Ιδιαίτερα τεταμένες, στα όρια της ρήξης, δείχνουν να είναι οι σχέσεις των ελληνικών κοινοτήτων του Καΐρου και της Αλεξάνδρειας με την Αθήνα, και ειδικότερα με το υπουργείο Παιδείας. Αιτία το τρίμηνο λουκέτο που έχει μπει στα ελληνικά σχολεία, λόγω κορονοϊού.
Οι κοινότητες έχουν «βομβαρδίσει» με επιστολές τους τόσο και το υπουργείο Παιδείας, στην Αθήνα, όσο και την ελληνική πρεσβεία στο Κάιρο, αλλά, σύμφωνα με πληροφορίες, έως τώρα, δεν έχουν λάβει ικανοποιητικές απαντήσεις.
Η δημιουργία κλίματος έντασης ανάμεσα σε ιστορικές ελληνικές κοινότητες και στο «κέντρο», την Αθήνα, δεν μπορεί παρά να προκαλεί προβληματισμό. Πόσο μάλλον, όταν πρόκειται για κοινότητες που διαβιούν σε μια χώρα, με την οποία η Ελλάδα έχει αυξήσει τις γεωπολιτικές σχέσεις της, και, ανέκαθεν, άπαντες οι Ελληνες πολιτικοί παράγοντες, όποτε επισκέπτονται την Αίγυπτο, σπεύδουν να συναντηθούν μαζί τους.
Εκτός των άλλων, πρόκειται για κοινότητες, οι οποίες, εξαιτίας πολιτικών που ακολούθησε το αιγυπτιακό κράτος στο παρελθόν, έχασαν μεγάλο κομμάτι του πλούτου τους, αναγκάστηκαν να φύγουν, και με πολύ μεγάλο κόπο κατάφεραν να διατηρήσουν ως κόρη οφθαλμού ορισμένα σχολεία τους και ιδιοκτησιακά στοιχεία τους, προκειμένου να μην περάσουν στον έλεγχο ξένου κράτους. Κοινότητες που κρατούν τα σχολεία αυτά για πάνω από 100 χρόνια σε ελληνικά χέρια.
Λουκέτο
Η «ρήξη» ξεκινάει τον Μάϊο του 2021, όταν αποφασίστηκε να μπει λουκέτο στα σχολεία των ελληνικών κοινοτήτων.
Ως γνωστόν, ειδικά το τελευταίο σχολικό έτος, εξαιτίας του κορονοϊού, τα κριτήρια λειτουργίας και αναστολής λειτουργίας των εκπαιδευτικών μονάδων του εξωτερικού αποτελούσαν αποκλειστική αρμοδιότητα των Συντονιστών εξωτερικού βασισμένα στις εκάστοτε αποφάσεις των κατά τόπους υπουργείων Παιδείας των αντίστοιχων χωρών.
Σε επιστολή τους, προς τον γενικό γραμματέα του υπουργείου Παιδείας, τον πρέσβη της Ελλάδας στην Αίγυπτο, Ν.Γαριλίδη, και το γραφείο συντονιστή εκπαίδευσης Βόρειας Αφρικής και Μέσης Ανατολής, στις 10-5-2021, η Ελληνική Κοινότητα Αλεξάνδρειας (ΕΚΑ) και η Ελληνική Κοινότητα Καΐρου (ΕΚΚ), διαμαρτύρονται εντονότατα για το «λουκέτο».
Ειδικότερα, κάνουν λόγο για αποφάσεις «πανικού» και «ευθυνοφοβίας», για «εύκολη απόφαση αναστολής» λειτουργίας των σχολείων, για απουσία διαβούλευσης με τους ενδιαφερόμενους, για «περιπτώσεις» εκπαιδευτικών που «απομονώθηκαν και θεραπεύθηκαν», για «κρούσματα» διδασκάλων που «δεν έθεσαν σε κίνδυνο το σχολείο και την εκπαιδευτική κοινότητα», ενώ γράφουν ότι «δεν είχαμε ούτε ένα περιστατικό μεταξύ μαθητών».
Τα Δημοτικά
Να σημειωθεί ότι ο μαθητικός πληθυσμός στα ελληνικά σχολεία δεν είναι μεγάλος. Υπολογίζεται, σε Αλεξάνδρεια και Κάιρο, περί τα 160 παιδιά.
Ως εκ τούτου, οι δύο Ελληνικές Κοινότητες, μεταξύ των άλλων, στην επιστολή τους ζητούσαν να εξεταστεί το ενδεχόμενο τουλάχιστον της λειτουργίας των Δημοτικών.
«Ειδικά στην περίπτωσή μας που ο μαθητικός πληθυσμός ανά τάξη κυμαίνεται από 3 έως 9 παιδιά, σε τάξεις δυναμικού 30 τουλάχιστον μαθητών, θεωρούμε πολύ ασφαλή τη λειτουργία», σημειώνουν στην επιστολή τους. «Ειδικά για το Δημοτικό που η φυσική παρουσία των παιδιών στο σχολείο δεν αντισταθμίζεται με όποιον άλλον τρόπο διδαχής, όσο καλά κι αν λειτουργήσει, κάτι που διατυπώθηκε και από τα χείλη του πρωθυπουργού».
