Ταμείο τον Οκτώβριο θα κάνει ο ελληνικός τουρισμός, σε μια σεζόν με αμφίσημα μηνύματα από δημοφιλείς προορισμούς. Τα τωρινά δεδομένα για τον κλάδο με άμεση οικονομική συνεισφορά το 2022 στο 11,5% του ΑΕΠ της χώρας -ενώ αν συνυπολογιστεί και η έμμεση συνεισφορά του αντιστοιχεί μεταξύ 25,3% και 30,5%- δείχνουν ότι ο τουρισμός το 2023 θα κλείσει για μία ακόμη χρονιά θετικά, πάνω ακόμη και από τις επιδόσεις του 2019. Κι αυτό παρά το υποτονικό ξεκίνημα από τον Μάιο και το γεγονός ότι οι ξένοι επισκέπτες της χώρας μας φέτος εμφανίζονται πιο σφιγμένοι, δαπανώντας λιγότερο -κατά κοινή ομολογία εμπόρων, επιχειρηματιών της εστίασης και ξενοδόχων– στους προορισμούς ανά την Ελλάδα, είτε πρόκειται για το Αιγαίο, σε Κυκλάδες, Κρήτη και Ρόδο, είτε για το Ιόνιο.
Αναθέρμανση κρατήσεων
«Η σεζόν θα είναι θετική, αν και δεν θα είναι… αποθεωτική, όπως μπορεί να αναμενόταν στις αρχές του 2023 λόγω των πολύ υψηλών, διψήφιων ποσοστών προκρατήσεων που ανακόπηκαν στη συνέχεια», δηλώνουν στο «ΘΕΜΑ» κορυφαίοι τουριστικοί παράγοντες, καθώς τις τελευταίες ημέρες καταγράφεται αναθέρμανση των κρατήσεων της τελευταίας στιγμής στα συστήματα των ξενοδοχείων ανά την Ελλάδα. Ακρίβεια και πληθωρισμός που πιέζουν τα εισοδήματα των Ευρωπαίων, ακριβότερη μετάβαση στους προορισμούς και επομένως μεγαλύτερος ανταγωνισμός από φθηνότερες αγορές -αλλά με ποιοτικές επιλογές 4 και 5 αστέρων-, όπως η γειτονική Τουρκία και η Αίγυπτος, είναι από τις βασικές αιτίες για το πιο υποτονικό ξεκίνημα της σεζόν 2023, χαμηλότερο των αρχικών, πολύ υψηλών προσδοκιών. Για την περίπτωση του πλέον premium προορισμού της χώρας, της Μυκόνου, η πτώση εστιάζει πιο πολύ στο λεγόμενο «value for money», τη σχέση δηλαδή προσφερόμενης υπηρεσίας/ τιμής, την οποία ακόμη και τα πολύ γερά πορτοφόλια επιζητούν και συνυπολογίζουν ιδιαίτερα σε ένα περιβάλλον έντονου ανταγωνισμού στους premium προορισμούς της Μεσογείου.
Στο ξεκίνημα του Ιουλίου, μπαίνοντας σταδιακά στην υψηλή σεζόν του 2023, το «ΘΕΜΑ» καταγράφει όλα τα δεδομένα από αεροπορικές, ακτοπλοϊκές, ξενοδοχεία, αλλά και τα λεγόμενα Airbnb, πέραν φυσικά και των επίσημων στοιχείων από την Τράπεζα της Ελλάδος για το πρώτο τετράμηνο του έτους, που αν και πιο «αδύναμο», λόγω εποχικότητας, παραπέμπει σε άνοδο έναντι του 2019: σύμφωνα με την ΤτΕ, το διάστημα Ιανουαρίου – Απριλίου 2023 oι ταξιδιωτικές εισπράξεις αυξήθηκαν κατά 15% έναντι του 2019 (1,49 δισ. ευρώ από 1,29 δισ. ευρώ), ενώ μόνο για τον Απρίλιο η αύξηση ήταν 42% (761 εκατ. από 543 εκατ. ευρώ). Στην πρώτη κανονική χρονιά μετά την πανδημία, το 2023, ο πλέον καθοριστικός παράγοντας είναι το πόσα τελικά θα ξοδέψουν οι Ευρωπαίοι για τις διακοπές τους, ενώ ο πλέον κερδισμένος προορισμός της χώρας αναδεικνύεται η Αθήνα, έχοντας ανακάμψει πλήρως μετά την πανδημία και διανύοντας την καλύτερή της χρονιά.
