Το «θαύμα» της Σαντορίνης: Πώς το ισοπεδωμένο από τον σεισμό νησί της δεκαετίας του ’60 έγινε σε 50 χρόνια τουριστικός γίγαντας

    Ημερομηνία:

    DIVICO
    Η έκφραση «για έναν τενεκέ λάδι» κάποτε δεν ήταν σχήμα λόγου για τις αγοραπωλησίες ακινήτων στη Σαντορίνη. Οι εναπομείναντες υπερήλικες μεταξύ των ντόπιων θυμούνται σήμερα καθαρά ότι ένα γκρεμισμένο σπίτι στην Οία, στην αρχή της δεκαετίας του ’60, παραχωρήθηκε έναντι συμβολικού, ούτε καν εξευτελιστικού τιμήματος.

    Κυριολεκτικά για ένα μεγάλο δοχείο γεμάτο με ελαιόλαδο, όσο κι αν αυτό σήμερα φαντάζει αδιανόητο, δεδομένου ότι η Σαντορίνη, «η σούπερ-μόντελ της τουριστικής Ελλάδας», σύμφωνα με τους «Financial Times», αποτελεί ένα από τα πλέον εκλεκτά κτηματομετισιτικά φιλέτα της Μεσογείου, με τις αντίστοιχες στρατοσφαιρικές τιμές στην τοπική αγορά ακινήτων. Στην αντιδιαμετρική άκρη του χρόνου, πρόσφατα πουλήθηκε ένα υπόσκαφο στην Οία, επιφανείας 200 τ.μ.

    Το τίμημά του, σύμφωνα με πληροφορίες, ήταν της τάξης του 1 εκατ. ευρώ. Πέραν της αξίας καθαυτής όμως, το στοιχείο που προκαλεί εντύπωση περαιτέρω είναι ότι η άδεια δόμησης αφορά σε επιπλέον 500 τ.μ. τα οποία ανακαλύφθηκαν, ως εκ θαύματος, κρυμμένα ενδεχομένως μέσα στην πλαγιά της Οίας, μιας και αποτελεί καθιερωμένη τακτική η εκμετάλλευση των διατάξεων περί των υπόσκαφων, τα οποία εξαιρούνται από τους περιορισμούς του συντελεστή δόμησης.

    Κι αυτό είναι απλώς ένα, πλην χαρακτηριστικό, δείγμα της οργιώδους λογικής που επικρατεί πλέον και ωθεί την ξέφρενη εκμετάλλευση ακόμη και του παραμικρού εκατοστού διαθέσιμης γης σε έναν από τους πιο διάσημους γκρεμούς του κόσμου, στο γήινο φρύδι όπου συνωστίζονται τα κτίσματα της θηραϊκής Καλντέρας. Στην Οία, στα Φηρά, στο Ημεροβίγλι, σε συντονισμό με τον υπερπληθυσμό των τουριστών (περίπου 2 εκατομμύρια αφίξεις το 2024), κτίσματα κάθε είδους μοιάζουν να στριμώχνονται κι αυτά, πατώντας κυριολεκτικά το ένα πάνω στο άλλο, για μια θέση απέναντι στο ηφαίστειο και το ονειρικό ηλιοβασίλεμα της Σαντορίνης.

    Παρ’ όλα αυτά, πίσω στα χρόνια που ακολούθησαν την ισοπέδωση του νησιού από τον φοβερό σεισμό των 7,8 Ρίχτερ το 1956, το «θαύμα της Σαντορίνης» περιοριζόταν στο πένθος και την αγωνία, το μέλλον που θα μπορούσε να ανοίγεται για έναν βαρύτατα τραυματισμένο τόπο, ένα νησί-ερειπιώνα, με μεγάλη μερίδα των κατοίκων του να μεταναστεύει άρον-άρον, με εκατοντάδες Σαντορινιούς να μετεγκαθίστανται στη Σύρο και τον Πειραιά, είτε να αναζητούν την τύχη τους εκτός Ελλάδας. Οταν τα ακίνητα άλλαζαν χέρια για έναν τενεκέ λάδι, στην Οία είχαν απομείνει μόλις 200 κάτοικοι.

