Ανιση μάχη φαίνεται πως αποτελεί η αναζήτηση οικονομικά προσιτής φοιτητικής στέγης στην Αθήνα. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Πανελλαδικού Κτηματομεσιτικού Δικτύου E-Real Estates, σχεδόν εννέα στις δέκα γκαρσονιέρες στο κέντρο της Αττικής έχουν μίσθωμα άνω των 400 ευρώ. Αντίστοιχη είναι η κατάσταση και στο μεγαλύτερο μέρος του Λεκανοπεδίου. Σε αρκετές περιπτώσεις μάλιστα –βάσει των επίμαχων ευρημάτων– το ύψος των μισθωμάτων κυμαίνεται αρκετά υψηλότερα. Πρόκειται για ένα φαινόμενο που όπως δήλωσε στην «Κ» ο Θεμιστοκλής Μπάκας, πρόεδρος του Πανελλαδικού Κτηματομεσιτικού Δικτύου, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο ότι πλέον οι διαθέσιμες προς ενοικίαση γκαρσονιέρες είναι κατά κύριο λόγο ανακαινισμένες και επιπλωμένες. Οπως φαίνεται, αρκετοί ιδιοκτήτες επιλέγουν το τελευταίο χρονικό διάστημα να εγκαταλείψουν τη βραχυχρόνια μίσθωση. Προκειμένου όμως να αποσβέσουν το κόστος της ανακαίνισης που έχουν πραγματοποιήσει, ενοικιάζουν τα διαμερίσματά τους σε πολύ υψηλές τιμές.
«Το ζητούμενο μίσθωμα ξεπερνάει τα 20-25 ευρώ/ τ.μ.»
Σύμφωνα με όσα σχολίασε ο κ. Μπάκας, «από το 2017 έως το 2024, στα ακίνητα που είναι έως 50 τ.μ. και άνω του πρώτου ορόφου στις φοιτητικές γειτονιές της Αθήνας, καταγράφεται αύξηση των τιμών ενοικίασης που αγγίζει το 75%». Είναι ενδεικτικό ότι βάσει όσων ανέφερε ο ίδιος, «σύμφωνα με τις αγγελίες σε διάφορες ιστοσελίδες, στο κέντρο της Αθήνας, σχεδόν εννέα στα δέκα προς μίσθωση ακίνητα έως 50 τ.μ. –ανεξαρτήτως αν είναι επιπλωμένα ή όχι– έχουν ζητούμενο μίσθωμα άνω των 400 ευρώ. Μάλιστα, επτά στα δέκα ακίνητα έχουν ζητούμενο μίσθωμα που ξεπερνάει τα 500 ευρώ και αγγίζει ακόμη και τα 700 ευρώ, ανάλογα με το είδος του ακινήτου, την κατάστασή του και την περιοχή».
Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν, τα ακίνητα έως 50 τμ. τα οποία ενοικιάζονται για περισσότερα από 400 ευρώ, αποτελούν το 86,66% στο κέντρο της Αθήνας, το 94,93% στα νότια προάστια και το 90,93% στα βόρεια προάστια.
Ειδικά τα ακίνητα που είναι πλήρως ανακαινισμένα και έχουν το σύνολο των οικοσκευών, έχουν σύμφωνα με τον κ. Μπάκα «ζητούμενο μίσθωμα που συχνά ξεπερνάει τα 20-25 ευρώ/τ.μ., ενώ πριν από λίγα χρόνια ενοικιάζονταν περίπου στα 300-400 ευρώ».
Η εικόνα σε Πετράλωνα, Κυψέλη και Παγκράτι
Πράγματι, βάσει έρευνας που πραγματοποίησε το E-Real Estates, εντοπίστηκαν ανακαινισμένα διαμερίσματα άνω του 1ου ορόφου και έως 50 τ.μ. τα οποία κατά κύριο λόγο βρίσκονται σε πολυκατοικίες που μετρούν αρκετές δεκαετίες ζωής. Τα περισσότερα από αυτά ενοικιάζονται για περισσότερα από 600 ευρώ, σε κάποιες περιπτώσεις και αρκετά ακριβότερα. Είναι ενδεικτικό ότι ολικώς ανακαινισμένη κατοικία 50 τ.μ. στα Κάτω Πετράλωνα, με έτος κατασκευής το 1972, ενοικιάζεται για 1.300 ευρώ.
Βάσει των ευρημάτων, μια γκαρσονιέρα στο Παγκράτι θα ενοικιαζόταν το 2019 από 280 έως 350 ευρώ, ενώ πλέον αυτό το ποσό κυμαίνεται από 440 έως 650 ευρώ. Ακόμη όμως και σε θεωρητικά πιο οικονομικά προσβάσιμες περιοχές, όπως η Κυψέλη, ενώ το 2019 το κόστος ενοικίασης γκαρσονιέρας κυμαινόταν στα 220-320 ευρώ, πλέον ανέρχεται στα 350-550 ευρώ. Και στο κέντρο του Πειραιά, ενώ το ζητούμενο μίσθωμα σε ένα ακίνητο 30-40 τ.μ. κυμαινόταν το 2019 στα 240 ευρώ, πλέον φτάνει τα 600 ευρώ.
«Υπάρχει μεγαλύτερη διαθεσιμότητα»
Τη φετινή χρονιά σύμφωνα με τον κ. Μπάκα, «υπάρχει μεγαλύτερη διαθεσιμότητα σε ακίνητα έως 50 τ.μ., σε σχέση με προηγούμενα χρόνια. Αυτά τα ακίνητα όμως, είναι της υψηλότερης ζητούμενης τιμής ενοικίασης, έχοντας μίσθωμα άνω των 600 ευρώ. Δεν αυξάνεται αντίστοιχα η διαθεσιμότητα σε πιο φθηνά διαμερίσματα».
