Τη μάχη για διεκδίκηση και ανάπτυξη ταλέντων με τις κατάλληλες δεξιότητες φαίνεται να χάνει η Ελλάδα, ενόσω η φυγή επαγγελματιών -και ιδίως νέων- στο εξωτερικό συνεχίζεται, αφήνοντας έντονο αποτύπωμα στην ελληνική κοινωνία και οικονομία. Όσο ο διεθνής ανταγωνισμός για προσέλκυση ταλέντων «φουντώνει» και αναδεικνύεται σε στρατηγικής σημασίας για χώρες, πόλεις και επιχειρήσεις, η Ελλάδα παρουσιάζει διαχρονικά ελλείμματα και υστερεί σε κομβικά σημεία για τη διασφάλιση και εκμετάλλευση καταρτισμένου ανθρώπινου δυναμικού.
Στον Δείκτη Παγκόσμιας Ανταγωνιστικότητας Ταλέντου του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Διοίκησης Επιχειρήσεων (INSEAD) σε συνεργασία με το Human Capital Leadership Institute και το Descartes Institute for the Future, η Ελλάδα καταλαμβάνει την 39η θέση ανάμεσα σε 134 χώρες και την 27η θέση σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Πρόκειται για αναβάθμιση μίας θέσης σε σχέση με την αντίστοιχη έκθεση του 2022, καθώς και για την υψηλότερη επίδοση της χώρας από το 2013, όταν διενεργήθηκε για πρώτη φορά η συγκεκριμένη έκθεση.
Ωστόσο, η επίδοση της χώρας δεν είναι ιδιαίτερα ικανοποιητική, δεδομένου ότι είναι κράτος-μέλος της Ε.Ε. και του ΟΟΣΑ, ότι συγκαταλέγεται στα έθνη με υψηλά εισοδήματα και ότι μαστίζεται από την υψηλή ανεργία. Εξάλλου, οι επιμέρους μετρήσεις του δείκτη εμφανίζονται μελανά σημεία, στα οποία υπήρχαν ανέκαθεν προβλήματα.
Η Ελλάδα αδυνατεί να προσελκύσει ταλέντα από το εξωτερικό
Φωτεινό σημείο στην ελληνική επίδοση και αυτό που συνέβαλε στην φετινή άνοδο κατά μία θέση είναι η δυνατότητα της χώρας να συντηρεί ταλέντα (retain) – 30ή θέση παγκοσμίως στη συγκεκριμένη κατηγορία-, το οποίο αποδίδεται κατά κύριο λόγο στον καλό τρόπο ζωής, ήτοι πλήθος ιατρών (1η θέση), προσωπικά δικαιώματα (33η θέση), ασφάλεια και υγιεινή (37η θέση).
Κατά τα άλλα, η χώρα κατακτά την 54η θέση διεθνώς σε ό,τι αφορά την παροχή δυνατοτήτων για εύρεση, ανάπτυξη και ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού (enable) με μεγαλύτερα «βαρίδια» τις συνθήκες της αγοράς (65η θέση) και την εικόνα του επιχειρείν και της αγοράς εργασίας (64η θέση). Χαμηλή είναι η επίδοση της Ελλάδας -43η θέση- και στην προσέλκυση ταλέντου (attract), το οποίο αποδίδεται ιδίως στην αδυναμία «ανοίγματος» προς το εξωτερικό, με τη χώρα να βρίσκεται ανάμεσα στις τελευταίες θέσεις διεθνώς (121η θέση) στο brain gain.
Ελαφρώς καλύτερη είναι η επίδοση της Ελλάδας στην ανάπτυξη ταλέντων (grow) –39η θέση-, χάρη στα υψηλά ποσοστά εγγραφών σε πανεπιστήμια (1η διεθνώς). Ωστόσο, παρατηρείται χάσμα στις δαπάνες στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, στην ανέλιξη των εργαζομένων και στην επαγγελματική εκπαίδευση από τις εταιρείες. Το κενό αυτό καταδεικνύει ότι οι νέοι παρακινούνται να μπουν στο πανεπιστήμιο χωρίς να υπάρχουν όμως οι απαραίτητες γέφυρες με την πραγματική οικονομία και την αγορά εργασίας.
Δεξιότητες
Ενόσω όλο και περισσότερες εταιρείες διαμαρτύρονται για έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού, ο Παγκόσμιος Δείκτης Ανταγωνιστικότητας επιβεβαιώνει ότι στη χώρα λείπουν αφενός οι τεχνικές δεξιότητες -που αποκτά κανείς μέσω εκπαίδευσης και επαγγελματικής εμπειρίας- αλλά και τα λεγόμενα soft skills, όπως η δημιουργικότητα και η δυνατότητα επίλυσης προβλημάτων, που απαιτούνται κατά κύριο λόγο σε υψηλόβαθμες θέσεις.
Στις τεχνικές δεξιότητες η χώρα καταλαμβάνει την 66η θέση διεθνώς, εμφανίζοντας ιδιαίτερα κακή επίδοση στη σχέση του εκπαιδευτικού συστήματος με την πραγματική οικονομία (94η θέση) και στην ανεργία ατόμων με εκπαίδευση υψηλού επιπέδου (112η θέση). Τέλος, στις δεξιότητες γνώσης, η Ελλάδα καταλαμβάνει την 40ή θέση διεθνώς χάρη στον αριθμό των ερευνητών και των επαγγελματιών, αλλά και των επιστημονικών δημοσιεύσεων.
Στην κορυφαία δεκάδα του Δείκτη Παγκόσμιας Ανταγωνιστικότητας Ταλέντου κυριαρχούν ευρωπαϊκές χώρες, ενώ είναι αξιοσημείωτο ότι οι οκτώ εξ αυτών βρίσκονταν επίσης στην κορυφή και στην πρώτη σχετική έκθεση το 2013. Για άλλη μια χρονιά την πρωτιά κατέκτησε η Ελβετία, ενώ ακολουθούν η Σιγκαπούρη, οι ΗΠΑ, η Δανία, η Ολλανδία, η Φινλανδία, η Νορβηγία, η Αυστραλία, η Σουηδία και η Βρετανία.