    Σήμερα, υπό την πολιορκία δεκάδων χιλιάδων επισκεπτών, μερίδα των μόνιμων κατοίκων εξεγείρεται απαιτώντας μέτρα προστασίας της τοπικής κοινότητας, η οποία νιώθει ασφυξία από τα τουριστικά στίφη, τον υπερτουρισμό και την υπερανάπτυξη.

    Αλλά ακόμη και αργότερα, περίπου έως το τέλος της δεκαετίας του ’70, η Σαντορίνη θεωρούνταν γενικώς σαν ένα σημείο πάνω στην άγονη γραμμή του Αιγαίου, δυσπρόσιτη -εφόσον δεν είχε καν λιμάνι για τα μεγάλα επιβατηγά πλοία-, αφιλόξενη -με ελάχιστα ξενοδοχεία και rooms to let υποτυπώδους ποιότητας-, φτωχή. Εκείνη την εποχή, όπως διηγείται στο «ΘΕΜΑ» απόγονος ενός «επενδυτή», δηλαδή ενός ανθρώπου που έτυχε να αγοράσει ένα κομμάτι γης επειδή απλώς επωλείτο σε σχεδόν αμελητέα τιμή, «ένα μαγαζί στην Οία, με απίστευτη θέα, ακριβώς απέναντι από το ηφαίστειο, το πούλησαν στον θείο μου για μερικές χιλιάδες δραχμές.

    Το «θαύμα» της Σαντορίνης: Πώς το ισοπεδωμένο από τον σεισμό νησί της δεκαετίας του '60 έγινε σε 50 χρόνια τουριστικός γίγαντας
    Το λιμάνι στο Αμμούδι περίπου τη δεκαετία του 1920. Πάνω δεσπόζει το κάστρο της Οίας. Oι φωτογραφίες είναι από τη συλλογή του Ψηφιακού Αρχείου Θήρας (Santorini Archive Project). Ευχαριστούμε θερμά τον κ. Λευτέρη Ζώρζος για τη συνεργασία και το φωτογραφικό υλικό
    Μάλιστα ο πωλητής, ένας Σαντορινιός, ζήτησε από τον θείο μου να του αφήσει και το μηχανάκι του, ένα παπί που είχε τότε και το είχε πάρει μαζί του στο νησί για τις μετακινήσεις του. Μετά μας είπαν ότι άκουσαν αυτόν τον Σαντορινιό να καυχιέται στο καφενείο ότι είχε βρει ένα κορόιδο Αθηναίο που όχι μόνο του έδωσε λεφτά για ένα άχρηστο ακίνητο, αλλά και έφυγε με τα πόδια γιατί ο ξύπνιος πωλητής του είχε πάρει το παπί. Περιττό να πω ότι το μαγαζί αυτό πουλήθηκε αργότερα για εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ».

    Τη δεκαετία του ’60, στη βιάση τους να απομακρυνθούν από τη γη του δονούμενου εφιάλτη και της καταστροφής, έχοντας κατά νου μόνο να ρίξουν μαύρη πέτρα πίσω τους στο μαύρο ηφαιστειογενές έδαφος της Σαντορίνης, ήταν πολλοί εκείνοι που δεν δίστασαν να παραχωρήσουν την ακίνητη περιουσία τους στον πρώτο τυχόντα.

    Σε κάποιον συντοπίτη που θα έμενε πίσω ή και σε κάποιον ξένο. Σε έναν από εκείνους, εν πάση περιπτώσει, που ενώ γύρω τους έβλεπαν μόνο χαλάσματα είχαν την ψυχραιμία και κυρίως τη διορατικότητα να αποκτήσουν γη στο νησί, διακρίνοντας στο βάθος του ορίζοντα τις προοπτικές ανάπτυξης και κερδοφορίας. Διακρίνοντας με άλλα λόγια το σύγχρονο θαύμα της Σαντορίνης, όπως το γνωρίζουμε στις μέρες μας και όπως κι αν αυτό εννοείται, με τις θετικές και μη πτυχές του.

