Σε προσωπικό της σημείωμα, που κοινοποίησε μέσω των social media, κατηγόρησε τον διεθνή ειδησεογραφικό οργανισμό ότι αναπαράγει «ψευδείς ισραηλινές αφηγήσεις», τις οποίες χαρακτήρισε «προδοσία των δημοσιογράφων», ενώ μίλησε για ντροπή και θλίψη, που την συνοδεύουν στη δημοσιογραφική της ιδιότητα.
«Είναι αδύνατο να διατηρήσω οποιαδήποτε σχέση με το Reuters, δεδομένου του ρόλου του στη δικαιολόγηση και διευκόλυνση της συστηματικής εξόντωσης 245 δημοσιογράφων στη Γάζα» έγραψε χαρακτηριστικά στο Χ.
Η φωτορεπόρτερ (σ.σ. είναι ελεύθερη επαγγελματίας) υπογράμμισε ότι εργάστηκε επί οκτώ χρόνια ως εξωτερική συνεργάτιδα με το Reuters, με τις φωτογραφίες της να έχουν δημοσιευτεί σε διεθνή μέσα ενημέρωσης, όπως οι New York Times και το Al Jazeera. Εξέφρασε έντονη κριτική για τον τρόπο κάλυψης της δολοφονίας του Άνας Αλ-Σαρίφ και συνεργείου του Al Jazeera στη Γάζα, κατηγορώντας τον ότι υιοθέτησε τον «αβάσιμο ισχυρισμό» του Ισραήλ ότι ο πολεμικός ανταποκριτής ήταν μέλος της Χαμάς.
«Εκτίμησα τη δουλειά που προσέφερα στο Reuters τα τελευταία οκτώ χρόνια, αλλά πλέον δεν μπορώ να φανταστώ να φοράω αυτή την κάρτα Τύπου, παρά μόνο με βαθιά ντροπή και θλίψη» έγραψε, δημοσιεύοντας μία φωτογραφία, με κομμένη στα δύο τη δημοσιογραφική της ταυτότητα. Η ανάρτησή της έγινε σχεδόν αυτόματα viral, με περισσότερα από 1.000.000 views στο X, ενώ διαδίδεται από στόμα σε στόμα και κυκλοφορεί σε όλα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης -κυρίως από δημοσιογράφους.
Συνεχίζοντας την επίθεση στο Reuters, έγραψε ότι η τακτική του οργανισμού να «διαιωνίζει την προπαγάνδα του Ισραήλ» δεν προστάτευσε ούτε τους ίδιους τους ανταποκριτές του από τη βία. Αναφερόμενη στην ανδρεία των Παλαιστινίων συναδέλφων της, είπε: «Δεν ξέρω τι σημαίνει να αρχίσουμε να τιμούμε πραγματικά το θάρρος και τη θυσία των δημοσιογράφων στη Γάζα, των γενναιότερων και καλύτερων που υπήρξαν ποτέ, αλλά από εδώ και πέρα, ό,τι έχω να προσφέρω, θα το κάνω με αυτό στο μυαλό μου».
Η ίδια σημείωσε πως χρωστάει στους συναδέλφους της στην Παλαιστίνη «τουλάχιστον αυτό, και πολύ περισσότερα». Αναφερόμενη στη δολοφονία έξι ακόμη δημοσιογράφων, ανάμεσά τους και του εικονολήπτη του Reuters, Χοσάμ Αλ-Μάσρι, κατά την ισραηλινή επίθεση στο νοσοκομείο Νάσερ στη Γάζα, η Ζινκ έκανε λόγο για «διπλό χτύπημα»: «Το Ισραήλ βομβαρδίζει έναν πολιτικό στόχο, όπως σχολείο ή νοσοκομείο, περιμένει να φτάσουν γιατροί, ομάδες διάσωσης και δημοσιογράφοι και έπειτα χτυπά ξανά».
