Την ταχύτερη του αναμενομένου μείωση των επιτοκίων τους προανήγγειλαν οι τέσσερις συστημικά σημαντικές τράπεζες, που παρουσίασαν τα αποτελέσματά τους τις πρώτες ημέρες του Νοεμβρίου.
Η Εθνική Τράπεζα ανέφερε ότι η χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ κινείται με γρήγορους ρυθμούς, γεγονός που φέρνει και αλλαγές στα επιχειρηματικά πλάνα των τραπεζών για το 2025.
Οπως φαίνεται και από τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, από την αρχή της μείωσης των επιτοκίων της ΕΚΤ μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου, τα επιτόκια δανεισμού των τραπεζών έχουν μειωθεί, όμως με ρυθμό σαφώς αργότερο από το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ.
Το επιτοκιακό περιθώριο, δηλαδή η διαφορά μεταξύ επιτοκίων δανείων και καταθέσεων, έχει μειωθεί κατά περίπου 15 μονάδες βάσης (0,15%).
Η μείωση αυτή αναμένεται να συνεχιστεί με μεγαλύτερο ρυθμό κατά το επόμενο διάστημα, αν και οι πιθανές συνέπειες της εκλογής Τραμπ στην ευρωπαϊκή οικονομία ενδέχεται να επηρεάσουν τις αποφάσεις της ΕΚΤ σχετικά με τη νομισματική πολιτική.
Οι τόκοι φέρνουν κέρδη.
Παρά τη μείωση των επιτοκίων, όμως, οι τράπεζες είδαν τα έσοδά τους από τόκους να παραμένουν στα ίδια επίπεδα ή ακόμα και να αυξάνονται κατά το γ’ τρίμηνο του 2024 σε τριμηνιαία βάση. Οι τόκοι αποτελούν, βεβαίως, και την κύρια δύναμη της υψηλής τους κερδοφορίας.
Παράλληλα, οι προβλέψεις τους για το υπόλοιπο του έτους και το 2025 δείχνουν πως η θετική συνολικά πορεία στα έσοδα από τόκους θα συνεχιστεί προς την ίδια κατεύθυνση.
Αναλυτικότερα:
Α) Τα έσοδα της Eurobank από τόκους διαμορφώθηκαν σε 698 εκατ. ευρώ το γ’ τρίμηνο, καταγράφοντας αύξηση 24% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.
Β) Τα αντίστοιχα της Πειραιώς έκλεισαν το τρίμηνο στα 530 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 2 εκατ. σε σύγκριση με το β’ τρίμηνο.
Γ) Αυτά της Εθνικής έφτασαν τα 539 εκατ. ευρώ, μένοντας σταθερά σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.
Δ) Τα έσοδα της Alpha Bank από τόκους διαμορφώθηκαν στα 410 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας οριακή μείωση σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.
Αυτό που περιμένουν οι τράπεζες από το επόμενο χρονικό διάστημα είναι λοιπόν η αύξηση της ζήτησης δανείων, η οποία θεωρείται δεδομένη τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τα «δύσκολα» στεγαστικά δάνεια, που εκταμιεύονται από τις τράπεζες με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς τα τελευταία χρόνια.
Η ζήτησή τους αναμένεται να αυξηθεί με το πρόγραμμα «Σπίτι μου ΙΙ» της κυβέρνησης, που θα καλύπτει από 50% έως 75% των τόκων.
Επιπλέον, σύμφωνα με όσα είπαν οι επικεφαλής των τραπεζών στην ανάλυση των αποτελεσμάτων σε στελέχη της αγοράς, υπάρχουν αρκετά χρηματοδοτούμενα από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας έργα που έχουν ήδη λάβει εγκρίσεις, με την εκταμίευση των δανείων να υπολογίζεται μέσα στο 2025, μεγεθύνοντας έτσι τα χαρτοφυλάκια των τραπεζών, άρα και τα έσοδά τους.
Αλλωστε, οι εκτιμώμενες αρκετά ισχυρές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας, με προβλέψεις για ανάπτυξη πέριξ του 2,5% για το 2024 και το 2025, δημιουργούν αισιοδοξία στις τράπεζες για περαιτέρω αύξηση της ζήτησης. Ετσι, η Eurobank αναμένει αύξηση του χαρτοφυλακίου δανείων της κατά 3,5 δισ. ευρώ για το 2024, δηλαδή 1 δισ. υψηλότερα από την αρχική πρόβλεψη.
Μεγαλύτερα μερίσματα.
Τα θετικά μηνύματα σχετικά με την αύξηση των δανείων και τη διατήρηση της κερδοφορίας των τραπεζών σε υψηλά επίπεδα χάρη στα έσοδα που τους αποφέρουν οι τόκοι αναμένεται να φέρουν χαμόγελα και στους μετόχους των τραπεζών.
Και οι τέσσερις μεγάλες τράπεζες γνωστοποίησαν πως τα μερίσματα που θα διανείμουν το ερχόμενο καλοκαίρι από τα κέρδη του 2024 θα είναι υψηλότερα από αυτά που υπολόγιζαν μέχρι πρότινος.
Μάλιστα, όπως ανακοίνωσαν, τα κέρδη του 2024 θα μοιραστούν στους μετόχους τόσο με τη μορφή μερίσματος σε μετρητά, όσο και μέσω της επαναγοράς ιδίων μετοχών.
Ετσι, η Eurobank ανέβασε τον πήχη για το μέρισμα από το 40% στο 50% των καθαρών κερδών της, ενώ την ίδια απόφαση πήρε και η Εθνική.
Η Πειραιώς από τη μεριά της θα διανείμει το 35% των καθαρών της κερδών για το 2024, έναντι 25% που προβλεπόταν προηγουμένως, και το 50% για τη χρήση του 2025.
Τέλος, η Alpha Bank, που ανακοίνωσε χθες το πρωί προσαρμοσμένα κέρδη μετά τους φόρους 665,8 εκατ. ευρώ στο εννεάμηνο και 228,7 εκατ. ευρώ στο γ’ τρίμηνο, ήταν και η μόνη τράπεζα που επέστρεψε αξία στους μετόχους μέσω μερίσματος και επαναγοράς μετοχών για το 2023.
Το ίδιο αναμένεται να επαναλάβει για τη χρήση του 2024, με το ποσοστό των κερδών που θα διανεμηθεί να ανέρχεται σε 35% βάσει των τελευταίων στόχων στα τέλη του β’ τριμήνου.