Στη Ζυρίχη, οι υποψήφιοι ενοικιαστές προσφέρουν στους σπιτονοικοκύρηδες σοκολατάκια και κρασιά, για να ξεχωρίσουν από το πλήθος. Στο Άμστερνταμ, οι φοιτητές περνούν μήνες ψάχνοντας για σπίτι πριν από την έναρξη της νέας ακαδημαϊκής χρονιάς, ενώ σε Δουβλίνο και Λισαβόνα, νέοι επαγγελματίες που αδυνατούν να πληρώσουν τα ακριβά ενοίκια με τον μισθό τους, επιστρέφουν στο πατρικό τους για να μείνουν με τους γονείς τους.
Η αύξηση των ενοικίων αποτελεί πλέον κοινό πρόβλημα στις περισσότερες από τις ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις, καθώς οι σοβαρές ελλείψεις στην αγορά στέγασης σπρώχνουν τις τιμές των διαθέσιμων διαμερισμάτων σε ιστορικά υψηλά. Η αύξηση στα επιτόκια των στεγαστικών δανείων αναγκάζει πολλούς να εγκαταλείψουν τη σκέψη να αγοράσουν το δικό τους σπίτι, την ώρα που ο υψηλός πληθωρισμός ανεβάζει το κόστος των κατασκευαστικών υλικών, περιορίζοντας την προσφορά.
Το πρόβλημα επιτείνεται καθώς οι κυβερνητικές πολιτικές και οι μεταπανδημικές τάσεις στην αγορά εργασίας σπρώχνουν ξένους εργαζόμενους που μπορούν να πληρώσουν υψηλότερα ενοίκια στο Παρίσι, το Δουβλίνο, το Βερολίνο και τη Λισαβόνα, την ώρα που η επιστροφή των φοιτητών μετά το τέλος της τηλεκπαίδευσης ανεβάζει τη ζήτηση για στέγη σε πόλεις όπως το Λονδίνο και το Άμστερνταμ, σημειώνει το Bloomberg.
Ασφαλώς, η τάση της απότομης αύξησης των ενοικίων μετά την πανδημία δεν είναι ένα αποκλειστικά ευρωπαϊκό φαινόμενο, αλλά έχει επιδεινωθεί σε αυτή την πλευρά του Ατλαντικού λόγω του σχετικά μικρού μεγέθους των πόλεων, που συχνά χαρακτηρίζονται από παλιά και χαμηλά κτίρια.
Πρόκειται για μία κατάσταση που απειλεί να αυξήσει δραματικά τις ανισότητες, καθώς όσοι δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν ένα σπίτι, είναι καταδικασμένοι να δίνουν όλο και μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους στη στέγαση.
«Τα ενοίκια αυξάνονται και αυτό κάνει τη ζωή ιδιαίτερα δύσκολη για τους ανθρώπους που δεν έχουν κληρονομήσει πλούτο», εξηγεί μιλώντας στο Bloomberg η Christine Whitehead, καθηγήτρια οικιστικής οικονομίας στο London School of Economics. «Υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ ενός 25χρονου που ψάχνει για ένα σπίτι, έχοντας γονείς που είναι ήδη ιδιοκτήτες σπιτιού και έχουν ακίνητα τα οποία νοικιάζουν, έναντι εκείνων που ξεκινούν εντελώς μόνοι τους».
Η έλλειψη κατοικιών είναι ιδιαίτερα έντονη στο Άμστερνταμ, καθώς η πόλη προσελκύει πολλούς ξένους τελευταία. Μόνο το 2022, 18.000 άτομα μετακόμισαν στην πόλη των 882.000, την ώρα που ολλανδικές εταιρείες όπως οι ING Groep, Royal Philips και Just Eat Takeaway.com διευρύνουν το εργατικό δυναμικό τους. Το ευνοϊκό φορολογικό πλαίσιο έχει προσελκύσει ξένες πολυεθνικές όπως οι Tesla και Netflix, οι οποίες έστησαν τα ευρωπαϊκά κεντρικά γραφεία τους εκεί. Το αποτέλεσμα είναι ότι λόγω της μεγάλης αύξησης του πληθυσμού, το Άμστερνταμ εμφανίζει έλλειμμα 200.000 κατοικιών.
Η κατάσταση είναι παρόμοια και στο Δουβλίνο, όπου ο πληθυσμός έχει αυξηθεί σχεδόν κατά 12% την τελευταία δεκαετία, καθώς τα φορολογικά κίνητρα που έδωσε η κυβέρνηση προσέλκυσαν φαρμακευτικές και τεχνολογικές εταιρείες όπως οι Meta Platforms, η Google και η Pfizer.