5,3 εκατ. αφίξεις
Στο μέτωπο των αεροπορικών, και με το δεδομένο ότι η Ελλάδα δέχεται τον μεγαλύτερο όγκο των ξένων επισκεπτών της από αέρος (67% των αφίξεων των ξένων τουριστών πραγματοποιείται την περίοδο του Ιουλίου – Σεπτεμβρίου), εισιτήρια και κρατήσεις κινούνται σταθερά ανοδικά ήδη από τις αρχές του έτους σε σύγκριση τόσο με το 2022 όσο και το 2019. Eίναι χαρακτηριστικό ότι με βάση τα στοιχεία που επεξεργάστηκε το Ινστιτούτο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (INSETE) από τα κυριότερα αεροδρόμια της χώρας, οι διεθνείς αεροπορικές αφίξεις στο πρώτο πεντάμηνο του 2023 ανήλθαν στα 5,3 εκατομμύρια, με μεγάλη άνοδο 9,6% έναντι του 2019, αν και η εικόνα δεν είναι ενιαία στους προορισμούς: άνοδο σημειώνουν προορισμοί με μεγάλους όγκους επισκεπτών, όπως η Κρήτη με 871.000 διεθνείς αφίξεις (+9,2%), τα Δωδεκάνησα με 675.000 (+14,4%) και τα Ιόνια με 471.000 (+7,9%), ενώ μείωση 9,1% καταγράφεται στις Κυκλάδες και στην Πελοπόννησο κατά 5%. Ειδικότερα στους δύο premium προορισμούς της χώρας, στη Μύκονο η συνολική επιβατική κίνηση με 204.000 επιβάτες (αφίξεις και αναχωρήσεις) είναι πτωτική κατά 5,7% έναντι του α’ πενταμήνου πέρυσι, με την κίνηση -ειδικά του εξωτερικού- να είναι μειωμένη κατά 20,4%.
Σε σύγκριση με το πρώτο πεντάμηνο του 2019, το ποσοστό πτώσης της συνολικής κίνησης είναι στο -10,1% και ακόμη μεγαλύτερο, στο -24,3%, για τη διεθνή κίνηση. Η Σαντορίνη, με 566.000 επιβάτες φέτος στο πρώτο πεντάμηνο, καταγράφει αύξηση σε σχέση τόσο με το 2019 όσο και με το 2022 που ήταν χρονιά-ρεκόρ για το νησί (πάνω ακόμη και από το 2019). Ωστόσο καμπανάκι προκύπτει μεμονωμένα από τη διεθνή κίνηση των 214.000 ξένων επισκεπτών του Μαΐου, που ήταν μειωμένη κατά 3,7% έναντι του ρεκόρ του περσινού αντίστοιχου μήνα. Αυτό αποτελεί και το μελανό σημείο για τον δεύτερο premium προορισμό της χώρας, που όμως, συνολικά, λόγω της αύξησης στην κίνηση εσωτερικού σημείωσε άνοδο 16,6% έναντι του α’ πενταμήνου του 2022.
