Η επίδραση της πανδημίας στα παιδιά που γεννήθηκαν γύρω από την κρίσιμη περίοδο της καραντίνας, δηλαδή είναι σήμερα νήπια ή σε ηλικία παιδικού σταθμού, γίνεται όλο και πιο εμφανής. Πολλά από αυτά τα παιδιά έχουν μείνει πίσω ακαδημαϊκά και σε επίπεδο ανάπτυξης σε σύγκριση με τις προηγούμενες γενιές.
Σύμφωνα με τους New York Times, μέσα από συνεντεύξεις με περίπου 25 καθηγητές, παιδιάτρους και ειδικούς που ασχολούνται με παιδιά, πρόκειται για μία γενιά, η οποία είναι πιο πιθανό να εμφανίσει κενά σε βασικές δεξιότητες που ταιριάζουν με την ηλικία, όπως να μπορούν να κρατήσουν ένα μολύβι, να επικοινωνούν τις ανάγκες τους, να αντιλαμβάνονται σχήματα και γράμματα, να διαχειρίζονται τα συναισθήματά τους ή να λύνουν προβλήματα με τους συνομηλίκους τους.
Αρκετές έρευνες διαπιστώνουν ότι η πανδημία φαίνεται να έχει επηρεάσει την πρώιμη παιδική ηλικία και ότι τα αγόρια έχουν επηρεαστεί περισσότερο από τα κορίτσια. «Πιστεύω σίγουρα πως τα παιδιά που γεννήθηκαν τότε έχουν αναπτυξιακές δυσκολίες σε σύγκριση με προηγούμενα χρόνια. Τους ζητήσαμε να φοράνε μάσκες, να μην βλέπουν ενηλίκους, να μην παίζουν με παιδιά. Κόψαμε πολύ αυτές τις συναναστροφές», τόνισε στους NYT η Jaime Peterson, παιδίατρος στο Πανεπιστήμιο Υγείας και Επιστημών του Όρεγκον, η οποία εξειδικεύεται στην ανάπτυξη προσχολικής ηλικίας.
Η επίδραση της πανδημίας σε μεγαλύτερα παιδιά, τα οποία βρίσκονταν στο σπίτι επί περίπου ένα χρόνο και έμειναν πίσω σε μαθηματικά και γλώσσα, έχει εξεταστεί ενδελεχώς. Ωστόσο, η επίδραση που είχε η πανδημία στα πολύ μικρά παιδιά είναι κάπως εντυπωσιακή: δεν είχαν μπει στο σύστημα εκπαίδευσης όταν ξεκίνησε η πανδημία και έμειναν στο σπίτι σε μία ηλικία κατά την οποία μία ή άλλη θα περνούσαν πολύ χρόνο εκεί.
Ωστόσο, τα πρώτα χρόνια της ζωής είναι και τα πιο κρίσιμα για την ανάπτυξη του εγκεφάλου. Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι τα μικρά παιδιά επηρεάστηκαν από διάφορες πτυχές της πανδημίας: στρες των γονέων, λιγότερη αλληλεπίδραση με άλλους ανθρώπους, περιορισμένη παρουσία σε παιδικούς σταθμούς, περισσότερος χρόνος σε οθόνες και λιγότερος χρόνος για παιχνίδι.
Οι ειδικοί όμως δίνουν ελπίδες. Δεδομένου ότι ο εγκέφαλος σε εκείνες τις ηλικίες αναπτύσσεται ταχύτατα, τα παιδιά αυτά έχουν το περιθώριο να αναπληρώσουν τον χαμένο χρόνο.
Σημειώνεται πως τα παιδιά μειονοτήτων ή όσα έρχονται από σπίτια με χαμηλά εισοδήματα φαίνεται να επηρεάστηκαν περισσότερο, τουλάχιστον στις ΗΠΑ, αλλά σε γενικές γραμμές οι περισσότεροι, εάν όχι όλοι, οι μικροί μαθητές επηρεάστηκαν ακαδημαϊκά σε κάποιον βαθμό.
Πού οφείλεται
Η μία εξήγηση που δίνεται αφορά το στρες των γονέων, καθώς τα παιδιά που εκτίθενται περισσότερο σε αυτό δείχνουν να ενεργοποιούν περισσότερο τα μέρη του εγκεφάλου που σχετίζονται με τον φόβο και την επιθετικότητα. Επίσης, τα παιδιά «της πανδημίας» εκτέθηκαν λιγότερο σε αλληλεπιδράσεις ενηλίκων, με αποτέλεσμα να ακούσουν περιορισμένο λεξιλόγιο. Και βέβαια είχαν λιγότερη ώρα παιχνιδιού με άλλα παιδιά.
Τέλος, κατά τη διάρκεια της πανδημίας ο χρόνος των παιδιών στις οθόνες εκτινάχθηκε. Πολλοί δάσκαλοι και ειδικοί βρεφικής ηλικίας πιστεύουν ότι αυτό επηρέασε την χρονική διάρκεια συγκέντρωσης των παιδιών, καθώς και την επιδεξιότητά τους.
Είναι βέβαια ακόμη πολύ νωρίς για να ξέρει κανείς ποια θα είναι τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα της πανδημίας στα παιδιά, αλλά οι ερευνητές δηλώνουν ότι υπάρχουν λόγοι να είμαστε αισιόδοξοι, ιδίως εάν οι ελλείψεις εντοπιστούν νωρίς. Εξάλλου, η πανδημία είχε και κάποια οφέλη για τα παιδιά, όπως αυξημένη ανθεκτικότητά τους και το ότι πέρασαν περισσότερο χρόνο με την οικογένεια.
Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα που φέρνουν οι νηπιαγωγοί στις ΗΠΑ. Για πρώτη φορά είδαν παιδιά που δεν μπορούσαν για παράδειγμα να ανοίξουν ένα σακουλάκι με πατατάκια, διότι δεν είχαν επαρκή δύναμη στα δάχτυλα. Επίσης, περισσότεροι μαθητές πια χάνουν αρκετές ημέρες σχολείου, ένα πρόβλημα που παρατηρείται γενικά μετά την πανδημία ακόμα και σε μεγαλύτερες ηλικίες. Εκτός αυτούς, κάποια παιδιά μπαίνοντας στο νηπιαγωγείο έχουν πολύ περιορισμένες δυνατότητες επικοινωνίας, δεν ξέρουν χρησιμοποιήσουν την τουαλέτα ή αδυνατούν να κρατήσουν ένα μολύβι.