    Ομως, η εικόνα αυτή είναι εξαιρετικά ελλιπής εάν δεν συνυπολογιστούν τα καταλύματα που διατίθενται υπό το καθεστώς της βραχυχρόνιας μίσθωσης. Τα οποία υπολογίζονται σε 23.000 και άρα υπερβαίνουν σε συνολικό αριθμό τις κλίνες των ξενοδοχειακών μονάδων. Εμμέσως, τα στοιχεία αυτά πιστοποιούν ότι η Σαντορίνη χαρακτηρίζεται από μια «μονοκαλλιέργεια», τον τουρισμό – με την εξαίρεση ίσως της αμπελουργίας και της οινοποιίας, οι οποίες όμως εντάσσονται στο πεδίο του τουρισμού και συναρτώνται με αυτό.

    Οποιαδήποτε άλλη πηγή βιοπορισμού συν τω χρόνω εγκαταλείφθηκε, καθώς οι κάτοικοι έχασαν το ενδιαφέρον τους για διάφορες μορφές παραγωγής και επεξεργασίας τοπικών προϊόντων, κρίνοντας ότι κυρίως η φιλοξενία και δευτερευόντως η εστίαση προσφέρουν πολύ πιο γενναιόδωρα και εύκολα έσοδα, παρά η καλλιέργεια π.χ. ντομάτας, φάβας, η εξόρυξη θηραϊκής γης κ.λπ.

    Το «θαύμα» της Σαντορίνης: Πώς το ισοπεδωμένο από τον σεισμό νησί της δεκαετίας του '60 έγινε σε 50 χρόνια τουριστικός γίγαντας
    Αποψη από τα Φηρά με αμπελώνες έως τον Πύργο και τον Προφήτη Ηλία (Ψηφιακό Αρχείο Θήρας)

    Γαϊδουράκια και λάντζες

    Τις δεκαετίες ’70 και ’80 αποτελούσε είδηση ότι π.χ. η Αλίκη Βουγιουκλάκη παραθερίζει στο ξενοδοχείο «Vedema», στο Μεγαλοχώρι της Σαντορίνης, ένα από τα παλαιότερα και πιο πολυτελή στο νησί. Σήμερα, όμως, ελάχιστα εντυπωσιάζει η αναφορά στη συμμετοχή του χολιγουντιανού ινδάλματος Ρόμπερτ ντε Νίρο στο εταιρικό σχήμα που έχει αποκτήσει και διαχειρίζεται μία ξενοδοχειακή μονάδα πολυτελείας στο Ημεροβίγλι.

    Σε παλαιότερες περιόδους, πριν από 40-50 χρόνια, κατά την πρώτη φάση απογείωσης του θηραϊκού τουρισμού, το επίκεντρο της Θήρας δεν ήταν η Καλντέρα, αλλά περιοχές όπως το Καμάρι, όπου εξελισσόταν ένα είδος τουριστικής αξιοποίησης χαρακτηριστικό της ελληνικής νοοτροπίας – με πρόχειρα rooms to let, ταβέρνες με κράχτες που έκαναν «καμάκι» στη διερχόμενη πελατεία κ.ο.κ.

    Το «θαύμα» της Σαντορίνης: Πώς το ισοπεδωμένο από τον σεισμό νησί της δεκαετίας του '60 έγινε σε 50 χρόνια τουριστικός γίγαντας
    Το Καμάρι στις αρχές της δεκαετίας του ’50

    Το προφίλ της Σαντορίνης, άλλωστε, διαμορφώθηκε από τους εναλλακτικούς, τους διανοούμενους, όσους εν πάση περιπτώσει δεν αναζητούσαν κοσμοπολίτικη φαντασμαγορία και επιτήδευση, αλλά έναν προορισμό περισσότερο ταιριαστό σε μια χίπικη νοοτροπία, όπου κυρίαρχη ήταν η γαλήνη – ή ακόμη και η απομόνωση, μακριά από την τυποποίηση του μαζικού τουρισμού κ.λπ.