Παράλληλα, επικαλέστηκε τα λόγια του δημοσιογράφου Τζέρεμι Σκάχιλ, λέγοντας ότι μεγάλα μέσα, από τους New York Times μέχρι το Reuters, λειτούργησαν ως «γραμμή μεταφοράς της ισραηλινής προπαγάνδας», εξωραΐζοντας εγκλήματα πολέμου, απανθρωποποιώντας τα θύματα και εγκαταλείποντας τις δημοσιογραφικές αρχές.
Η Ζινκ υποστήριξε ότι τα δυτικά μέσα, «επαναλαμβάνοντας τις γενοκτονικές κατασκευές του Ισραήλ χωρίς να εξετάζουν την αξιοπιστία τους», έχουν συντελέσει ώστε στη Γάζα να σκοτωθούν περισσότεροι δημοσιογράφοι σε δύο χρόνια απ’ ό,τι σε άλλα μεγάλα παγκόσμια μέτωπα συνολικά, ενώ ταυτόχρονα έχουν συμβάλει στην επιδείνωση της ανθρωπιστικής κρίσης.
Υπενθυμίζεται ότι, χθες, για μια ακόμη φορά, το Ισραήλ προκάλεσε διεθνή κατακραυγή, έπειτα από διπλό πλήγμα στο νοσοκομείο Νάσερ, στη Χαν Γιουνίς της Νότιας Γάζας. Από την επίθεση σκοτώθηκαν οι δημοσιογράφοι του Middle East Eye, Μοχάμεντ Σαλάμα και Αχμέντ Αμπού Αζίζ.


Οι τελευταίες απώλειες ανεβάζουν τον αριθμό των Παλαιστινίων δημοσιογράφων που έχουν χάσει τη ζωή τους από τις ισραηλινές επιθέσεις από τον Οκτώβριο του 2023 σε 246. Μέχρι σήμερα, περισσότεροι από 62.700 Παλαιστίνιοι έχουν σκοτωθεί στη Γάζα από την έναρξη της ισραηλινής στρατιωτικής εκστρατείας, που έχει ισοπεδώσει τον θύλακα και τον οδηγεί σε συνθήκες λιμού.
Τον Νοέμβριο, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο εξέδωσε εντάλματα σύλληψης για τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου και τον πρώην υπουργό Άμυνας Γιοάβ Γκαλάντ για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Το Ισραήλ αντιμετωπίζει επίσης κατηγορίες για γενοκτονία στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για τον πόλεμο στη Γάζα.
Το πλήρες κείμενο της δήλωσης της Ζινκ
«Τα τελευταία οκτώ χρόνια εργάστηκα ως εξωτερική συνεργάτις του πρακτορείου Reuters. Οι φωτογραφίες μου, που κάλυπταν ιστορίες στις πεδιάδες του Καναδά, δημοσιεύτηκαν στους New York Times, στο Al Jazeera και σε άλλα μέσα ενημέρωσης σε Βόρεια Αμερική, Ασία, Ευρώπη και αλλού. Ωστόσο, πλέον μου είναι αδύνατο να διατηρήσω οποιαδήποτε σχέση με το Reuters, καθώς έχει συμβάλει στη δικαιολόγηση και διευκόλυνση της συστηματικής δολοφονίας 245 δημοσιογράφων στη Γάζα. Χρωστάω στους συναδέλφους μου στην Παλαιστίνη τουλάχιστον αυτό, και πολύ περισσότερα.
Όταν το Ισραήλ δολοφόνησε τον Άνας Αλ-Σαρίφ μαζί με ολόκληρο το συνεργείο του Al Jazeera στην Πόλη της Γάζας στις 10 Αυγούστου, το Reuters επέλεξε να μεταδώσει τον εντελώς αβάσιμο ισχυρισμό ότι ο Αλ-Σαρίφ ήταν μέλος της Χαμάς -ένα από τα αμέτρητα ψέματα που μέσα ενημέρωσης όπως το Reuters έχουν κατ’ επανάληψη υιοθετήσει και νομιμοποιήσει. Η διάθεση του Reuters να διαιωνίζει την ισραηλινή προπαγάνδα δεν προστάτεψε ούτε τους δικούς του δημοσιογράφους από τη γενοκτονία. Πέντε ακόμη δημοσιογράφοι, ανάμεσά τους και ο καμεραμάν του Reuters Χοσάμ Αλ-Μάσρι, ήταν μεταξύ των 20 ανθρώπων που σκοτώθηκαν το πρωί σε νέα επίθεση στο νοσοκομείο Νάσερ. Επρόκειτο για το λεγόμενο «διπλό χτύπημα»: το Ισραήλ βομβαρδίζει έναν πολιτικό στόχο όπως σχολείο ή νοσοκομείο, περιμένει να φτάσουν οι γιατροί, οι διασώστες και οι δημοσιογράφοι και μετά ξαναχτυπά.
