Στις 15 Μαρτίου 2011 μια λαϊκή εξέγερση καταπνίγηκε βίαια από τις δυνάμεις του καθεστώτος του Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ. Η εξέγερση γρήγορα επεκτάθηκε και ο πόλεμος γενικεύτηκε και έγινε πιο περίπλοκος με τις παρεμβάσεις διεθνών κρατών και παραγόντων και την εισροή τζιχαντιστών στη χώρα από όλο τον κόσμο.
Σύμφωνα με το Συριακό Παρατηρητήριο, πάνω από 164.000 άμαχοι, μεταξύ των οποίων περισσότερες από 15.000 γυναίκες και 25.000 παιδιά, έχουν σκοτωθεί.
Η ΜΚΟ εκτιμά ότι περισσότεροι από 343.000 μαχητές επίσης έχουν πέσει νεκροί στα πεδία μαχών, συμπεριλαμβανομένων στρατιωτών από τον συριακό στρατό, μαχητές από φιλοϊρανικές οργανώσεις, κουρδικές δυνάμεις και τζιχαντιστές από το Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ).
Οι αριθμοί αυτοί δείχνουν μια αύξηση περίπου 4.000 θανάτων σε σύγκριση με τον Μάρτιο του 2023. Οι γραμμές του μετώπου έχουν γενικά σταθεροποιηθεί τα τελευταία χρόνια.
Μεγάλες περιοχές του βόρειου τμήματος της χώρας, ωστόσο, παραμένουν εκτός του ελέγχου των δυνάμεων του συριακού καθεστώτος.
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, 16,7 εκατομμύρια άνθρωποι στη Συρία χρειάζονται ανθρωπιστική βοήθεια ή προστασία. Περισσότεροι από επτά εκατομμύρια άνθρωποι είναι οι εσωτερικοί εκτοπισμένοι, σύμφωνα με την ίδια πηγή.
Ο καταστροφικός σεισμός που συγκλόνισε την Τουρκία και τη Συρία τον Φεβρουάριο του 2023 επέτεινε τα δεινά.
Οι δυτικές κυρώσεις έχουν επιδεινώσει την οικονομική κρίση λόγω του πολέμου που έχει ρημάξει τις υποδομές της χώρας όπου το 90% του πληθυσμού ζει κάτω από το όριο της φτώχειας.
Ανθρωπιστικές οργανώσεις εργάζονται «για να διατηρήσουν το ελάχιστο επίπεδο βασικών υπηρεσιών», όπως παροχή νερού και υπηρεσιών υγείας, ώστε «να μην καταρρεύσουν», δήλωσε η Ζακούτ.
Οι προσπάθειες του ΟΗΕ για μια πολιτική πορεία για τη λήξη του πολέμου δεν έχουν αποφέρει αποτελέσματα.
Ο ειδικός απεσταλμένος των Ηνωμένων Εθνών για τη Συρία, Γκέιρ Πέντερσεν, δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι η Μόσχα και η Δαμασκός απέρριψαν τη διεξαγωγή συνομιλιών στη Γενεύη, όπου είχαν πραγματοποιηθεί διαπραγματεύσεις, συμπεριλαμβανομένου της σύνταξης νέου Συντάγματος.