Γερμανοί, Γάλλοι, Ιταλοί αλλά και Αμερικανοί ήταν, ανάμεσα στις μεγάλες αγορές εισερχόμενου τουρισμού για την Ελλάδα, αυτοί που ξόδεψαν λιγότερα φέτος στους ελληνικούς προορισμούς στην «καρδιά» του καλοκαιριού επηρεάζοντας τελικά τις τουριστικές εισπράξεις και αίροντας για πρώτη φορά μετά την πανδημία το σερί ανόδου και μάλιστα στον έναν από τους δύο θερμότερους μήνες της υψηλής σεζόν.
Κι αν τα επίσημα στοιχεία που ανακοινώθηκαν χθες από την Τράπεζα της Ελλάδος έδειξαν άνοδο στο επτάμηνο κατά 577,5 εκατ. ευρώ, ή 5,6%, έναντι του αντίστοιχου 7μήνου του 2023, αγγίζοντας τα 11 δισ. ευρώ (10,95 δισ. ευρώ για την ακρίβεια) η πορεία του μηνός Ιουλίου με την πτώση κατά 4,2%, στα 4,03 δισ. ευρώ είναι δεδομένο ότι δημιουργεί προβληματισμό. Πρόσθετη παράμετρος, το γεγονός ότι η πτώση αφορά μεγάλες ξένες αγορές για τη χώρα, πλην της βρετανικής αγοράς η οποία συνέχισε ανοδικά.
Πτώση καταγράφεται και στη Μέση Δαπάνη ανά Ταξίδι τόσο σε επίπεδο επταμήνου όσο και για το μήνα Ιούλιο: Ειδικότερα, η Μέση Δαπάνη ανά Ταξίδι την περίοδο Ιανουαρίου- Ιουλίου μειώθηκε κατά 5,7% στα 584 ευρώ φέτος από τα 619 ευρώ το επτάμηνο του 2023 και 632 ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2022. Μόνο για το μήνα Ιούλιο η μείωση ήταν μεγαλύτερη, κατά 9,1%, φτάνοντας τα 608 ευρώ από τα 669 ευρώ του πολύ καλύτερου Ιουλίου του 2023 και 671 ευρώ του Ιουλίου του 2022.
Σταθερή αξία και φέτος για τον ελληνικό τουρισμό παραμένουν οι Βρετανοί -η δεύτερη αγορά εισερχόμενου τουρισμού για την Ελλάδα μετά τη γερμανική- που τείνουν φέτος στο επτάμηνο να φτάσουν σε εισπράξεις τη Γερμανία: Οι ταξιδιωτικές εισπράξεις από το Ηνωμένο Βασίλειο την περίοδο Ιανουαρίου- Ιουλίου αυξήθηκαν πάνω από 11% στα 1,73 δισ. ευρώ, με οριακή άνοδο ειδικά τον Ιούλιο στα 720 εκατ. ευρώ (1,2%), ενώ άνοδο επίσης κατέγραψαν οι αφίξεις φτάνοντας στο επτάμηνο του 2024 τα 2,27 εκατ. (+8,1%).
Πρόσθετος προβληματισμός
Ακριβώς το γεγονός ότι η πτώση και η κόπωση μέσα στον Ιούλιο προέρχεται από τις μεγάλες αγορές για τη χώρα μας δημιουργεί πρόσθετο προβληματισμό σε μία συγκυρία όπου ο κλάδος είναι στα «κάγκελα» λόγω των πρόσφατων κυβερνητικών ανακοινώσεων για την επικείμενη αύξηση στο τέλος ανθεκτικότητας για την κλιματική αλλαγή αλλά και την επιβολή τέλους στην κρουαζιέρα. Οι κυβερνητικές εξαγγελίες μάλιστα προκάλεσαν τις αντιδράσεις της Γερμανικής Ταξιδιωτικής Ένωσης DRV, της οποίας τα μέλη πραγματοποιούν το μεγαλύτερο κομμάτι των πωλήσεων στην αγορά ταξιδιωτικών πρακτόρων και tour operators. Η τελευταία απηύθυνε μάλιστα και σχετική επιστολή προς την υπουργό Τουρισμού Ολγα Κεφαλογιάννη κι επισημαίνει ότι οι αυξήσεις που ανακοινώθηκαν θα εφαρμοστούν πολύ γρήγορα και χωρίς προηγούμενη έγκαιρη προειδοποίηση, τονίζοντας ότι η γερμανική αγορά είναι πολύ ευαίσθητη στις διακυμάνσεις των τιμών.
Οι επικείμενες αυξήσεις θα αποτελέσουν «τεράστιο, πρόσθετο βάρος για τους τουριστικούς πράκτορες στη Γερμανία» και στις περισσότερες περιπτώσεις, «θα πρέπει να επωμιστούν το επιπλέον κόστος για τις υπάρχουσες κρατήσεις». Η DRV εκφράζει φόβους ότι η υπερβολική αύξηση της τιμής του τουριστικού «πακέτου» στην Ελλάδα θα μπορούσε να λειτουργήσει αποτρεπτικά για το ταξιδιωτικό κοινό στη Γερμανία να προχωρήσουν μελλοντικά σε κρατήσεις σε ελληνικούς προορισμούς. «Η Ελλάδα είναι και αυτό το καλοκαίρι ένας από τους πιο δημοφιλείς προορισμούς για τους Γερμανούς», επισημαίνει η ηγεσία της DRV υπό τον κ. Norbert Fiebig και αυτή η επιτυχία δεν θα πρέπει, σύμφωνα με τη γερμανική τουριστική βιομηχανία, να τεθεί σε κίνδυνο.