    Από την πλευρά τους, οι ντόπιοι, ακόμη και όταν ρίχτηκαν με ορμή στην αποκλειστική ενασχόληση με τον τουρισμό, διατήρησαν μια πρωτόλεια, κάπως ερασιτεχνική αντίληψη: ακόμη και σήμερα, πολλοί από τους Σαντορινιούς επιχειρηματίες -ξενοδόχους, εστιάτορες κ.τ.λ.- λειτουργούν με ωράρια ελληνικής επαρχίας, όχι με τον εντατικό ρυθμό ενός προορισμού που καλείται να εξυπηρετήσει περί τα 2 εκατομμύρια επισκέπτες ετησίως.

    Στη διαιώνιση αυτής της χαλαρής και ράθυμης προσέγγισης, παρά τα θεαματικά έσοδα που εισφέρει η τουριστική δραστηριότητα, συντείνουν ορισμένες ενδημικές ιδιαιτερότητες της Σαντορίνης. Οπως λ.χ. το παροιμιωδώς ανεπαρκές, βάσει των σύγχρονων απαιτήσεων, λιμάνι. Το οποίο έχει τη δική του ιστορική περιπέτεια, καθώς δεν υπήρχε καν έως την αρχή της δεκαετίας του ’70.

    Εν είδει παρένθεσης, το παράδοξο ότι ένας από τους πλέον περιζήτητους και πολυσύχναστους προορισμούς στη Μεσόγειο διαθέτει ως κύρια θαλάσσια πύλη έναν λιμένα ξεπερασμένων προδιαγραφών, χρονολογείται από το τέλος του 19ου αιώνα: το 1882 έγινε ένας πρώτος σχεδιασμός για τη δημιουργία ενός σύγχρονου λιμανιού, για να ακολουθήσει μια σειρά από προτάσεις, κάθε φορά και σε διαφορετικό σημείο της Σαντορίνης.

    Εντέλει, ο νυν λιμένας κατασκευάστηκε στον Αθηνιό, ενώ ήδη από το 1994 παραγγέλθηκαν μελέτες για τη μεταφορά του κεντρικού λιμένα σε διαφορετική τοποθεσία, η οποία θα εξασφαλίζει άνετη πρόσβαση στα κρουαζιερόπλοια, στα μεγαλύτερα σκάφη της ακτοπλοΐας κ.ο.κ. Υποτίθεται πως οι εργασίες για τον νέο και καθ’ όλα σύγχρονο λιμένα της Θήρας, ο οποίος θα βρίσκεται στον Μονόλιθο, θα ξεκινήσουν στο αμέσως προσεχές διάστημα – ό,τι και εάν σημαίνει αυτό.

    Για τους παλαιότερους λάτρεις της αγνής και ανόθευτης από τη μαζικοποίηση του τουρισμού Σαντορίνης, η αέναη συζήτηση περί του νέου λιμανιού δεν μπορεί παρά να προκαλεί μειδίαμα. Δεδομένης της δοκιμασίας στην οποία υπέβαλε τον εαυτό του όποιος αποφάσιζε να επισκεφθεί το νησί παλαιότερα.

    Διότι ενώ σήμερα υπάρχει πληθώρα δρομολογίων από τον Πειραιά, συμπεριλαμβανομένων ταχύπλοων που περιορίζουν το ταξίδι σε μερικές ώρες, έως το 1972 η πρόσβαση στη Σαντορίνη προϋπέθετε αποκλειστικά έναν 18ωρο πλου, την αγκυροβόληση του πλοίου της γραμμής αρόδου, την παραλαβή των επισκεπτών από μικρές βάρκες, την αποβίβασή τους στην ξηρά, τη μετεπιβίβασή τους στη ράχη των καρτερικών γαϊδουριών. Σε αντιδιαστολή και παρόλο που ένα πολύ μεγάλο μέρος του εισερχόμενου τουρισμού φτάνει διά θαλάσσης στη Σαντορίνη, από το τοπικό αεροδρόμιο διήλθαν 2,9 εκατομμύρια επιβάτες με 23.700 πτήσεις – μόνο το 2024.

