Η 31χρονη σήμερα γυναίκα κακοποιούνταν σεξουαλικά από τα 2 μέχρι τα 17 της χρόνια, όταν και αποφάσισε να φύγει από το σπίτι. Ο πατέρας της, που έδινε πάντα την εντύπωση του τέλειου γονιού, είχε εγκαταλείψει την καριέρα του με το πρόσχημα ότι ήθελε να γίνει ανάδοχος γονέας και παρέμενε σχεδόν όλη μέρα σπίτι, «κυριαρχώντας» σε κάθε πτυχή της ζωής της κόρης του. Έχοντας υπομείνει για πολλά χρόνια την αρρωστημένη συμπεριφορά του, η Έμιλι βρήκε τη δύναμη να καταγγείλει τον διεστραμμένο άνδρα όταν άρχισε να υποψιάζεται ότι εκείνος κακοποιούσε και άλλα παιδιά που είχε υποχρέωση να προσέχει.
Η Έμιλι, που κατάγεται από την πόλη Ντόρσετ, επισκέφθηκε για τις ανάγκες του ντοκιμαντέρ τους αστυνομικούς που ερευνούσαν την υπόθεση του πατέρα της, και είχε την ευκαιρία να ακούσει τη δήλωση που είχε κάνει εκείνος στις Αρχές το 2009, αφού εκείνη βρήκε επιτέλους τη δύναμη να τον καταγγείλει.
Στην αρρωστημένη κατάθεση που διαβάζει ο αστυνομικός Τόνι Ο’ Κόνελ στην κάμερα, o παιδόφιλος πατέρας επιχειρεί να «ρίξει το φταίξιμο» στην κόρη του, την οποία κακοποιούσε σεξουαλικά από τα δύο της χρόνια. Χαρακτηρίζει την Έμιλι «σεξουαλικό παιδί» και αφήνει να εννοηθεί ότι αυτό το «χαρακτηριστικό» της ήταν που ξύπνησε μέσα τους τις διεστραμμένες του ορέξεις.
«Αρχικά ήμουν ένας άνδρας ευτυχισμένος στον γάμο του, που δεν είχε δει ποτέ παιδική πορνογραφία. Δεν ξέρω γιατί συνέβη. Η Έμιλι ήταν ένα πολύ σεξουαλικό παιδί, συμβαίνει αυτό με κάποια παιδιά. Δεν ξέρω αν αυτό μού το ξύπνησε μέσα μου. Δεν θυμάμαι πώς ακριβώ άρχισε. Η Έμιλι έκανε πράγματα στον εαυτό της, μια μέρα την έκανα τσακωτή» αναφέρει η δήλωση του πατέρα που διαβάζει στο ντοκιμαντέρ ο αστυνομικός.
«Αυτό ήταν το αφήγημά του, πως δεν είναι σεξουαλικό αρπακτικό ούτε του άρεσε ποτέ η παιδική πορνογραφία, το πρόβλημα ήσουν… εσύ και τι του προκαλούσε», σχολιάζει αηδιασμένος ο αστυνομικός. Λίγο αργότερα ο ίδιος αποκάλυψε ότι, ενώ προσπαθούσε να παραμείνει ψύχραιμος και ευγενικός κατά τη διάρκεια της κατάθεσης, ξεχείλιζε από οργή για τον «γ@@νο δειλό» που είχε μπροστά του.
Σε άλλο απόσπασμα της κατάθεσής του, ο πατέρας της περιέγραφε στους αστυνομικούς τις «αναμνήσεις» του από την κακοποίηση. «Κάποια στιγμή κάθισε πάνω μου στο κρεβάτι και άρχισε να κουνιέται. Δεν τη σταμάτησα αμέσως. Φαντάζομαι ότι αισθάνθηκα πως είχε ερεθιστεί» είχε πει ο διεστραμμένος άνδρας.
Ο Τόνι Ο’ Κόνελ εξήγησε πως ο παιδόφιλος πατέρας προσπαθούσε να πάρει με το μέρος του τους αστυνομικούς και να τους πείσει ότι η διαταραγμένη του κοσμοθεωρία έβγαζε νόημα.
Και η δήλωση του Παιδόφιλου συνεχίζει ως εξής: «Ένιωθα ένοχος, τα συνηθισμένα. Μου έβγαιναν ξανά συναισθήματα, ένιωθα ερεθισμό, μετά είχα ενοχές. Αυτό εξελισσόταν. Είχαμε μια υπέροχη σχέση πατέρα κόρης και δεν έκανα τίποτα που δεν ήθελε. Η σχέση μας ήταν πολύ τρυφερή, αν και ανάρμοστη. Δεν χρειάστηκε να την πιέσω ούτε να τη διατάξω να μη μιλήσει».
Ακούγοντας την κατάθεση του πατέρα της από το 2009, η 31χρονη σήμερα γυναίκα είπε ότι αισθάνεται αηδιασμένη. «Ξύπνησαν πάλι μέσα μου όλα αυτά τα συναισθήματα που είχα όταν ήμουν παιδί και θεωρούσα ότι εγώ έφταιγα για όλα. Αυτό δεν το πιστεύω πια» λέει χαρακτηριστικά η γυναίκα. Σε ερώτησή της προς τους αστυνομικούς αν θεωρούσαν ότι ο πατέρας της αισθανόταν μεταμέλεια όταν τους μιλούσε, εκείνοι απάντησαν ότι δεν υπήρχε ίχνος από αυτό το συναίσθημα μέσα του.
Η Έμιλι παραδέχτηκε ότι η πρόσβαση που απέκτησε στις σημειώσεις των αστυνομικών από τη συνομιλία με τον πατέρα της άλλαξε την εικόνα που είχε για εκείνον. Πιο συγκεκριμένα, το γεγονός ότι ο άνδρας δήλωσε ένοχος αφού τον κατήγγειλε το 2009, με αποτέλεσμα να πάει στη φυλακή, ήταν για εκείνη μια ένδειξη ότι μπορεί να αισθανόταν άσχημα για αυτό που της είχε κάνει.
«Τα λόγια του πατέρα μου όμως μού ξεκαθάρισαν πλέον ότι δεν νοιαζόταν καθόλου για εμένα. Πάντως θέλω να μάθω, να τον κοιτάξω στα μάτια και να δω αν έχει αλλάξει καθόλου».
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο πατέρας της 31χρονης αποφυλακίστηκε πρόσφατα μετά από 14 χρόνια στη φυλακή και η Έμιλι επιχείρησε να τον συναντήσει και να συζητήσουν, μέσω ενός προγράμματος. Εκείνος ωστόσο αρνήθηκε να τη δει και να μιλήσει μαζί της, κάτι που της στοίχισε πολύ.