Η συνέχεια για τις αφίξεις από αέρος για το καλοκαίρι ανά την Ελλάδα είναι παραπάνω από θετική, με πολύ υψηλές μέσες πληρότητες αυτή τη στιγμή στα αεροσκάφη φτάνοντας, κατά πληροφορίες, ακόμη και το πολύ υψηλό 88%. Ενδεικτικά, η μεγαλύτερη εγχώρια αεροπορική, η Aegean, καταγράφει διψήφιο ποσοστό ανόδου της κίνησης εξωτερικού με +12% έναντι του 2019. Αντίστοιχα, εικόνα ανόδου καταγράφεται και στην έτερη εγχώρια αεροπορική, τη Sky Express, η οποία έχει διευρύνει φέτος και συνεχίζει να διευρύνει τις συνδέσεις εξωτερικού. Συνολικά και με βάση τα στοιχεία, έως τις 27 Ιουνίου ο αριθμός των διαθέσιμων αεροπορικών θέσεων για πτήσεις από το εξωτερικό έως και τον Οκτώβριο, με βάση το θερινό πρόγραμμα των εταιρειών στην Ελλάδα, ξεπερνά πλέον τα 25 εκατομμύρια, αυξημένος κατά 5,2% έναντι της θερινής περιόδου του 2022, που ήταν και η καλύτερη χρονιά από πλευράς προσφοράς.
Από την άλλη πλευρά, η μέχρι σήμερα κίνηση που καταγράφουν οι αεροπορικές και τα αεροδρόμια δεν συνάδει με τις διαπιστώσεις των επιχειρηματιών στους προορισμούς ότι «δεν κυκλοφορούν τόσο οι τουρίστες» και τα παράπονα των εμπόρων που κάνουν λόγο φέτος «για χαμηλούς τζίρους, κάτω του αναμενομένου». Μια εξήγηση που δίνεται τώρα, πέραν των κακών καιρικών συνθηκών, που δεν ευνόησαν την κίνηση ειδικά για τον Μάιο και το πρώτο διάστημα του Ιουνίου, έχει να κάνει ενδεχομένως με τη μικρότερη διάρκεια παραμονής στους προορισμούς και τη διάθεση για χαμηλότερες δαπάνες από τους Ευρωπαίους, που αποτελούν και τη βασική δεξαμενή εισερχόμενου τουρισμού για την Ελλάδα.
Λιμάνια και αεροδρόμια
Πάντως οι αεροπορικές, παρά τη δεδομένη άνοδο των τιμών των εισιτηρίων πανευρωπαϊκά, έχουν καταφέρει να κερδίσουν το κοινό με προσφορές και εκπτώσεις-αστραπή (flash sales) από τις αρχές του χρόνου και ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Την ίδια στιγμή, τα στοιχεία από τις ακτοπλοϊκές, όπου επίσης οι τιμές των εισιτηρίων έχουν πάρει την ανιούσα, δείχνουν άνοδο μεν έναντι του 2019, αλλά χαμηλότερη σε σύγκριση με τα αεροδρόμια. Μια ερμηνεία που δίνεται εν προκειμένω είναι ότι το κοινό σπεύδει να αξιοποιήσει σε πολλές περιπτώσεις τις εκπτώσεις από τις αεροπορικές για τη μετάβασή του στους νησιωτικούς προορισμούς.
Ετσι, σύμφωνα με πηγές από ακτοπλοϊκές, στο πεντάμηνο του 2023 γενικότερα η κίνηση σε Αιγαίο και Ιόνιο είναι αυξημένη κατά 3% έναντι του 2019 και κοντά στο 20% έναντι της περσινής χρονιάς (αν και δεν είναι ενδεικτική η σύγκριση με πέρυσι λόγω περιορισμών της πανδημίας που ίσχυαν το 2022), με τις Κυκλάδες στα ίδια επίπεδα έναντι του 2019 και μια μικρή αύξηση στα Ι.Χ., με πτώση 15% στα Δωδεκάνησα, 10% στην Κρήτη, 25% στο Βόρειο Αιγαίο και αύξηση 12% στον Αργοσαρωνικό και 20% στις Σποράδες.
