Οδηγώντας μόνος με το φορτηγό του, ο Nicholas Ibanez περιφέρεται στο μικρό αμερικανικό νησί Guam (βρίσκεται μεταξύ Χαβάης και Φιλιππίνων), φορώντας στολή και κουβαλώντας μια λίστα με τους πλέον καταζητούμενους θηρευτές που πρέπει να φύγουν από τους δρόμους.
Ξεκινάει νωρίς το πρωί, πριν τις 8.00. Τον τελευταίο καιρό, βγαίνει και μετά το σκοτάδι, προκειμένου να αποφύγει όσους εμποδίζουν η δουλειά του. Στον δρόμο, σαρώνει τις άκρες των δασών για να στήσει τις παγίδες του. Σε ένα κουτί βρίσκεται το δόλωμα του: κομμάτια κοτόπουλου από ένα τοπικό τζαμαϊκανό εστιατόριο, μια λωρίδα κρέατος από το KFC, ίσως ένα λουκάνικο Βιέννης.
Ο κύριος Ibanez, 41 ετών, είναι ο μόνος μπογιατζής του Guam. Και όσες ώρες κι αν δουλεύει, αντιμετωπίζει μια αναπόφευκτη πραγματικότητα: Σε αυτό το νησί, είναι μόνος και τουλάχιστον 30.000 αδέσποτα σκυλιά.
«Υπάρχουν πάρα πολλά προβλήματα και ζώα -πάντα κάτι με περιμένει» δήλωσε ο κ. Ibanez, ο οποίος βρίσκεται στη δουλειά για περισσότερα από πέντε χρόνια.
Σε ολόκληρο το Guam, το οποίο κατοικείται από περίπου 170.000 ανθρώπους, αγέλες από σκυλιά «μπουνί» -όπως είναι ευρέως γνωστά- μπορεί να δει κανείς παντού.
Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι κάτοικοι δημοσιεύουν συχνά ιστορίες και φωτογραφίες από επικίνδυνες συναντήσεις, όπως αυτή κατά την οποία μία γάτα έφυγε με ματωμένα μάτια και μια άλλη στην οποία ένα άγριο αδέσποτο σκαρφάλωσε τρεις ορόφους για να επιτεθεί σε ένα κατοικίδιο.
Το νησί δίνει «μάχη» με τα αδέσποτα σκυλιά εδώ και δεκαετίες. Το 1967, κατά τη διάρκεια μιας επιδημίας λύσσας, ο αμερικανικός στρατός προσπάθησε να πυροβολήσει τα αδέσποτα. Όμως τα σκυλιά αποδείχτηκαν πολύ σκληρά, με αποτέλεσμα οι αρχές να καταφύγουν στη λύση του δηλητηρίου, υπενθύμισε ο Cyrus Luhr, πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου στο καταφύγιο «Guam Animals in Need».
Αυτή την στιγμή, το Guam, το οποίο είναι έκτασης περίπου 520 τετραγωνικών χιλιομέτρων, έχει περίπου έναν αδέσποτο σκύλο για κάθε έξι κατοίκους. «Η λύσσα είναι μια πραγματική απειλή για εμάς» δήλωσε η Alison Hadley, εκτελεστική διευθύντρια του καταφυγίου.
Κάποιοι έχουν αιτηθεί αδειών για να πυροβολούν τα αδέσποτα, ενώ άλλοι ζητούν να μην τα πειράζουν και να τα αφήνουν ελεύθερα. Όταν αιχμαλωτίζονται, μεταφέρονται στο καταφύγιο, όπου τα πηγαίνουν για υιοθεσία ή ευθανασία.
Οι αντεγκλήσεις στο νησί έχουν εμποδίσει το έργο του κ. Ibanez, ο οποίος αναγκάζεται να διοργανώνει τις αποστολές αιχμαλωσίας κατά τη διάρκεια της νύχτας, προκειμένου να αποφεύγει τον μικρό αριθμό ακτιβιστών.
«Ποτέ δεν είχα προβλήματα μέχρι πρόσφατα. Οι άνθρωποι βγάζουν βίντεο και τραβούν το πρόσωπό μου».
Όσοι βρίσκονται πιο κοντά στο πρόβλημα, υποστηρίζουν ότι τα δωρεάν ή χαμηλού κόστους προγράμματα στείρωσης είναι η καλύτερη μακροπρόθεσμη λύση, αν και το νησί παλεύει εδώ και χρόνια με την έλλειψη κτηνιάτρων.
Ο κ. Ibanez αγνοεί τυχόν θυμωμένες αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που τον αφορούν και προσπαθεί να αποσυμπιεστεί περνώντας τα βράδια με τη γυναίκα του.
«Πρέπει να αντιμετωπίσεις πολλά –τα συναισθήματα των ανθρώπων όταν πρέπει να απομακρύνεις τα ζώα τους ή τα συναισθήματα όταν βλέπεις ένα ζώο να είναι άρρωστο ή να πεθαίνει ή να κακοποιείται. Αλλά δεν με “πιάνει”. Πρέπει να το χειριστείς, διαφορετικά αυτή η δουλειά δεν είναι για σένα».