«Οι θάνατοι, οι δημόσιες καταγγελίες είναι οι περιπτώσεις που μαθαίνουμε, αλλά είναι η κορυφή του παγόβουνου. Ενός τεράστιου παγόβουνου, γιατί υπάρχει μεγάλη γυναικεία κακοποίηση μέσα στην ελληνική οικογένεια», λέει ο Βασίλης Μποζίκας, πρόεδρος της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρείας (ΕΨΕ). Το εύρος της μόνο να το εικάσουν μπορούν οι ειδικοί, αφού είναι πολύ δύσκολο να γίνουν σχετικές έρευνες που να αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα.
«Γιατί δεν έφευγε;», «γιατί δεν πήγε στην αστυνομία;», «έπρεπε να απευθυνθεί στη γραμμή SOS». Πολλές οι απορίες για τη στάση, την καρτερία, την υπομονή και, βέβαια, τη σιωπή των θυμάτων επί χρόνια. Πολλές και οι προσπάθειες να ερμηνευτούν τα ανεξήγητα, αλλά η ιστορία της Δ.Π. (τα στοιχεία της οποίας βρίσκονται στη διάθεση της «Κ» αλλά δεν γνωστοποιούνται εφόσον η υπόθεση δεν έχει ακόμα εκδικαστεί) απαντά με τον πιο εύγλωττο τρόπο σε πολλά «γιατί». Γιατί οι γυναίκες δεν καταγγέλλουν; Γιατί δεν θα γίνει τίποτα. Γιατί οι άνδρες συνεχίζουν; Μα –εκτός των άλλων– για τον ίδιο λόγο…
Η Δ.Π., σήμερα 45 ετών, πριν από έξι χρόνια χτυπήθηκε από τον άνδρα της με βαριοπούλα στο κεφάλι, πολλές φορές μέσα στο αυτοκίνητο.
Αν κατάφερε να γλιτώσει ήταν γιατί την επίθεση παρακολούθησαν τυχαία τρεις αυτόπτες μάρτυρες, οι οποίοι και τη μετέφεραν στο νοσοκομείο. Χρειάστηκαν περισσότερα από 25 ράμματα στο κεφάλι και νοσηλεία για καιρό ώστε να ξανασταθεί στα πόδια της, κυριολεκτικά. Το όπλο της επίθεσης υπάρχει, οι μαρτυρίες υπάρχουν, τα πορίσματα του νοσοκομείου υπάρχουν. Κανένας δεν αμφισβητεί την επίθεση – ούτε καν ο δράστης, αν και βέβαια δίνει τη δική του εκδοχή για το πώς έγιναν τα πράγματα. Ομως, πριν από λίγες εβδομάδες, η δίκη αναβλήθηκε για μία ακόμα φορά (η 12η στη σειρά) για ένα ακόμα εξάμηνο. Ολα αυτά τα χρόνια, από τη στιγμή της απόπειρας έως και σήμερα, ο δράστης δεν έχει μείνει ούτε μία ώρα κρατούμενος, κυκλοφορεί σαν να μη συνέβη τίποτα και το θύμα εξακολουθεί να φοβάται… «Εχω πάει στο δικαστήριο 12 φορές και κάθε φορά φεύγω ράκος. Εκείνος γελάει και με ειρωνεύεται και εγώ αισθάνομαι απίστευτη προσβολή, φεύγω με την ουρά στα σκέλια», διηγείται η Δ.Π.
Παραδοχή
Η συζήτησή μας ξεκινάει με μια αναπάντεχη παραδοχή από την πλευρά της. «Oταν αποκαλυφθούν όλα, δημιουργείται μεγαλύτερο πρόβλημα και κανένας δεν σου το λύνει. Κινδυνεύεις περισσότερο». Η ίδια δεν έκανε καταγγελία, μέχρις ότου τα ίδια τα γεγονότα έδειξαν τι συνέβαινε από μόνα τους, όταν μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο μετά την απόπειρα δολοφονίας από τον πρώην –πλέον– σύζυγό της.
