Τη διαβεβαίωση ότι δεν υφίσταται κανενός είδους «εμβολιαστικός εθνικισμός» υπό τη μορφή του προστατευτισμού και της εσωστρέφειας, όσον αφορά στις εξαγωγές εμβολίων από την Ευρωπαϊκή Ένωση, επανέλαβε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μετά την ανακοίνωση της καθιέρωσης ενός μηχανισμού ελέγχου των εμβολίων κατά του κορωνοϊού που εξάγονται από ευρωπαϊκό έδαφος σε τρίτες χώρες.
«Μπορεί ο Ντόναλντ Τραμπ να είχε ως σύνθημα το “πρώτα η Αμερική”, αλλά εμείς δεν λέμε σε καμία περίπτωση πρώτα “η Ευρώπη”. Λέμε απλώς ότι η Ευρώπη δεν θα δεχθεί αμαχητί τη δεύτερη θέση». Με αυτά τα λόγια περιγράφουν τις νέες συνθήκες που ισχύουν από χθες Παρασκευή 29 Ιανουαρίου, άπασες οι ευρωπαϊκές πλευρές.
Ο λόγος που αναγκάζει τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, αλλά και συγκεκριμένες κυβερνήσεις να προβούν σε μια τέτοια διευκρίνηση, εντοπίζεται στο νέο εργαλείο που επισήμως ονομάζεται «Μηχανισμός διαφάνειας και έγκρισης για τις εξαγωγές εμβολίων COVID-19». Ενός μηχανισμού, βάσει του οποίου τα κράτη – μέλη της ΕΕ και η Κομισιόν θα εξασφαλίσουν την έγκαιρη και δίκαιη πρόσβαση στα εμβόλια για όλους τους πολίτες της ΕΕ, αντιμετωπίζοντας την «έλλειψη διαφάνειας που διέπει τις εξαγωγές των εμβολίων από την ΕΕ».
Όπως ανακοίνωσαν ο Εκτελεστικός Αντιπρόεδρος της Κομισιόν και αρμόδιος για θέματα Εμπορίου Βάλντις Ντομπρόβσκις και η Επίτροπος Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων Στέλλα Κυριακίδου, η Επιτροπή ενέκρινε τον προσωρινό αυτό μηχανισμό βάσει του κανονισμού 2015/479 σχετικά με κοινούς κανόνες για τις εξαγωγές. Σύμφωνα με το εκτελεστικό όργανο της ΕΕ, δεν πρόκειται για γενική απαγόρευση εξαγωγών, αλλά για ένα μέτρο που στοχεύει συγκεκριμένα στις εξαγωγές εμβολίων COVID-19 που καλύπτονται από μια προκαταρκτική συμφωνία αγοράς με την ΕΕ. Αυτές οι εξαγωγές θα χρειάζονται έγκαιρη κοινοποίηση προς τις αρμόδιες αρχές και άδεια πριν εξαχθούν από την ΕΕ.
Από αυτό το μέτρο που θα ισχύει από τις 30 Ιανουαρίου 2021 και έως τις 31 Μαρτίου 2021, θα εξαιρούνται οι χώρες του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (Ισλανδία, Λιχτενστάιν, Νορβηγία), η Ελβετία, η Ανδόρα και ο Άγιος Μαρίνος. Επίσης εξαιρούνται οι χώρες της λεγόμενης Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης της ΕΕ (Αζερμπαϊτζάν, Αρμενία, Μολδαβία, Ουκρανία, Λευκορωσία), τα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων (Αλβανία, Βόρεια Μακεδονία. Μαυροβούνιο Βοσνία-Ερζεγοβίνη) καθώς και 92 άλλες χώρες που αντιμετωπίζουν δημοσιονομικά προβλήματα και αδυνατούν να προμηθευθούν εμβόλια κατά της Covid-19 η χρειάζονται ανθρωπιστική βοήθεια.
Πρόκειται ουσιαστικά για έναν μηχανισμό ασφαλείας που στοχεύει ευθέως την αγγλο- σουηδική φαρμακευτική AstraZeneca, η οποία πριν από μια εβδομάδα ανακοίνωσε αιφνιδίως ότι θα παραδώσει μόλις το ένα τέταρτο των εμβολίων που είχε συμφωνήσει με την ΕΕ, καθώς η Κομισιόν καλεί όλες τις εταιρείες που υπόκεινται στον παρόντα κανονισμό να παρέχουν σχετικά στοιχεία σχετικά με τις εξαγωγές τους από τις 29 Οκτωβρίου 2020 και σε περίπτωση που δεν το πράξουν, τότε θα τους απαγορευθεί να εξάγουν εμβόλια.
Ο μηχανισμός ελέγχου των εξαγωγών που επεξεργάστηκε η ΕΕ, θα αναγκάζει τις τελωνειακές αρχές να εμποδίζουν όλες τις εξαγωγές εμβολίων σε τρίτες χώρες (εκτός από τις προαναφερθείσες εξαιρέσεις) σε περίπτωση που δεν έχουν ρητή άδεια από τα κράτη – μέλη, με σκοπό να δοθεί προτεραιότητα στον εμβολιασμό των Ευρωπαίων πολιτών. Μια τέτοια εξέλιξη προκάλεσε τρόμο σε διπλωμάτες και στελέχη φαρμακευτικών εταιρειών, καθώς τα πρόσθετα εμπόδια της ΕΕ στις εξαγωγές εμβολίων επηρεάζουν πολλές άλλες χώρες, όπως ο Καναδάς και η Αυστραλία, που βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στις παραγωγικής δυνατότητες της ΕΕ. Τόσο η BioNTech/Pfizer όσο και η AstraZeneca, οι οποίες παρασκευάζουν μέρος των εμβολίων τους στην ΕΕ δεν έχουν καταφέρει προς το παρόν να αντεπεξέλθουν στους στόχους που έχουν συμφωνήσει με την Κομισιόν, ενώ και η αμερικανική Moderna παρασκευάζει εμβόλια σε ευρωπαϊκό έδαφος και συγκεκριμένα στην Ισπανία.