    Το «θαύμα» της Σαντορίνης: Πώς το ισοπεδωμένο από τον σεισμό νησί της δεκαετίας του '60 έγινε σε 50 χρόνια τουριστικός γίγαντας
    Η Περίσσα όπως φαινόταν από την αρχαία Θήρα τη δεκαετία του ’30 (Ψηφιακό Αρχείο Θήρας)

    Η έκρηξη των τιμών

    Το «θαύμα» της Σαντορίνης, εκτός των άλλων, μεταφράζεται σήμερα σε ενοίκια καταλυμάτων 3.000-3.500 ευρώ ανά διανυκτέρευση – αναλόγως της χλιδής, των διαθέσιμων κατ’ εξαίρεση και κατ’ αποκλειστικότητα υπηρεσιών, των χώρων και της ιδιωτικής πισίνας και, εξυπακούεται, της προνομιακής και απρόσκοπτης θέας στο ηφαίστειο.

    Της θέας στην, κατά μία ειρωνεία της μοίρας, διαχρονική πηγή όλων των δεινών, μα και όλων των γεωφυσικών ευεργετημάτων της Σαντορίνης. Και θα πρέπει να λαμβάνει κανείς υπόψη του ότι η ανάδυση του «φαινομένου Σαντορίνη» είναι σχετικά πρόσφατη. Διότι περίπου έως τα μέσα της δεκαετίας του ’80 η Οία και όλοι οι υπόλοιποι οικισμοί με θέα στην Καλντέρα δεν ήταν σε πρώτη ζήτηση.

    Πεντάστερα

    Η τουριστική έκρηξη συντελέστηκε, θα έλεγε κανείς, με γεωμετρική πρόοδο, περίπου στο γύρισμα της χιλιετίας, όταν η Σαντορίνη θεώρησε ότι δικαιούται να προβιβαστεί στην κλάση της πεντάστερης φιλοξενίας, των μπουτίκ καταλυμάτων, της γαστρονομικής και γκουρμέ εστίασης, του οινικού τουρισμού και της γευσιγνωσίας για εκλεπτυσμένους και απαιτητικούς ουρανίσκους.

    Επίσης, οι ολοένα και αυξανόμενες επενδύσεις σε ρετρο-μοντέρνες μονάδες φιλοξενίας προχωρημένης αισθητικής απευθύνονται και προσελκύουν ένα κοινό ανώτερων οικονομικών δυνατοτήτων. Ενώ την ίδια στιγμή, οι βασικές υποδομές του νησιού δεινοπαθούν στις περιόδους αιχμής, καθώς τα δίκτυα μεταφοράς ενέργειας, ύδρευσης και αποχέτευσης, το οδικό δίκτυο ή ακόμη και αυτός καθαυτός ο διαθέσιμος χώρος για τον κόσμο που τείνει να συναθροίζεται την ίδια στιγμή στο ίδιο μέρος απειλούν τακτικά να τινάξουν την ειδυλλιακή μαγεία της Σαντορίνης στον αέρα.

    Επιστρέφοντας στο ζήτημα των τιμών, ο αστικός θρύλος λέει ότι η παράνοια στις χρεώσεις των καταλυμάτων ξέσπασε σχεδόν κατά τύχη: οι ιδιοκτήτες ανακάλυψαν ότι υπήρχαν τουρίστες ανά τον κόσμο που ήταν διατεθειμένοι να πληρώσουν χρυσό το περίφημο, ανυπέρβλητου κάλλους, ηλιοβασίλεμα της Σαντορίνης όταν μηχανεύτηκαν ένα τέχνασμα για να ξεγελάσουν τις online πλατφόρμες κρατήσεων τύπου Booking.com. Ο στόχος ήταν να αποφύγουν τις προβλεπόμενες, αναλογικά υψηλές, προμήθειες που παρακρατούν τα διαδικτυακά πρακτορεία, χωρίς όμως να διακόψουν τη συνεργασία με την εκάστοτε πλατφόρμα.

    Ετσι οι επιχειρηματίες νοίκιαζαν ιδιωτικά και κρυφά από τα Booking.com & Σία τις σουίτες και τα δωμάτιά τους, ενώ στην πλατφόρμα το κατάλυμα εμφανιζόταν ως διαθέσιμο προς κράτηση για τις δεδομένες ημερομηνίες. Το κρίσιμο σημείο ήταν ότι την τελευταία στιγμή οι επιχειρηματίες εκτόξευαν το ενοίκιο σε ύψη που αντικειμενικά βρισκόταν πέραν πάσης λογικής, φερ’ ειπείν από 200-250 ευρώ ανά διανυκτέρευση στα 1.000-1.500 ευρώ ή και πολύ πιο πάνω.