Σε χαμηλότερα επίπεδα σε σύγκριση με αυτά προ πανδημίας εξακολουθεί να κινείται ο οδικός τουρισμός, ο οποίος, κατά τις εκτιμήσεις, είναι αμφίβολο αν θα ανακάμψει για το υπόλοιπο της σεζόν, με δεδομένη την ακρίβεια και τη σαφώς χαμηλότερη αγοραστική δύναμη των γειτόνων σε μια περίοδο όπου ακόμη και οι επισκέπτες από τη Δυτική Ευρώπη πιέζονται εισοδηματικά. Οι διεθνείς οδικές αφίξεις, με βάση τα στοιχεία από τους μεθοριακούς σταθμούς, την περίοδο Ιανουαρίου – Μαΐου 2023 φτάνουν τα 2,3 εκατομμύρια, με αύξηση 52,9% έναντι του πενταμήνου του 2022 (που ήταν κακή χρονιά για τον οδικό τουρισμό λόγω πανδημίας), μειωμένες όμως κατά 17% έναντι του πενταμήνου του 2019. Το γεγονός αποδίδεται και στην οικονομική στενότητα λόγω ακρίβειας και πληθωρισμού στις τσέπες των γειτόνων από τα Βαλκάνια και τη Ανατολική Ευρώπη, οι οποίοι πάντως, ούτως ή άλλως, δεν κατατάσσονται στις κατηγορίες των ξένων επισκεπτών της χώρας μας που ξοδεύουν τα περισσότερα. Μάλιστα η πτώση του οδικού τουρισμού πέρυσι ήταν ένας από τους βασικούς λόγους για την άνοδο της μέσης τουριστικής δαπάνης στη χώρα μας, αφού αυξήθηκε το μερίδιο των λοιπών τουριστών από πιο «ακριβές» αγορές.
Τη φόρα από το 2022, που ήταν μια εξαιρετική χρονιά για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις στη χώρα μας, διατηρούν τα Airbnb που, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία από την AirDNA, καταγράφουν τη μεγαλύτερη αύξηση της ζήτησης ανάμεσα στις 20 κορυφαίες ευρωπαϊκές αγορές: «Στην Ελλάδα καταγράφεται το μεγαλύτερο χάσμα μεταξύ ζήτησης και προσφοράς φέτος έναντι του 2019», αναφέρεται στην τελευταία ανάλυση της γνωστής διεθνούς εταιρείας που επεξεργάζεται εκατομμύρια δεδομένα ενοικιάσεων κατοικιών σε όλο τον κόσμο από τις μεγάλες πλατφόρμες των Airbnb και VRBO. Η αύξηση της ζήτησης για βραχυχρόνιες μισθώσεις φέτος στη χώρα μας είναι πέντε φορές μεγαλύτερη έναντι της προσφοράς με βάση τα στοιχεία του Μαΐου και ακολουθεί δεύτερη η Γαλλία με σχεδόν τριπλάσια αύξηση της ζήτησης έναντι της προσφοράς από το 2019.
Με βάση τα ίδια στοιχεία, οι μέσες ημερήσιες τιμές ανέρχονται τώρα σε 214 ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 15,6% σε σχέση με πέρυσι, με τη χώρα μας να σημειώνει τη μεγαλύτερη αύξηση ως προς το μερίδιο των ξένων έναντι των Ελλήνων που επιλέγουν βραχυχρόνιες μισθώσεις – από 84,5% το 2019 σε 90%. Οσον αφορά τη ζήτηση τους καλοκαιρινούς μήνες στην Ελλάδα, ο Ιούνιος, ο Ιούλιος και ο Αύγουστος σημειώνουν αύξηση 16%, 17% και 23% αντίστοιχα από πέρυσι, ενώ το φθινόπωρο συνεχίζει να σπάει ρεκόρ με 56% περισσότερες διανυκτερεύσεις για τον Σεπτέμβριο και 45% για Οκτώβριο σε σχέση με τους αντίστοιχους μήνες του 2022.
