθυπουργός στο κυβερνών κόμμα και τον φόβο της ακυβερνησίας, που “δοκιμάζει” τις αντοχές χωρών – πυλώνων της ΕΕ.
========================================
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν αρέσκεται να αποκλίνει των Aρχών, που αποτελούν σήμα κατατεθέν της πολιτικής του διαδρομής και δη της περιόδου, που κατοικοεδρεύει στο Μέγαρο Μαξίμου.
Λίγες είναι οι φορές, που κυρίως η συγκυρία παρ ολίγον να καταστρατηγήσει τον παραπάνω κανόνα. Μία από αυτές είναι η επανερχόμενη ανά τακτά χρονικά διαστήματα συζήτηση περί αλλαγής του εκλογικού νόμου. Το τελευταίο επεισόδιο εκτυλίχθηκε μόλις πριν από λίγες ημέρες και η κατάληξη του δεν διέφερε από τα προηγούμενα. Σε back to back τηλεοπτικές του συνεντεύξεις ο πρωθυπουργός ξεκαθάρισε ότι δεν σκοπεύει να επιφέρει αλλαγές στον εκλογικό νόμο με στόχο να πέσει ο πήχης της αυτοδυναμίας, πηγαίνοντας ξανά κόντρα στο «γαλάζιο» ρεύμα.
Η συζήτηση στο κυβερνητικό στρατόπεδο δεν είναι καινούργια και φουντώνει ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες της δημοσκοπικής συγκυρίας. Το «αίτημα» για αλλαγή του εκλογικού νόμου «ντύθηκε» με τα χαρακτηριστικά του κατεπείγοντος αμέσως μετά την τραγωδία των Τεμπών, καθώς η πρόσκαιρη, όπως απεδείχθη τελικώς, βουτιά της Νέας Δημοκρατίας στις δημοσκοπήσεις του Μαρτίου του 2023 ξύπνησε σε πολλά κυβερνητικά στελέχη τον εφιάλτη της..ακυβερνησίας στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές. Το «όχι» του Κυριάκου Μητσοτάκη δικαιώθηκε εκ των υστέρων με τη Νέα Δημοκρατία να σχηματίζει αυτοδύναμη κυβέρνηση, έχοντας εξασφαλίσει άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία με 158 βουλευτές το βράδυ της 25ης Ιουνίου.
Το επόμενο επεισόδιο σε αυτό το ιδιότυπο σήριαλ έμελλε να παιχτεί μετά τις Ευρωεκλογές του Ιουνίου του 2024. Το αναπάντεχο για πολλούς 28% της Νέας Δημοκρατίας και η δυσαρέσκεια με κύριους εκφραστές του δύο «πρώην» Κώστα Καραμανλή και Αντώνη Σαμαρά, που κυρίευσε ακολούθως το κυβερνών κόμμα, σήμαναν εκ νέου συναγερμό. Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα ήθελε τον πρωθυπουργό να αποσαφηνίζει τις προθέσεις του στην καθιερωμένη στα πλαίσια της ΔΕΘ συνέντευξη τύπου. Καμία έκπληξη και πάλι με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να αποκρούει εκ νέου τις σχετικές εισηγήσεις.
Ο πρωθυπουργός μοιάζει να παίρνει ένα λελογισμένο ρίσκο. Εκτιμά ότι δεν ταιριάζει στην πολιτική ηθική του να αλλάζει εν κινήσει τους όρους του πολιτικού παιχνιδιού. Θεωρεί, επίσης, ότι μία αποσπασματική τροποποίηση του εκλογικού νόμου, απολύτως περιορισμένη στην ανάγκη της αυτοδυναμίας θα είχε ακριβώς το αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, ενώ θα δημιουργούσε σε φίλους και αντιπάλους τη διάχυτη αίσθηση της ηττοπάθειας. Με αυτόν τον τρόπο μετατρέπει τις επόμενες εκλογές σε ένα μεγάλο στοίχημα για την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, η οποία καλείται να,,,υπεραποδόσει για να εισέλθει εκ νέου σε περιβάλλον αυτοδυναμίας.
Πάντως, για πολλούς στο εγχώριο πολιτικό σκηνικό το ζήτημα ξεπερνά κατά πολύ το στενό μικροκομματικό. Δηλαδή, λίγο ενδιαφέρει κατά πόσον η Νέα Δημοκρατία – ως πρώτο κόμμα στις σημερινές δημοσκοπήσεις – θα ξεπεράσει για τρίτη συνεχόμενη φορά τον πήχη της αυτοδυναμίας. Η…αγωνία εστιάζεται περισσότερο στο κατά πόσον η Ελλάδα θα εξακολουθήσει να έχει μία σταθερή κυβέρνηση σε μία περίοδο, που οι…άνεμοι της αστάθειας και της αβεβαιότητας πλήττουν χώρες – πυλώνες της ΕΕ, όπως η Γερμανία και η Γαλλία και τα πολεμικά μέτωπα σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή είναι ακόμη θερμά.
Εάν στα παραπάνω προστεθεί και η ανωριμότητα του εγχώριου πολιτικού συστήματος, που δεν φέρει στο DNA του την κουλτούρα κυβερνητικών συνεργασιών ο κίνδυνος ενός παραλυτικού εν τέλει αθροίσματος πολιτικών δυνάμεων, που δε συγκλίνουν πραγματικά σε συγκεκριμένες προγραμματικές στοχεύσεις, μοιάζει κάτι παραπάνω από ορατός.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης διακατέχεται από την αυτοπεποίθηση πως εν τέλει το αξίωμα «το είπαμε, το κάναμε» καθώς και το σκληρό δίλημμα περί κυβερνησιμότητας και σταθερότητας, που θα επιστρατεύσει παραμονές των εκλογών θα επανασυσπειρώσει δυνάμεις γύρω από τη Νέα Δημοκρατία. Θεμιτή και πλήρως εξηγήσιμη η στάση του, καθώς ο στόχος επετεύχθη στις εκλογές του 2023. Ωστόσο, η ευθύνη του ηγέτη απαιτεί να διαμορφώνει ανά πάσα ώρα και στιγμή τις ευνοϊκότερες δυνατές συνθήκες, προκειμένου να διασφαλίζεται η απρόσκοπτη πορεία της χώρας προς την ανάπτυξη και την πρόοδο, ανεξαρτήτως της εναλλαγής των κομμάτων στην εξουσία. Και αυτή προυποθέτει ορθή ανάγνωση του εγχώριου και διεθνούς περιβάλλοντος, ευελιξία, αλλά και προσαρμοστικότητα, γνωρίσματα, που αποδεδειγμένα πλέον διαθέτει ο πρωθυπουργός.
Ίσως, η λύση να βρίσκεται τελικά σε μία γενναία μεταρρύθμιση του εκλογικού συστήματος κατά τα πρότυπα του γερμανικού μοντέλου. Η φόρμουλα και οι διάφορες εκδοχές της είναι ήδη στα υπόψιν του πρωθυπουργού. Το «πράσινο» φως προϋποθέτει το σωστό timing. Και το σωστό timing προϋποθέτει να έχεις μπροστά σου τη μεγάλη εικόνα. Μόνον ο Κυριάκος Μητσοτάκης «βαρύνεται» με αυτό το προνόμιο. Και θα αποφασίσει ανεξαρτήτως των εισηγήσεων ένθεν κακείθεν.