Αναντιστοιχίες;
Αναφερόμενες, επίσης, στο επιχείρημα ότι οι ελληνικές αποφάσεις ελήφθησαν με γνώμονα τις αποφάσεις του αιγυπτιακού κράτους να λήξει το σχολικό έτος στις 30-4-2021 για όλα τα σχολεία της χώρας, οι δύο Κοινότητες σημειώνουν ότι πρόκειται για «παραπληροφόρηση», και θεωρούν ότι «ψευδώς» επικαλείται κάτι τέτοιο η Αθήνα.
Αναφέρουν ότι «η αλήθεια είναι πως το υπουργείο (σ.σ. Παιδείας της Αιγύπτου) στην ίδια απόφαση αναφέρει πως οι τάξεις Γ Γυμνασίου και Γ Λυκείου συνεχίζουν με φυσική ή διαδικτυακή παρουσία το σχολικό έτος».
Και προσθέτουν: «Πιο ουσιαστικό είναι, όμως, ότι διευκρινίζει το υπουργείο πως τα διεθνή σχολεία (σ.σ. Private International) θα μπορούν να συνεχίσουν την σχολική χρονιά τους βάσει των αρχικών τους προγραμμάτων και δίνει στους γονείς την ελευθερία να αποφασίζουν για την αποστολή ή όχι των παιδιών τους στη σχολική μονάδα, η λειτουργία της οποίας περιορίζεται σε τρεις ημέρες με φυσική παρουσία και δυο ημέρες διαδικτυακά».
Βαρύ κλίμα
Το λουκέτο στα σχολεία, όμως, φαίνεται ότι είναι η κορυφή του παγόβουνου του άσχημου κλίματος στις σχέσεις των ελληνικών κοινοτήτων με την Αθήνα.
Ενδεικτική του κλίματος είναι έντονη φημολογία, σύμφωνα με την οποία για πρώτη φορά στην ιστορία του Αβερώφειου, τα πτυχία στους αποφοίτους απονεμήθηκαν χωρίς την παρουσία του φορέα της Ελληνικής Κοινότητας, αλλά και του Ελληνα προξένου στην Αλεξάνδρεια, επειδή ουδείς αρμόδιος τους είχε ενημερώσει.
Ετσι, η ΕΚΑ οργάνωσε από μόνη της ξεχωριστή εκδήλωση, παρουσία του προξένου, για να βραβεύσει τους αριστούχους.
Διπλωματικό πρόβλημα
Οι Ελληνικές Κοινότητες στην Αίγυπτο, επίσης, αφήνουν, εμμέσως πλην σαφώς, αιχμές ότι οι αρμόδιες υπηρεσίες αγνοούν το status quo που ρυθμίζει τη λειτουργία των ελληνικών σχολείων στη χώρα. Κάτι που, εάν ισχύει, δείχνει ότι κάποιοι αδυνατούν να αντιληφθούν ορισμένα «λεπτά διπλωματικά» ζητήματα που έχουν να κάνουν με την ελληνική Διασπορά παγκοσμίως.
«Η Αμπέτειος (σ.σ. Σχολή) -αναφέρουν σε επιστολή τους- υπάγεται ολοκληρωτικά στο αιγυπτιακό υπουργείο (σ.σ. Παιδείας), και έχει φορέα το Ιδρυμα της Ιεράς Μονής Σινά, νομικό πρόσωπο του αιγυπτιακού δικαίου χωρίς καμία διάκριση στη λειτουργία του».
Αντίθετα, υπογραμμίζουν, «τα σχολεία που έχουν φορείς τις ελληνικές κοινότητες και το Ελληνικό Πολιτιστικό Κέντρο Καΐρου (ΕΠΚΚ) που έχει φορεά την Ελληνική Κοινότητα Καΐρου και την πρεσβεία της Ελλάδας, αν και οι κοινότητες είναι αιγυπτιακά νομικά πρόσωπα, υπαγόμαστε σε ειδική κατηγορία που προστατεύει η διεθνής συνθήκη του Μοντρέ του 1937 και μας δίνει ειδικό καθεστώς για την λειτουργία και τα οργανωτικά μας».
Αυτό οφείλουν να το γνωρίζουν οι αρμόδιοι του υπουργείου Παιδείας, τονίζουν οι Κοινότητες, διότι πρόκειται για «θέματα που αφορούν το status quo των σχολείων μας, που ισχύουν από τις αρχές του 20ου αιώνα».
Να σημειωθεί ότι οι εναπομείναντες των ελληνικών κοινοτήτων στην Αίγυπτο, στις δεκαετίες του ’50 και ’60 κατέβαλαν ιδιαίτερες προσπάθειες για να μείνουν υπό τον έλεγχό τους τα σχολεία. Ως γνωστόν, τότε μεγάλο κομμάτι των Αιγυπτιωτών αναγκάστηκαν να φύγουν από τη χώρα, εξαιτίας των τότε πολιτικών που ακολουθήθηκαν.
Μέλη των ελληνικών κοινοτήτων στην Αίγυπτο παρατηρούν, μάλιστα, ότι «η όποια παρερμηνεία ή αίτημα να εμπλέξουμε το αιγυπτιακό υπουργείο για να μας πιστοποιήσει το αυτονόητο είδος των σχολείων μας, ελλοχεύει να καταλήξουμε σαν την Αμπέτειο, γεγονός που οι Κοινότητές μας απέφυγαν όλα αυτά τα χρόνια, όταν άλλαξαν οι νόμοι στο τέλος της δεκαετίας του ’80».