Τον Φεβρουάριο του 1959, μια ομάδα εννέα νεαρών φοιτητών από το Τεχνικό Ινστιτούτο του Ουράλ στη Σοβιετική Ένωση ξεκίνησε μια πεζοπορική αποστολή στα απομακρυσμένα και παγωμένα Ουράλια Όρη.

Η ομάδα, υπό την ηγεσία του Ιγκόρ Ντιάτλοφ, είχε σκοπό να κατακτήσει την κορυφή Ότσεκόβσκι και να επιστρέψει υγιής. Ωστόσο, το ταξίδι τους κατέληξε σε μια από τις πιο ανεξήγητες και σκοτεινές τραγωδίες της σύγχρονης ιστορίας.
Όταν η ομάδα δεν έδωσε σημεία ζωής μετά την προγραμματισμένη ημερομηνία επιστροφής, στήθηκε άμεσα επιχείρηση διάσωσης. Μετά από εβδομάδες αναζήτησης, βρέθηκαν τα απομεινάρια της κατασκήνωσής τους. Η σκηνή ήταν σκισμένη από μέσα προς τα έξω, γεγονός που υποδηλώνει πως οι πεζοπόροι εγκατέλειψαν βιαστικά το καταφύγιό τους, ακόμη και χωρίς να φορέσουν παπούτσια ή πλήρη εξοπλισμό.
Τα σώματα των πεζοπόρων βρέθηκαν διάσπαρτα σε απόσταση έως και χιλίων μέτρων από τη σκηνή, σε συνθήκες αφόρητου ψύχους. Κάποιοι είχαν σοβαρά εσωτερικά τραύματα, με σπασμένα πλευρά και κρανίο, όμως χωρίς εξωτερικά σημάδια πάλης ή τραυματισμού. Το πιο ανησυχητικό ήταν η απουσία της γλώσσας σε ένα από τα θύματα, καθώς και τα ίχνη ραδιενέργειας που ανιχνεύτηκαν στα ρούχα μερικών από αυτούς.

Οι θεωρίες που προσπάθησαν να εξηγήσουν την τραγωδία ποικίλουν: από χιονοστιβάδα, απόκρυφα στρατιωτικά πειράματα και ακόμα και εξωγήινη δραστηριότητα. Ωστόσο, καμία δεν κατάφερε να αποδείξει με σαφήνεια τα αίτια των θανάτων. Οι επίσημες αναφορές έκαναν λόγο για «ανεξήγητες φυσικές δυνάμεις», αλλά η αλήθεια παραμένει θαμμένη στον πάγο.
Το «βουνό του θανάτου»
Η υπόθεση του «βουνού του θανάτου» έχει συγκλονίσει γενιές ερευνητών, συγγραφέων και κινηματογραφιστών. Τα ανεξήγητα στοιχεία και το σκοτεινό μυστήριο που την περιβάλλει εξακολουθούν να τροφοδοτούν τη φαντασία και τον φόβο, καθιστώντας την μια από τις πιο διαχρονικές και ανατριχιαστικές ιστορίες που σχετίζονται με την ανθρώπινη επιβίωση απέναντι στη φύση και το άγνωστο.