    Πεπεισμένοι, προφανώς, ότι κανείς δεν θα έδινε τόσα χρήματα μόνο και μόνο για να ποζάρει με φόντο την Καλντέρα ή τα πάλλευκα γραφικά σπιτάκια στο φρύδι του θηραϊκού γκρεμού έναντι του ηφαιστείου. Η πραγματικότητα, ωστόσο, εξέπληξε ευχάριστα τους ιδιοκτήτες των καταλυμάτων, μιας και τα εξωφρενικά ακριβά δωμάτιά τους έγιναν ανάρπαστα. Γεγονός που ενθάρρυνε τους επιχειρηματίες να κρατήσουν, όσο αυτό ήταν δυνατόν, τις τιμές τους στα ουράνια.

    Το «θαύμα» της Σαντορίνης: Πώς το ισοπεδωμένο από τον σεισμό νησί της δεκαετίας του '60 έγινε σε 50 χρόνια τουριστικός γίγαντας

    Νομοτελειακά, εντούτοις, το αχαλίνωτο ράλι των τιμών, τουλάχιστον στα καταλύματα κορυφαίας κλάσης, επηρεάζει συνολικά τον κλάδο της φιλοξενίας στη Σαντορίνη. Με περιφερειακές απώλειες τους εργαζόμενους, εποχικούς και μη, οι οποίοι έρχονται αντιμέτωποι με το ανέφικτο: να συμβιβάσουν την ανάγκη και την υποχρέωση να εργαστούν στο νησί, φερ’ ειπείν ως πρωτοδιόριστοι εκπαιδευτικοί, ιατροί, νοσηλευτές κ.λπ., ενώ θα πρέπει να διαθέτουν περί τα 3/4 του μισθού τους για την ενοικίαση στέγης.

    Η οποία θα είναι, στην καλύτερη των περιπτώσεων, ένα ταπεινό «στούντιο» -κατ’ όνομα- χωρίς θέρμανση και με ένα μηνιαίο μίσθιο περί τα 600 ευρώ. Εξυπακούεται ότι το αδιέξοδο της κοινωνικής στέγασης προκαλεί έντονη ενόχληση και συνιστά πρόσκομμα για την ουσιαστική ανάπτυξη της πραγματικής κοινότητας του νησιού.

    «Οι Εραστές του Καλοκαιριού»

    Στον πλανήτη Σαντορίνη οι εξελίξεις ακολουθούν παράλληλες τροχιές, σαν να βρίσκονται σε διαφορετικούς κόσμους. Στον πυρήνα ενός από αυτούς, ίσως του πιο πολύχρωμου και παράξενου, βρίσκεται η, οικουμενική πλέον, φρενίτιδα των γαμήλιων τελετών στην Καλντέρα.

    Αναμφίβολα, η όψη καρτ ποστάλ της Σαντορίνης αποτελεί ένα συγκλονιστικό τοπίο μοναδικής και καθηλωτικής γοητείας, το οποίο οφείλει τη σαγήνη του ακριβώς στην αίσθηση του κινδύνου – από την ακροφοβία που κόβει την ανάσα έως τη σκέψη για το τι μπορεί να συμβεί αν το ηφαίστειο Κολούμπο αποφασίσει ξαφνικά να εκτονώσει στην ατμόσφαιρα τη λάβα που αναδεύει στα υποθαλάσσια σωθικά του.

    Σε αυτό το σκηνικό, εδώ και περίπου μία δεκαετία, εξερράγη σαν επιδημία η εμμονή της Απω Ανατολής με την τέλεση μεγαλοπρεπών γαμήλιων τελετών στη Σαντορίνη. Εκατοντάδες χιλιάδες ζευγάρια, αρχικά από την Κίνα και την Ασία, αλλά πλέον και από την Ινδία ή τη Νότια Αμερική ένωσαν τη ζωή τους στην πιο θεατράλε εκδοχή της σκηνοθεσίας που επινοεί κάθε φορά οποιοδήποτε από τα αμέτρητα γραφεία διοργάνωσης event του συγκεκριμένου είδους.