Για περισσότερα από 15 χρόνια είχε υποστεί προσβολές, ξυλοδαρμούς και απειλές. Την ίδια στιγμή εργαζόταν σε τρεις δουλειές για να συντηρήσει τα δύο της παιδιά και τον άνδρα της, που δεν είχε και μεγάλη όρεξη για δουλειά. Οταν κάποια στιγμή η υπομονή της εξαντλήθηκε και, παρά το γεγονός ότι την είχε απειλήσει πολλές φορές, του ζήτησε να χωρίσουν, εκείνος εξαγριώθηκε. Εφυγε από το σπίτι και προσπάθησε να την πείσει ότι ήταν διατεθειμένος να αλλάξει, αν τα ξαναέβρισκαν. Λίγους μήνες μετά, και «αφού μάλλον απογοητεύτηκε ότι θα μπορούσε να επιστρέψει σπίτι», όπως λέει η Δ.Π., αποπειράθηκε να τη σκοτώσει, χτυπώντας τη με τη βαριοπούλα στο κεφάλι μέσα στο αυτοκίνητό της, το πρωί, την ώρα που ξεκινούσε για τη δουλειά. «Ευτυχώς ήταν πρωί και υπήρχαν περαστικοί που με έσωσαν», διηγείται.
Από τη μέρα που βγήκε από το νοσοκομείο, και αφού άλλαξε σπίτι, ζει με προφυλάξεις… καταζητούμενου. «Για να πάω στον φούρνο κοιτάζω από το μπαλκόνι να δω τι γίνεται. Αν εντοπίσω άγνωστο αυτοκίνητο δεν βγαίνω. Είμαι πολύ προσεκτική όταν περπατάω στον δρόμο. Πιστεύω ότι έξι χρόνια τώρα η δική μου προσοχή δεν του έχει επιτρέψει να τελειώσει αυτό που ξεκίνησε. Αλλά ξέρω ότι ακόμα το έχει στο μυαλό του».
Ολα αυτά τα χρόνια, από τη στιγμή της απόπειρας έως και σήμερα, ο δράστης δεν έχει μείνει ούτε μία ώρα κρατούμενος, κυκλοφορεί σαν να μη συνέβη τίποτα.
Δεν έχουν επιβληθεί κάποια μέτρα προστασίας;
«Περιοριστικά μέτρα για να μην πλησιάζει. Ε, και; Αν τον δω, θα πάρω την αστυνομία και μέχρι να έρθουν αυτός θα με αρπάξει από τα μαλλιά και θα με σκοτώσει. Και αν φύγει, μετά εγώ θα πρέπει να αποδείξω ότι με πλησίασε. Πώς θα το αποδείξω;» αναρωτιέται η Δ.Π.
Παρόλο που μπορώ να μαντέψω την απάντηση, τη ρωτάω πώς άντεξε τόσα χρόνια. «Ηξερα ότι δεν υπάρχει τίποτα να με βοηθήσει. Εδώ δεν κάνουν κάτι τώρα που έχει γίνει απόπειρα ανθρωποκτονίας και θα έκαναν βασιζόμενοι μόνο στα δικά μου λόγια, στην καταγγελία μου;».
Διαδικασία
Μοιάζει παράξενο, αλλά αυτό που ζητάει πλέον είναι να ολοκληρωθεί η διαδικασία. «Μετά τόσα χρόνια θέλω να τελειώσουν όλα, ό,τι και να γίνει. Και αν δεν μπει φυλακή, θα το ξέρω ότι είναι οριστικά ελεύθερος και θα φύγω μακριά, γιατί δεν μπορείς να ζεις κοντά –και ποιος ξέρει πόσο κοντά– με τον άνθρωπο που θέλει να σε δολοφονήσει», λέει. Ο τόνος της φωνής της χαμηλώνει. «Βέβαια θέλω κυρίως να ζήσω. Ακόμα έξι μήνες. Ποιος μπορεί να μου εγγυηθεί ότι θα είμαι ακόμα ζωντανή για να πάω στη δίκη;».
«Η λύτρωση έρχεται μόνο όταν ολοκληρωθεί η διαδικασία», λέει στην «Κ» ο Γιάννης Ζέρβας, καθηγητής και ειδικός ψυχίατρος του Πανεπιστημίου Αθηνών για την Ψυχική Υγεία της Γυναίκας.
Κάθε φορά ζεις και ξαναζείς το τραυματικό γεγονός.
«Το πόσο καθυστερημένα αποδίδεται δικαιοσύνη είναι ασφαλώς ένα αντικίνητρο για να απευθυνθεί κάπου μια γυναίκα και να ζητήσει βοήθεια. Επίσης, είναι εξαιρετικά σημαντική η βοήθεια που θα λάβει μια γυναίκα στη συνέχεια», επισημαίνει ο κ. Μποζίκας.