HUNCTAD, η υπηρεσία εμπορίου και ανάπτυξης του ΟΗΕ, υποβάθμισε την πρόβλεψη για την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη για το 2022 σε 2,6% από 3,6% λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και των αλλαγών στις μακροοικονομικές πολιτικές που έγιναν από τις χώρες τους τελευταίους μήνες.
Όπως αναφέρεται σε έκθεσή της για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη που δημοσιεύθηκε στις 24 Μαρτίου, η UNCTAD αναφέρει ότι ενώ η Ρωσία θα βιώσει βαθιά ύφεση φέτος, αναμένεται σημαντική επιβράδυνση της ανάπτυξης σε μέρη της Δυτικής Ευρώπης και της Κεντρικής, Νότιας και Νοτιοανατολικής Ασίας.
Πιο αυστηρή νομισματική πολιτική
Επισημαίνει μάλιστα, ότι ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία είναι πιθανό να ενισχύσει την τάση νομισματικής σύσφιξης στις προηγμένες χώρες μετά από παρόμοιες κινήσεις που ξεκίνησαν στα τέλη του 2021 σε αρκετές αναπτυσσόμενες χώρες λόγω πληθωριστικών πιέσεων, με περικοπές δαπανών να αναμένονται επίσης στους προσεχείς προϋπολογισμούς.
Ανησυχίες
Οι συντάκτες τις έκθεσης εκφράζουν την ανησυχία ότι ένας συνδυασμός αποδυνάμωσης της παγκόσμιας ζήτησης, ανεπαρκούς συντονισμού των πολιτικών σε διεθνές επίπεδο και αυξημένων επιπέδων χρέους από την πανδημία, θα δημιουργήσει χρηματοοικονομικά κύματα που μπορεί να ωθήσουν ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες σε μια καθοδική σπείρα αφερεγγυότητας, ύφεσης και διακοπής της ανάπτυξης.
«Οι οικονομικές επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία θα επιδεινώσουν τη συνεχιζόμενη οικονομική επιβράδυνση παγκοσμίως και θα αποδυναμώσουν την ανάκαμψη από την πανδημία της COVID-19», δήλωσε χαρακτηριστικά η Γενική Γραμματέας της UNCTAD, Ρεμπέκα Γκρίνσπαν.
Και πρόσθεσε: «Πολλές αναπτυσσόμενες χώρες αγωνίστηκαν σκληρά για να ανακάμψουν από την COVID-19 και τώρα αντιμετωπίζουν ισχυρούς αντίθετους ανέμους από τον πόλεμο. Είτε αυτό οδηγεί σε αναταραχή είτε όχι, ένα βαθύ κοινωνικό στρες ήδη εξαπλώνεται».
Περιορισμοί στη ανάπτυξη
Η έκθεση τονίζει ότι ακόμη και χωρίς διαρκείς αναταραχές στις χρηματοπιστωτικές αγορές, οι αναπτυσσόμενες οικονομίες θα αντιμετωπίσουν σοβαρούς περιορισμούς στην ανάπτυξη. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, τα αποθέματα δημόσιου και ιδιωτικού χρέους τους έχουν αυξηθεί.
Αύξηση τιμών και αστάθεια συναλλαγματικών ισοτιμιών
Τονίζεται επίσης, ότι ο πόλεμος έχει ασκήσει περαιτέρω ανοδική πίεση στις διεθνείς τιμές της ενέργειας και των πρωτογενών εμπορευμάτων, επιβαρύνοντας τους προϋπολογισμούς των νοικοκυριών και προσθέτοντας στο κόστος παραγωγής, ενώ οι διαταραχές στο εμπόριο και οι επιπτώσεις των κυρώσεων είναι πιθανό να έχουν πολύ δυσμενές αποτέλεσμα στις μακροπρόθεσμες επενδύσεις.
Καθώς οι διαταραχές που προκλήθηκαν από την πανδημία φαινόταν να υποχωρούν, η γεωπολιτική κρίση έχει προκαλέσει πλήγμα στην εμπιστοσύνη στο εσωτερικό. «Η πρόσθετη πίεση των αυξήσεων των τιμών εντείνει τις εκκλήσεις για μια πολιτική απάντηση από τις προηγμένες οικονομίες, συμπεριλαμβανομένου του δημοσιονομικού μετώπου, απειλώντας με μεγαλύτερη από την αναμενόμενη επιβράδυνση της ανάπτυξης», αναφέρει η έκθεση της UNCTAD.
Τρόφιμα και καύσιμα
Η άνοδος των τιμών των τροφίμων και των καυσίμων θα έχει άμεσο αντίκτυπο στους πιο ευάλωτους στις αναπτυσσόμενες χώρες, με αποτέλεσμα την πείνα και τις κακουχίες για τα νοικοκυριά που ξοδεύουν το μεγαλύτερο μερίδιο του εισοδήματός τους σε τρόφιμα. Αλλά η απώλεια της αγοραστικής δύναμης και οι πραγματικές δαπάνες θα γίνουν τελικά αισθητές σε όλους.