Η εικόνα των ξενοδόχων
Η άνοδος των Airbnb, που αποτελούν πλέον βασικό κομμάτι του τουριστικού προϊόντος της χώρας με σχεδόν 15% επί της συνολικής τουριστικής δαπάνης, φαίνεται ότι είναι και μία από τις βασικές αιτίες για την υστέρηση στις πληρότητες των ξενοδόχων. Του λόγου το αληθές επιβεβαιώνει και η Ενωση Ξενοδόχων Αθηνών – Αττικής & Αργοσαρωνικού που καταγράφει μείωση πληροτήτων φέτος στην Αθήνα έναντι του 2019. «Η εικόνα της τουριστικής κίνησης στο λεκανοπέδιο της Αττικής και ιδιαίτερα η κίνηση που καταγράφεται στο αεροδρόμιο αλλά και στους δρόμους της Αθήνας και στο λιμάνι του Πειραιά δίνει σε όλους μας την αίσθηση πως στην Αθήνα… δεν πέφτει καρφίτσα», αναφέρουν χαρακτηριστικά οι ξενοδόχοι της πρωτεύουσας.
Με βάση τα στοιχεία που συγκεντρώνονται με τη συνεργασία της εξειδικευμένης εταιρείας συμβούλων GBR Consulting, η μέση πληρότητα για τα ξενοδοχεία της Αθήνας στο α’ πεντάμηνο 2023 διαμορφώνεται στο 68,9% με αύξηση κατά 31,3% έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2022 και μείωση κατά 4% έναντι του α’ πενταμήνου 2019. Πάντως, η ανάκαμψη του προορισμού προκύπτει σαφώς από τη μέση πληρότητα του Μαΐου 2023, στο 88,5% (σ.σ.: ο οποίος Μάιος θεωρείται παραδοσιακά μήνας αιχμής για τα ξενοδοχεία της Αθήνας), βελτιωμένος έναντι του Μαΐου 2022 (82%) και οριακά αυξημένα επίπεδα έναντι 2019 (88,2%). Κι αυτό, παρά το γεγονός της αυξημένης προσφοράς κλινών στην πόλη. Την ίδια στιγμή, στο «Ελευθέριος Βενιζέλος» η επιβατική κίνηση ήδη έχει ξεπεράσει τα νούμερα του 2019, με άνοδο άνω του 5% από τις αρχές του έτους και διψήφιο ποσοστό την περίοδο Μαΐου – Ιουνίου, ενώ μόνο η Aegean κατέγραψε αύξηση 12% στην κίνηση εξωτερικού στο πεντάμηνο έναντι του 2019.
Την ανάκαμψη της πρωτεύουσας με θετικές επιδόσεις ακολουθεί και η Θεσσαλονίκη. Σε σχέση με τις πληρότητες στους λοιπούς προορισμούς, ένα στοιχείο που αναφέρεται τώρα έχει να κάνει και με το γεγονός ότι αρκετοί ξενοδόχοι, λαμβάνοντας υπόψη την πολύ υψηλή ζήτηση το καλοκαίρι του 2022, άφησαν εκτός των προκρατήσεων του φετινού χειμώνα περισσότερα ελεύθερα δωμάτια, με σκοπό να τα διαθέσουν αργότερα με υψηλότερες τιμές, αναμένοντας αντίστοιχα υψηλή ζήτηση με το 2022. Ωστόσο, το φρένο που καταγράφηκε στη ροή νέων κρατήσεων μετά το Πάσχα, λόγω ακρίβειας, σε συνδυασμό με τις κακές καιρικές συνθήκες κράτησαν χαμηλά τις πληρότητες, με αποτέλεσμα η αγορά τώρα σταδιακά να αυτορρυθμίζεται, με κάποια ξενοδοχεία σε προορισμούς όπως η Κρήτη να έχουν ρίξει κατά τι τις τιμές.