Μονοποικιλιακοί, με έμφαση στο τερουάρ, cold brew, latte, flat, ristretto, babyccino, εκχυλίσεις, αρώματα. Ο καφές και οι τεχνικές του αλλάζουν επίπεδο, οι barista σπουδάζουν με αφοσίωση μια τέχνη που αγαπούν και εμείς απολαμβάνουμε αρώματα και γεύσεις που μέχρι πριν από λίγα χρόνια αγνοούσαμε ότι υπάρχουν.
Οι περισσότεροι τον συγχέουν είτε με τον cappuccino είτε με τον latte. Άλλοι πάλι αγνοούν την ύπαρξη του. Ήρθε, λοιπόν, ο καιρός να λύσουμε τις παρεξηγήσεις και τα κακώς κείμενα γύρω από το όνομά του. Ο flat white ξεκίνησε από το Σίδνεϊ της Αυστραλίας, κάπου στα μέσα στης δεκαετίας του ’80, αν και οι γείτονές τους, οι Νεοζηλανδοί, διεκδικούν την προέλευσή του με μεγάλες αξιώσεις.
Στην ουσία πρόκειται για ένα ρόφημα καφέ με διπλή δόση espresso ristretto (espresso εκχυλισμένος στον ίδιο χρόνο αλλά με λιγότερη ποσότητα νερού) και αφρόγαλα ελάχιστα διογκωμένο. Σερβίρεται σε κούπα μεσαίου μεγέθους και το γάλα αναμιγνύεται από την αρχή με τον καφέ, πράγμα που είναι και από τις βασικές διαφορές του με τον cappuccino, όπου ο διαχωρισμός καφέ και γάλακτος σε στρώσεις είναι εμφανής. To «free pour», η «ελεύθερη ροή» όπως λέγεται, του γάλακτος είναι αυτό που επιτρέπει στον barista να «σχεδιάσει» πάνω στην επιφάνεια του καφέ και να κάνει το λεγόμενο latte art, τα σχήματα όπως οι καρδιές, τα λουλούδια και τα χαμόγελα που έχουμε αγαπήσει. Ο flat white έχει έντονο χαρακτήρα και επιτρέπει στα γευστικά χαρακτηριστικά του espresso να παραμένουν ευδιάκριτα, να μην καλύπτονται από το γάλα. Φυσικά, σε αυτό το σημείο σημαντικό ρόλο παίζει και η ποιότητα του γάλακτος που χρησιμοποιείται, αφού η χρήση του είναι καθαρά υποστηρικτική.
Να σημειώσουμε εδώ ότι σχέδια στο αφρόγαλα μπορούν να γίνουν μόνο στον flat white και όχι στον cappuccino.