Στη Ζυρίχη, όπου βρίσκεται το μεγαλύτερο εκτός ΗΠΑ ερευνητικό κέντρο της Google, το ποσοστό των διαθέσιμων διαμερισμάτων είναι μόλις 0,07%, με αποτέλεσμα οι ουρές για τα διαμερίσματα που διατίθενται για ενοίκιο να ξεπερνούν συχνά και τα 100 άτομα. Για αυτό, οι υποψήφιοι ενοικιαστές συνηθίζουν να φέρνουν μαζί τους συστατικές επιστολές, τα στοιχεία του τμήματος προσωπικού της εταιρείας στην οποία δουλεύουν, αποδεικτικά καταθετικών λογαριασμών αλλά και δώρα, όπως κρασιά και σοκολάτες.
Η ένωση ενοικιαστών εκτιμά ότι τα ενοίκια θα αυξηθούν κατά 30% έως το 2025, την ώρα που πολλά νοικοκυριά ήδη δαπανούν πάνω από το ένα τέταρτο του διαθέσιμου εισοδήματός τους για το νοίκι. Αυτό σημαίνει ότι όλο και περισσότεροι θα αναγκάζονται να μετακομίζουν έξω από την πόλη.
Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, η έλλειψη στέγης και η αύξηση των ενοικίων επιτείνεται από τις μεγάλες εισροές προσφύγων από την Ουκρανία. Στην Εσθονία, τα ενοίκια αυξήθηκαν κατά 22% το 2022.
Οι κυβερνήσεις πασχίζουν να βρουν λύσεις, όμως πολλές φορές, τα μέτρα που παίρνουν γυρίζουν μπούμερανγκ. Όπως στο Δουβλίνο, όπου πάνω από 5.000 σπιτονοικοκύρηδες ειδοποίησαν τους ενοικιαστές τους ότι το διαμέρισμά τους βγαίνει προς πώληση, αφότου η κυβέρνηση επέβαλε πλαφόν στα ενοίκια.
Στο Βερολίνο, η επιβολή πλαφόν 10% στις αυξήσεις των ενοικίων αποθαρρύνει τους ενοικιαστές από το να αλλάζουν σπίτια, με αποτέλεσμα όσοι φτάνουν στην πόλη να ψάχνουν μήνες για μια μόνιμη κατοικία.
«Ο έλεγχος των ενοικίων είναι η χειρότερη πολιτική την οποία μπορείς να εφαρμόσεις, γιατί περιορίζει την προσφορά ακόμα περισσότερο», εξηγεί ο Djordy Seelmann, CEO της HousingAnywhere, μιας πλατφόρμας για ενοικιάσεις. «Οι αρχές συνήθως εστιάζουν στο τι μπορούν να κάνουν για την αγορά σήμερα, αλλά το να λύσεις αυτού του είδους τα ζητήματα προσφοράς απαιτεί τουλάχιστον μία δεκαετία».
Ο ίδιος χρησιμοποιεί σαν παράδειγμα την Ισπανία, όπου η πολιτική της κυβέρνησης εστιάζει πολύ περισσότερο στην απελευθέρωση του πλαισίου για τις κατασκευές, προκειμένου να αυξηθεί η προσφορά στέγασης μακροπρόθεσμα.
Στη Βιέννη, η τοπική κυβέρνηση προσφέρει 200 ευρώ σε όσα άτομα βρίσκονται κάτω από ένα εισοδηματικό όριο, σαν βοήθημα για το ενοίκιο. Περίπου 500.000 άτομα (ένας στους τέσσερις) κατοίκους της πόλης ζουν στα 220.000 διαμερίσματα που ανήκουν στον δήμο, ενώ πάνω από 3.700 νέες κατοικίες θα χτιστούν τα επόμενα χρόνια. Η πόλη προσφέρει επίσης το τεράστιο χαρτοφυλάκιο οικοπέδων της σε κατασκευαστές εφόσον αυτοί διαθέσουν κάποια από τα νέα διαμερίσματα που θα χτίσουν σε ενοικιαστές χαμηλών εισοδημάτων.
Όμως, με τον πληθωρισμό και τις περιβαλλοντικές πολιτικές να ανεβάζουν το κόστος οικοδομής, λίγες κυβερνήσεις καταφέρνουν να χτίσουν νέες κατοικίες αρκετά γρήγορα, προκειμένου να καλύψουν τη ζήτηση.
Και οι ελλείψεις αρχίζουν να αλλάζουν τον χαρακτήρα πολλών πόλεων. Στο Άμστερνταμ, οι Ολλανδοί αποτελούν λίγο πάνω από το 40% των κατοίκων, καθώς οι ντόπιοι επιλέγουν όλο και περισσότερο να ζήσουν σε κοντινές πόλεις, όπου το κόστος είναι χαμηλότερο. Στην Ιρλανδία, οι νεαρές νοσοκόμες πληρώνουν το 77% των μισθών τους για το ενοίκιο και το ποσοστό των νέων που ζουν με τους γονείς τους αυξήθηκε το 2022 στο 64%, από 44% που ήταν πριν από μία δεκαετία.