    Και έτσι οι τουρίστες μετατράπηκαν οι ίδιοι σε αξιοθέατο, σε μια εναλλαγή ρόλων με τους ντόπιους, οι οποίοι παρακολουθούν αυτή την ιδιότυπη βιομηχανία γάμων «China Love», με τους διερχόμενους από το νησί τους να πρωταγωνιστούν σε αυτοσχέδιες παραστάσεις, ενίοτε με τη φαντασμαγορική -ή και εντελώς κιτς- μείξη δυτικών και ασιατικών προτύπων, σε στυλ Bolywood κ.ο.κ.

    Οπως και να ‘χει, πάντως, η Σαντορίνη διεγείρει έναν ακαταμάχητο πόθο σε εκατομμύρια ανθρώπους σε όλη την υφήλιο. Αρκετοί από τους οποίους δεν θα άφηναν μερικές χιλιάδες ευρώ να τους στερήσουν τη μοναδική και απαράμιλλη εμπειρία μιας επίσκεψης στη Σαντορίνη. Αυτό δεν ίσχυε ανέκαθεν, αλλά το βέβαιο είναι ότι η πάλαι ποτέ ερειπωμένη και περιθωριακή Σαντορίνη, ένα νησί βασανισμένο από την ίδια τη γεωλογική υπόστασή του, επί δεκαετίες δυσπρόσιτο, και κυρίως φτωχό, μεταμορφώθηκε σε έναν από τους πλέον περιζήτητους -και ακριβούς- τουριστικούς προορισμούς στον πλανήτη.

    Η μεταμόρφωση αυτή, αλλιώς το σύγχρονο «θαύμα της Σαντορίνης», με τις όποιες θετικές και αρνητικές παραμέτρους του, με την ανάπτυξη και την υπερβολή, με την αξιοζήλευτη επιτυχία αλλά και την ύβρη, συντελέστηκε με βάση δύο εντελώς διαφορετικής φύσης μεταξύ τους γεγονότα-ορόσημα: α) τον φοβερό σεισμό των 7,8 ρίχτερ το 1956 που σχεδόν δεν άφησε λίθον επί λίθου στο νησί, σκότωσε δεκάδες ανθρώπους και έδιωξε μακριά μεγάλο μέρος των κατοίκων του. β) Κάτι πολύ πιο ανάλαφρο και εύθυμο -ολίγον τι και αισθησιακό-, δηλαδή την παγκόσμια προβολή της ταινίας «Οι Εραστές του Καλοκαιριού» το 1982.

    Το «θαύμα» της Σαντορίνης: Πώς το ισοπεδωμένο από τον σεισμό νησί της δεκαετίας του '60 έγινε σε 50 χρόνια τουριστικός γίγαντας

    Επρόκειτο για ένα φιλμ χαμηλού προϋπολογισμού, ένα δευτερεύον προϊόν της αμερικανικής βιομηχανίας του θεάματος, με ένα τρίο νεαρών (δύο γυναίκες και ένα άντρας), οι οποίοι εξερευνούν την τριπλή ερωτική έλξη μεταξύ τους κάνοντας διακοπές σε μια μικρή παραδοσιακή κατοικία στην Καλντέρα της Σαντορίνης.

    Εντελώς αναπάντεχα, «Οι Εραστές του Καλοκαιριού» γνώρισαν πολύ μεγάλη επιτυχία, σημαντικό μέρος της οποίας οφείλεται στην έμπνευση που είχε η παραγωγή να τοποθετήσει τη δράση στη Σαντορίνη. Εκατομμύρια θεατές έμειναν άναυδοι μπροστά στην έως τότε άγνωστη ευρύτερα ομορφιά αυτού του κυκλαδίτικου ηφαιστειογενούς νησιού και ορκίστηκαν επιτόπου ότι θα ταξιδέψουν εκεί με την πρώτη ευκαιρία και οπωσδήποτε μία φορά στη ζωή τους.