Τα δυτικά μέσα ενημέρωσης φέρουν άμεση ευθύνη για το ότι δημιουργούνται συνθήκες που επιτρέπουν τέτοιες επιθέσεις. Όπως τόνισε ο Τζέρεμι Σκάχιλ από το Drop Site News, «κάθε μεγάλο μέσο -από τους New York Times και την Washington Post μέχρι το AP και το Reuters- έχει λειτουργήσει ως γραμμή μεταφοράς της ισραηλινής προπαγάνδας, εξωραΐζοντας εγκλήματα πολέμου και απανθρωποποιώντας τα θύματα, εγκαταλείποντας τους συναδέλφους τους και την υποτιθέμενη δέσμευσή τους στη δεοντολογική δημοσιογραφία».
Επαναλαμβάνοντας τις γενοκτονικές αφηγήσεις του Ισραήλ χωρίς να ελέγξουν εάν έχουν καμία αξιοπιστία -εγκαταλείποντας έτσι την πιο στοιχειώδη ευθύνη της δημοσιογραφίας- τα δυτικά μέσα έχουν καταστήσει εφικτή τη δολοφονία περισσότερων δημοσιογράφων μέσα σε δύο χρόνια σε αυτή τη μικρή λωρίδα γης απ’ ό,τι στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους και στους πολέμους της Κορέας, του Βιετνάμ, του Αφγανιστάν, της Γιουγκοσλαβίας και της Ουκρανίας συνολικά. Και αυτό χωρίς να υπολογίζεται ο λιμός, η εξόντωση των παιδιών και οι άνθρωποι που καίγονται ζωντανοί.
Το γεγονός ότι η δουλειά του Άνας Αλ-Σαρίφ χάρισε στο Reuters βραβείο Πούλιτζερ δεν στάθηκε αρκετό για να τον υπερασπιστεί όταν οι ισραηλινές δυνάμεις κατοχής τον έβαλαν σε «λίστα θανάτου» δημοσιογράφων που κατηγορούνταν ως μέλη της Χαμάς ή της Ισλαμικής Τζιχάντ. Δεν τον υπερασπίστηκαν ούτε όταν ο ίδιος απευθύνθηκε στα διεθνή μέσα ζητώντας προστασία, μετά τη δημοσιοποίηση βίντεο από εκπρόσωπο του ισραηλινού στρατού που ξεκαθάριζε την πρόθεση να τον δολοφονήσουν λόγω ρεπορτάζ του για την πείνα που εξαπλωνόταν. Ούτε μετέδωσαν με ειλικρίνεια τον θάνατό του, όταν κυνηγήθηκε και εκτελέστηκε εβδομάδες αργότερα.
Εκτίμησα όσα προσέφερα στο Reuters τα τελευταία οκτώ χρόνια, αλλά πλέον δεν μπορώ να φανταστώ να φοράω αυτή την κάρτα Τύπου χωρίς να νιώθω βαθιά ντροπή και θλίψη. Δεν ξέρω τι σημαίνει να αρχίσουμε να τιμούμε πραγματικά το θάρρος και τη θυσία των δημοσιογράφων στη Γάζα -των γενναιότερων και καλύτερων που υπήρξαν ποτέ- αλλά από εδώ και πέρα θα κατευθύνω ό,τι έχω να προσφέρω έχοντας αυτό ως οδηγό».