«Ο κίνδυνος για πολλές από τις αναπτυσσόμενες χώρες που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές τροφίμων και καυσίμων είναι πιο βαθύς καθώς οι υψηλότερες τιμές απειλούν τα προς το ζην, αποθαρρύνουν τις επενδύσεις και αυξάνουν το φάσμα των διευρυνόμενων εμπορικών ελλειμμάτων», αναφέρει η έκθεση.
Κλυδωνισμοί στις αγορές
Οι αναλυτές αναφέρουν επίσης, ότι επιπλέον ανησυχία, προκαλούν οι αβεβαιότητες που δημιουργεί ο πόλεμος σε βασικές διεθνείς αγορές: ένα περιβάλλον ασταθών ροών κεφαλαίων, αστάθεια συναλλαγματικών ισοτιμιών και αυξανόμενο κόστος δανεισμού, ιδιαίτερα για τις λιγότερο ανεπτυγμένες και μεσαίου εισοδήματος αναπτυσσόμενες χώρες, με τον κίνδυνο σοβαρές δυσκολίες πληρωμής εξωτερικού χρέους.
Οι αυξήσεις των επιτοκίων στις προηγμένες οικονομίες, παράλληλα με τις άτακτες κινήσεις στις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές, θα μπορούσαν, προειδοποιεί η έκθεση, να αποδειχθούν ένας καταστροφικός συνδυασμός για τις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Η αστάθεια στις αγορές εμπορευμάτων, συναλλάγματος και ομολόγων, καθώς οι επενδυτές αναζητούν ασφαλή καταφύγια, έχουν ήδη προκαλέσει φυγή κεφαλαίων μαζί με υψηλότερα ασφάλιστρα κινδύνου για τις χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις των αναπτυσσόμενων οικονομιών.
Οι πιέσεις στα ομόλογα
Οι αποδόσεις των ομολόγων των αναπτυσσόμενων χωρών βρίσκονται σε άνοδο από τον Σεπτέμβριο του 2021. Η αύξηση είναι ευρέως διαδεδομένη και αποτελεί σαφές μήνυμα για αυστηρότερες χρηματοοικονομικές συνθήκες. Από το ξέσπασμα της σύγκρουσης στην Ουκρανία, οι αποδόσεις αυξήθηκαν για τις αναπτυσσόμενες χώρες κατά 36 επιπλέον μονάδες βάσης, κατά μέσο όρο, με τις χώρες που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές τροφίμων να παρουσιάζουν υψηλότερες αυξήσεις.
Η έκθεση προειδοποιεί ότι οι παραδοσιακοί χρηματοοικονομικοί δείκτες, όπως οι θέσεις του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και τα συναλλαγματικά διαθέσιμα, δεν δίνουν πλήρη εικόνα της ευπάθειας στις μεταβαλλόμενες εξωτερικές χρηματοοικονομικές συνθήκες. Τα μέτρα χρηματοπιστωτικής ολοκλήρωσης αποτελούν καλύτερο μέτρο, καθώς πολλές μεγάλες αναπτυσσόμενες οικονομίες είναι ευάλωτες σε ξαφνικές ανατροπές στις χρηματοοικονομικές ροές.
Η έκθεση επισημαίνει τις βραχυπρόθεσμες ανάγκες εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους ως αυξανόμενη ανησυχία. Οι αναπτυσσόμενες χώρες προβλέπεται να απαιτήσουν 310 δισεκατομμύρια δολάρια για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις εξυπηρέτησης του εξωτερικού δημόσιου χρέους το 2022 – που ισοδυναμεί με το 9,2% του υπολοίπου του εξωτερικού δημόσιου χρέους στα τέλη του 2020.
Οι πολιτικές σε προηγμένες οικονομίες οδηγούν σε οικονομική επιβράδυνση
Σύμφωνα με την έκθεση, οι κύριες προηγμένες οικονομίες πρόκειται να αντιστρέψουν τα ερεθίσματα που επιβλήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, με αυστηροποίηση των επιτοκίων, χαλάρωση των αγορών περιουσιακών στοιχείων της κεντρικής τράπεζας και τερματισμό προγραμμάτων άδειας, μεταφορών και υποστήριξης σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Η έκθεση προειδοποιεί ότι αυτές οι αλλαγές θα αποδυναμώσουν την παγκόσμια ζήτηση και θα περιορίσουν την ανάπτυξη, με τις επενδύσεις να έχουν ήδη σταματήσει σε ορισμένες χώρες. Η απειλή μιας πιο απότομης πτώσης των επενδύσεων και της ανάπτυξης δεν μπορεί να αποκλειστεί εάν τα επιτόκια αυξηθούν πολύ γρήγορα και η κλιματική πρόκληση «ξεφύγει από τα πρωτοσέλιδα των ειδήσεων». Αυτή είναι η λανθασμένη πολιτική τάση τη λάθος στιγμή.
Η έκθεση σημειώνει ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες, που έχουν επιβαρυνθεί με μεγαλύτερο κόστος για να αντιμετωπίσουν την πανδημία, αντιμετωπίζουν πρόσθετους περιορισμούς στη ζήτηση και στις υποχρεώσεις του ισοζυγίου πληρωμών ως αποτέλεσμα της πρόσφατης αλλαγής πολιτικής στις προηγμένες οικονομίες.