Ήταν το 1986 όταν το παγόβουνο A23a αποκολλήθηκε από τον παγετώνα Φίλτσνερ στην Ανταρκτική. Έκτοτε, παρέμεινε κολλημένο στον πυθμένα της θάλασσας και στη συνέχεια παρατηρήθηκε να περιστρέφεται γύρω από τον άξονά του σε ένα απομακρυσμένο τμήμα της Ανταρκτικής για αρκετούς μήνες αφού παγιδεύτηκε σε μία ωκεάνια δίνη.
Ωστόσο, το παγόβουνο μεγέθους 3.500 τετραγωνικών χιλιομέτρων, που ισοδυναμεί στη διπλάσια έκταση του Λονδίνου, με βάρος που ξεπερνά το ένα τρισ. τόνους και με κορυφές ύψους περίπου 400 μέτρων, στα τέλη του 2024 «απελευθερώθηκε» από τη δίνη και άρχισε να κολυμπά ξανά.
Όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, η πορεία του, εξαιτίας των θαλάσσιων ρευμάτων, είναι απρόβλεπτη, ωστόσο σύμφωνα με την καταγραφή των δορυφόρων, προς το παρόν, τείνει να κατευθύνεται προς το απομακρυσμένο βρετανικό νησί της Νότιας Γεωργίας, αλλά και τις Νότιες Νήσους Σάντουιτς όπου ζουν και αναπτύσσονται πολλά είδη ζώων.
Στην περίπτωση που το παγόβουνο προσκρούσει στα νησιά θα τεθούν σε κίνδυνο ολόκληρες αποικίες πιγκουίνων, φώκιες, πουλιά, ψάρια.
Την ίδια ώρα, δεν αποκλείεται η «βασίλισσα των παγόβουνων», όπως το χαρακτηρίζουν οι επιστήμονες, να παρασυρθεί σε μία περιοχή που ονομάζεται Πέρασμα Ντρέικ, το οποίο συχνά αναφέρεται ως το μέρος «όπου τα παγόβουνα πεθαίνουν».
Όπως αναφέρει στο βρετανικό δίκτυο BBC ο Μαρκ Μπέλκιερ, θαλάσσιος οικολόγος, «η Νότια Γεωργία βρίσκεται σε πέρασμα παγόβουνων, οπότε αναμένονται επιπτώσεις τόσο για την αλιεία όσο και για την άγρια ζωή».
Το BBC επισημαίνει ότι αυτό δεν είναι το πρώτο τεράστιο παγόβουνο που απειλεί τη Νότια Γεωργία και τα νησιά Σάντουιτς. Το 2004, το παγόβουνο A38 προσάραξε στην ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα της Νότιας Γεωργίας οδηγώντας στο θάνατο νεοσσούς πιγκουίνων και νεογνά φώκιας, καθώς τεράστια κομμάτια πάγου εμπόδιζαν την πρόσβασή τους σε περιοχές όπου βρίσκουν την τροφή τους. Η νήσος φιλοξενεί σημαντικές αποικίες βασιλικών πιγκουίνων και εκατομμύρια ελέφαντες και φώκιες.
Με τη σειρά του το Α23α θα μπορούσε να διαλυθεί ανά πάσα στιγμή, με κάθε θραύσμα να αποτελεί δυνητικό κίνδυνο για το νησί. Στην περίπτωση που παρατηρηθεί το φαινόμενο αυτό, μπορεί να υπάρξουν συνέπειες για το οικοσύστημα, καθώς θα απελευθερωθούν ξαφνικά πολλές θρεπτικές ουσίες που βρίσκονται στον πάγο και αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει ανισορροπία.
Όταν «απαγκιστρώθηκε» από τη δίνη του τον περασμένο μήνα, η βιοχημικός Λόρα Τέιλορ που συμμετείχε στην έρευνα Biopole του συμβουλίου Βρετανικής Έρευνας για την Ανταρκτική είχε αναφέρει ότι τα γιγαντιαία παγόβουνα μπορούν να παρέχουν θρεπτικά συστατικά στα ύδατα από τα οποία διέρχονται, δημιουργώντας ακμάζοντα οικοσυστήματα σε λιγότερο παραγωγικές περιοχές. Ωστόσο, είχε τονίσει ότι δεν είναι γνωστό πώς η κλίμακα κι η προέλευσή τους μπορεί να επηρεάσουν αυτή τη διαδικασία.
Την ίδια ώρα, απειλή αποτελεί και για αλιείς και ναυτικούς, οι οποίοι παρατηρούν ότι τα παγόβουνα αποτελούν πλέον ένα πρόβλημα που διογκώνεται.
Ο Μπέλκιερ συμμετείχε σε έρευνα το 2023 όταν ένα παγόβουνο με την ονομασία A76 σχεδόν προσέκρουσε στο πλοίο όπου βρισκόταν. «Κομμάτια του αναποδογύριζαν και έμοιαζαν με μεγάλους παγωμένους πύργους, σαν να ήταν μια πόλη πάγου στον ορίζοντα», είπε.