    Κατ’ αυτόν τον τρόπο, μέσω μιας γκρίζας διαφήμισης, την οποία ουδέποτε και ουδείς σχεδίασε επί τούτου, η Σαντορίνη αναδείχθηκε σε παγκόσμιο έρωτα ενός ατέρμονου καλοκαιριού. Στον ίδιο τόνο, αν και μόνο για το εγχώριο κοινό, στα 90s ο τραγουδοποιός και τραγουδιστής Χρήστος Κυριαζής έπλεξε τον διθύραμβο της Θήρας εστιάζοντας συγκεκριμένα στο Ημεροβίγλι και δημιουργώντας ένα κάποιο επιπλέον ρεύμα ενδιαφέροντος χάρη σε αυτό το ελληνικό hit. Οποιαδήποτε πινελιά γραφικότητας, όμως, δεν αρκεί για να κατασιγάσει τον προβληματισμό ορισμένων από τους πιο ευαίσθητους ντόπιους σχετικά με το πού οδεύει η Σαντορίνη.

    Η δικαίωση Καραμανλή

    Σε αυτό το πλαίσιο, ένας πολύπειρος αρχιτέκτων μοιράζεται με το «ΘΕΜΑ» τον προβληματισμό του για το μέλλον του νησιού του με κάτι σαν παραβολή: «Το 1956, αμέσως μετά τον καταστροφικό σεισμό, ήρθε στη Σαντορίνη ο τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Καθώς περιηγείται στα συντρίμμια, τον πλησιάζει μια γυναίκα και του λέει απελπισμένη: “Τι σεισμός ήταν αυτός; Μας τελείωσε. Πάει η Σαντορίνη”.

    Ο Καραμανλής της απάντησε σε πολύ αυστηρό τόνο, αλλά προφανώς με αγάπη: “Οχι καλή μου. Αυτό δεν ήταν σεισμός. Ηταν σασμός για το νησί σου”, εννοώντας ότι μέσα από τα ερείπια η Σαντορίνη θα γεννιόταν ξανά. Και έτσι θα γινόταν τα επόμενα χρόνια. Ο Καραμανλής δικαιώθηκε. Ομως, εάν έβλεπε σήμερα το πώς έχει γίνει η Σαντορίνη, με τις απίστευτες αυθαιρεσίες στη δόμηση, το όργιο κατασκευαστκών και πολεοδομικών παραβιάσεων, το θέατρο με τα δήθεν υπόσκαφα κ.λπ., πιστεύω ότι θα επαναλάμβανε τη φράση: “Η Ελλάδα είναι απέραντο φρενοκομείο”.

    Προσωπικά, αυτό που τρέμω είναι η στιγμή που ένας πολύ ισχυρός σεισμός θα φέρει στην επιφάνεια το βασικό πρόβλημα, αυτό της έλλειψης εδαφοτεχνικών μελετών. Ο νόμος δεν τις θεωρεί προαπαιτούμενες. Ετσι, ό,τι χτίζεται σήμερα στη Σαντορίνη είναι μεν αντισεισμικό, αλλά στα πολλά ρίχτερ το χειρότερο σενάριο είναι ότι τα κτίσματα θα αντέξουν αλλά θα υποχωρήσει το έδαφος από κάτω τους. Και έτσι θα πέσουν ακέραια κατρακυλώντας σαν κουτιά στον γκρεμό, καταλήγοντας στον βυθό της Καλντέρας».

    PhysioClinic

    Κοινοποίηση:

    Τελευταία Νέα

    Κοινοποίηση:

    Περισσότερα Άρθρα
    Σχετικα

    Εφυγε από τη ζωή ο Θόδωρος Χαριτόπουλος, δεξί χέρι του Κωνσταντίνου Καραμανλή

    Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 88 ετών, ο  Θεόδωρος...

    ΠΙΣΠΙΡΙΓΚΟΥ: Ξεσπάσματα και κλάματα στην 7η ημέρα της απολογίας της

    Η δίκη της Ρούλας Πισπιρίγκου συνεχίζεται με ένταση, καθώς...
    Best Shop