Κατά τους κρύους μήνες, μπορεί να αισθανθούμε περισσότερη πείνα επειδή ο οργανισμός μας χρειάζεται περισσότερη ενέργεια ως «καύσιμο» για να διατηρεί την θερμοκρασία του. Η πείνα είναι ένας τρόπος του οργανισμού μας να δείχνει ότι χρειάζεται περισσότερα «καύσιμα».
Όταν τρώμε, το σώμα παράγει θερμότητα για να απορροφήσει και να μεταβολίσει τα θρεπτικά συστατικά. Αυτή η διαδικασία ονομάζεται «θερμογένεση που προκαλείται από τη διατροφή».
Ο οργανισμός, πέρα από αυτά που τρώει, χρειάζεται να γεμίσει και τις αποθήκες του (δηλαδή, το λίπος), για ώρες ανάγκης.
Το λίπος λειτουργεί και μονωτικά, έτσι ώστε να μην πέφτει η εσωτερική θερμοκρασία του σώματος.
Επιπλέον, όταν κάνει κρύο η σεροτονίνη μειώνεται, σύμφωνα με τους ερευνητές από το University of Queensland. Η σεροτονίνη είναι ένας νευροδιαβιβαστής του εγκεφάλου που – μεταξύ άλλων – βοηθά στη ρύθμιση της διάθεσης, της όρεξης και του ύπνου.
Ο ρυθμός παραγωγής της σεροτονίνης σχετίζεται με το ηλιακό φως, το οποίο είναι χαμηλότερο το χειμώνα ή όταν κάνει συννεφιά.
Τα χαμηλά επίπεδα σεροτονίνης μπορεί να οδηγήσουν σε αυξημένη πείνα και μειωμένο κορεσμό, κάνοντάς μας να νιώθουμε πιο πεινασμένοι και λιγότερο ικανοποιημένοι μετά τα γεύματα.