Παρόλο που τα προβλήματα με τις προμήθειες εμβολίων εντοπίζονται κυρίως στις παρασκευάστριες εταιρείες, υπάρχει έντονη δυσαρέσκεια και εντός αρκετών κρατών – μελών της ΕΕ, που θεωρούν ότι η τριπλή προσπάθεια της Κομισιόν, ήτοι να υπογράψει όσο το δυνατόν περισσότερες συμβάσεις, σε όσο το δυνατόν χαμηλότερο κόστος, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι οι εταιρείες θα έχουν μεγαλύτερη νομική ευθύνη σε περίπτωση προβλημάτων με την υγεία των πολιτών, αναμφίβολα επιβράδυνε τη διαδικασία.
Αυτή η κριτική ενισχύεται και από πολιτικούς και οικονομικούς αναλυτές, όπως από τον διευθυντή του Ινστιτούτου Bruegel στις Βρυξέλλες, Γκούντραμ Βολφ. Σύμφωνα με τον ίδιον, «η τσιγκούνικη προσέγγιση της ΕΕ κοστίζει ζωές». Άποψη με την οποία ωστόσο διαφώνησε ο ίδιος ο διευθύνων σύμβουλος της AstraZeneca, Πασκάλ Σοριό, ο οποίος υπογράμμισε ότι το ζήτημα δεν είναι τα χρήματα, αλλά ο χρόνος. Ο κ. Σοριό υποστηρίζει ότι η ΕΕ άργησε να υπογράψει τη συμφωνία με την εταιρεία που διευθύνει κατά τρεις μήνες σε σχέση με το Ηνωμένο Βασίλειο. Παρά ταύτα ο κ. Σοριό δεν θέλησε να σχολιάσει ότι η «Inclusive Vaccine Alliance», η ευρωπαϊκή συμμαχία ανάμεσα σε Γαλλία, Γερμανία, Ολλανδία, Ιταλία και Ολλανδία που προηγήθηκε της κοινής προσπάθειας της Κομισιόν, είχε υπογράψει συμβόλαιο με την αγγλο – σουηδική εταιρεία σχεδόν ταυτόχρονα με το Λονδίνο. Ως άδικη θεωρεί επίσης η ίδια η Κομισιόν την κριτική εναντίον της, καθώς πρώτον διαπραγματεύτηκε με τη σύμφωνη γνώμη όλων των κρατών – μελών της ΕΕ και δεύτερον, αναγκάστηκε να ασχοληθεί με την πολιτική Υγείας, έναν τομέα που τα ίδια τα κράτη – μέλη είχαν αρνηθεί να παραχωρήσουν αρμοδιότητες στις Βρυξέλλες.
Η άνευ προηγουμένου διαμάχη ανάμεσα στην Κομισιόν και τα κράτη – μέλη της ΕΕ και την AstraZeneca, για ένα εμβόλιο το οποίο έλαβε το πράσινο φως από τον ΕΜΑ μόλις την Παρασκευή 29 Ιανουαρίου, εντοπίζεται επίσης στο γεγονός ότι λόγω του εξαιρετικά χαμηλού κόστους του και των εύκολων συνθηκών αποθήκευσής του, αρκετοί αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ, είχαν ζητήσει από την Κομισιόν κατά τη διάρκεια της τηλεδιάσκεψης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της περασμένης εβδομάδας, να προσχωρήσει σε προπαραγγελίες εμβολίων με σκοπό να εκκινήσεων άμεσα οι μαζικοί εμβολιασμοί. Αίτημα στο οποίο δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί η αγγλο – σουηδική εταιρεία.
Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (EMA), παρόλο που έδωσε το πράσινο φως για τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας υπό όρους για το εμβόλιο της AstraZeneca για την πρόληψη της νόσου COVID-19 σε άτομα ηλικίας από 18 ετών, φαίνεται ότι δεν συμφωνεί απόλυτα με τις εθνικές αρχές ορισμένων κρατών – μελών, όπως η Γερμανία και η Γαλλία , οι ειδικοί εκφράζουν επιφυλάξεις αναφορικά με την αποτελεσματικότητά του σε πολίτες άνω των 65 ετών.
Η μόνη ρεαλιστική λύση για την κάλυψη των τεράστιων αναγκών εμβολίων φαίνεται να είναι ο πολλαπλασιασμός των γραμμών παραγωγής με εταιρείες που έχουν την ικανότητα. Αυτή είναι η πορεία που επέλεξε η Novartis και η Sanofi,οι οποίες θα παρασκευάζουν το εμβόλιο των BioNTech/Pfizer από αυτό το καλοκαίρι και η Recipharm, η οποία κατέληξε σε συμφωνία με τη Moderna.