Μια από τις αιτίες που φέτος υπάρχουν στην αγορά περισσότερες ολικώς ή μερικώς ανακαινισμένες γκαρσονιέρες, είναι σύμφωνα με τον κ. Μπάκα ότι «τα προηγούμενα χρόνια υπήρξε επενδυτικό ενδιαφέρον από εγχώριους και ξένους επενδυτές, που αγόρασαν ακίνητα μικρής επιφάνειας και τα ανακαίνισαν, είτε μέσω προγραμμάτων είτε με ίδια κεφάλαια».
Αρκετοί ιδιοκτήτες φαίνεται να επιστρέφουν στη μακροχρόνια μίσθωση καθώς δεν εισέπραξαν τα εισοδήματα που φαντάζονταν. Ομως, ζητάνε υψηλά μισθώματα, καθώς θέλουν να αποσβέσουν τις επενδύσεις τους. Σε περιοχές «δεύτερης» επιλογής, ενοικιάζονται πλέον πολλά από αυτά τα ακίνητα.
Πολλοί από αυτούς τους ιδιοκτήτες, σύμφωνα με τον ίδιο, «στόχευαν στην εκμετάλλευση αυτών των ακινήτων μέσω της βραχυχρόνιας μίσθωσης. Αρκετοί όμως φαίνεται να επιστρέφουν στη μακροχρόνια μίσθωση καθώς δεν εισέπραξαν τα εισοδήματα που φαντάζονταν. Ομως, ζητάνε υψηλά μισθώματα, καθώς θέλουν να αποσβέσουν τις επενδύσεις τους. Σε περιοχές “δεύτερης” επιλογής, ενοικιάζονται πλέον πολλά τέτοια ακίνητα».
Δεν είναι ίδια όμως η κατάσταση αναφορικά με τη βραχυχρόνια μίσθωση στο κέντρο της Αθήνας, όπου παραδοσιακά αποτελεί πεδίο υψηλού ενδιαφέροντος για την εύρεση φοιτητικής στέγης. Βάσει στοιχείων που έχει συγκεντρώσει το Airdna και το δίκτυο E-Real Estates, αυτή τη στιγμή είναι εγγεγραμμένα συνολικά 12.328 διαμερίσματα ή κατοικίες στο κέντρο της Αθήνας. Το αντίστοιχο νούμερο τον Φεβρουάριο του 2024 ανερχόταν σε 10.920 διαμερίσματα (αύξηση 12,89%) και τον Φεβρουάριο του 2023 σε 9.016 διαμερίσματα.
«Το 2017 δεν θα πλήρωνες ένα ημιυπόγειο περισσότερα από 150 ευρώ»
Σύμφωνα με τον κ. Μπάκα, υπάρχουν ακόμη κάποιες περιοχές όπου οι φοιτητές μπορούν να βρουν σχετικά πιο οικονομικές γκαρσονιέρες. Κάποιες από αυτές τις περιοχές, όπως ανέφερε, είναι «η λεωφόρος Πατησίων, η Κυψέλη, οι πλατείες Αμερικής, Αττικής και Βικτωρίας, ο Αγιος Νικόλαος, ο Αγιος Ελευθέριος, ο Κολωνός και ο Βοτανικός. Σε αυτές τις περιοχές όμως, εφόσον τα σπίτια είναι 35-50 τ.μ., τότε είναι μη ανακαινισμένα και σε μεγάλο ποσοστό είναι ισόγεια, ημιώροφοι ή υπόγεια. Το 2017 δεν υπήρχε περίπτωση να πληρώσεις ένα ημιυπόγειο περισσότερα από 150 ευρώ, αλλά τώρα συζητάμε για περισσότερα από 300 ευρώ».
Βάσει όσων σχολίασε ο κ. Μπάκας, «αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει περιοχή όπου υπάρχει πλεόνασμα κατοικιών που είναι διαθέσιμες προς ενοικίαση. Υπάρχουν κάποιες ευκαιρίες σε περιοχές όπως στους Αγίους Αναργύρους, αλλά δεν είναι κατάλληλες για φοιτητές εξαιτίας των ελλιπών επιλογών σε μέσα μαζικής μεταφοράς».
Οι περιορισμένες και ακριβές επιλογές που έχουν οι φοιτητές στην αναζήτηση σπιτιού είναι σύμφωνα με τον κ. Μπάκα ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο. Εκτός από την έντονη δυναμική του κλάδου των βραχυχρόνιων μισθώσεων, «ο κόσμος δεν έχει πια τη δυνατότητα να αγοράσει σπίτι. Κατά τα χρόνια των μνημονίων η οικοδομική δραστηριότητα μειώθηκε κατά 75%, άρα δεν είχαμε καινούργια σπίτια και ο κόσμος προχωρούσε σε ενοικίαση. Ουδέποτε όμως διέθετε η αγορά τόσο μεγάλο αριθμό ακινήτων προς ενοικίαση».
Το 2017 δεν υπήρχε περίπτωση να πληρώσεις ένα ημιυπόγειο περισσότερα από 150 ευρώ, αλλά τώρα συζητάμε για περισσότερα από 300 ευρώ.
Ακόμη και οι λίγοι βέβαια που έχουν σύμφωνα με τον κ. Μπάκα την οικονομική δυνατότητα να προχωρήσουν σε αγορά, «θα πρέπει να δώσουν περίπου 120.000 ευρώ για μια κατοικήσιμη γκαρσονιέρα, ενώ πριν από λίγα χρόνια το ποσό ήταν περίπου το μισό».