Tη στήριξη των χαμηλόμισθων νοικοκυριών σε συνάρτηση με την αντοχή των επιχειρήσεων θα έχει ως γνώμονα η διαβούλευση για τον καθορισμό του νέου κατώτατου μισθού που έκανε πρεμιέρα τη Δευτέρα 5/2 με στόχο η εισήγηση της υπουργού Εργασίας Δόμνας Μιχαηλίδου για το ποσοστό της αύξησης να υποβληθεί στο Υπουργικό Συμβούλιο έως τις 22 Μαρτίου και ο νέος μισθός να εφαρμοστεί από την 1η Απριλίου.
Οι επιστημονικές ομάδες των φορέων και των κοινωνικών εταίρων πρέπει να ολοκληρώσουν τα υπομνήματά τους για τον κατώτατο μισθό και να τα υποβάλουν τη Δευτέρα σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα στην Επιτροπή Συντονισμού. Στα πορίσματά τους οι φορείς θα λάβουν υπόψη τους τον πληθωρισμό και τον ρυθμό ανάπτυξης, μεγέθη τα οποία έχουν σημειώσει αυξομειώσεις από τις αρχικές εκτιμήσεις, εκτός από τον πληθωρισμό των τροφίμων που παραμένει αμετακίνητος σε υψηλά επίπεδα.
Ειδικότερα, ενώ το μεσοπρόθεσμο σχέδιο που έγινε αποδεκτό από την Ε.Ε. τον Απρίλιο του 2023 προέβλεπε ανάπτυξη 3% και πληθωρισμό 2%, οι πρόσφατες εκτιμήσεις (ΙΟΒΕ) δείχνουν το ΑΕΠ στο 2,4% και τον πληθωρισμό κοντά στο 3%. Χαμηλό παραμένει το μέγεθος της παραγωγικότητας, το οποίο εκτιμάται ότι θα αυξηθεί το 2024 χωρίς όμως να υπερβεί τη μία μονάδα από 0,7 το 2023. Από την άλλη πλευρά, η επενδυτική βαθμίδα που απέκτησε η Ελλάδα, η προοπτική του τερματισμού της μείωσης των επιτοκίων της ΕΚΤ, η μείωση της ανεργίας, αλλά και οι ελλείψεις σε προσωπικό δημιουργούν θετικό πρόσημο για αύξηση του κατώτατου μισθού.
Η ακρίβεια στα τρόφιμα απορροφά το μεγαλύτερο μέρος του προϋπολογισμού των νοικοκυριών, με αποτέλεσμα η κατανάλωση άλλων προϊόντων του λιανεμπορίου να έχει μειωθεί και αυτό φάνηκε και στην περίοδο των εκπτώσεων», επισημαίνει ο πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ) Γιώργος Καρανίκας. «Ευτυχώς φέτος η αγορά δεν αντιμετωπίζει την επιβάρυνση από το ενεργειακό κόστος. Οπως πάντα το εμπόριο καταθέτει πρόταση για γενναιόδωρη αύξηση του κατώτατου μισθού, με το σκεπτικό ότι ένα μέρος του ποσοστού της αύξησης θα επιστρέψει στην κατανάλωση. Πρέπει όμως να είμαστε προσεκτικοί τόσο σε ό,τι αφορά την αντοχή των μικρών επιχειρήσεων που αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία στη χώρα, όσο και τη φορολογία. Με την αύξηση η κλίμακα ανεβαίνει και ο μισθωτός μπορεί να χάσει μέρος της ωφέλειας, ιδίως αν δεν έχει παιδιά.».
Από την πλευρά της η ΓΣΕΕ θα δώσει έμφαση στον πληθωρισμό των τροφίμων που έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της δαπάνης στα χαμηλόμισθα νοικοκυριά έως 1.450 ευρώ μηνιαίως παρά τη μείωση της κατανάλωσης που σημειώθηκε σε είδη πρώτης ανάγκης. Ενδεικτικά, όπως αναφέρει στην πρόσφατη έκθεσή του το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, μια οικογένεια που το 2022 κατανάλωνε κατά μέσο όρο αγαθά αξίας 750 ευρώ τον μήνα, κατανάλωσε την ίδια ποσότητα ψωμιού, αλλά πλήρωσε 19% παραπάνω ευρώ σε σχέση με το 2021.
Με αυτό το σκεπτικό, η ΓΣΕΕ θα προτείνει μεικτό μοντέλο ενίσχυσης του κατώτατου μισθού. Δηλαδή εκτός από το ποσοστό αύξησης (πέρυσι είχε προτείνει κατώτατο μισθό 826 ευρώ) θα προτείνει να θεσπιστεί επιπλέον σύστημα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής για να αντιμετωπιστεί ο πληθωρισμός στα τρόφιμα.
Βάσει των εκτιμήσεων, ο κατώτατος μισθός θα κινηθεί πέριξ του +5%, καθώς στο ποσοστό της αύξησης θα πρέπει να ενσωματωθεί ο πληθωρισμός, αλλά και ένα μέρος της αύξησης της παραγωγικότητας. Αν η αύξηση κινηθεί σε αυτά τα επίπεδα ο μισθός θα φτάσει στα 820 ευρώ (706 καθαρά) από 780 ευρώ (667 καθαρά) σήμερα.
Αυτό σημαίνει ότι απομένουν 120 με 130 ευρώ έως το 2027, για να επιτευχθεί ο κυβερνητικός στόχος για κατώτατο μισθό στα 950 ευρώ. Συγκεκριμένα, θα πρέπει οι αυξήσεις μισθών να είναι κατά μέσο όρο 5% από το 2024 έως και το 2027. Για παράδειγμα, αν υποθέσουμε ότι ο μισθός αυξάνεται κάθε χρόνο κατά 5,2% από 780 θα ανέλθει στα 821 το 2024, στα 863 ευρώ το 2025, στα 908 ευρώ το 2026 για να καταλήξει στα 955 ευρώ το 2027.
Υπενθυμίζουμε ότι ο κατώτατος μισθός από φέτος θα ενισχυθεί και με το επίδομα προϋπηρεσίας (τριετίες) που ξεπάγωσε, αν και οι ωφελούμενοι τον πρώτο χρόνο θα είναι ελάχιστοι. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της ΓΣΕΕ, μόλις 1.500 αμειβόμενοι με τον κατώτατο μισθό συμπλήρωσαν στο τέλος Ιανουαρίου μία έως τρεις τριετίες και έλαβαν ήδη αυξημένες αποδοχές. Εντός του έτους υπολογίζεται ότι περίπου 100.000 θα θεμελιώσουν την αύξηση του 10%, ενώ για τους νέους εργαζόμενους οι πρώτες αυξήσεις θα έρθουν από το 2027 και μετά.
Οι μέσοι μισθοί
Η αύξηση του κατώτατου μισθού έλκει σε ανοδική τροχιά και τους υψηλότερους μισθούς. Η «μάχη» της αύξησης των μέσων μισθών αναμένεται αμφίρροπη, καθώς μπορεί η κυβέρνηση να υποδεικνύει στις επιχειρήσεις να βάλουν το χέρι στην τσέπη αν θέλουν να καλύψουν τις κενές θέσεις εργασίας, στην πράξη όμως τα στοιχεία δείχνουν ότι εντός του νέου έτους θα υπάρξει επιβράδυνση της αύξησης των μέσων μισθών. Οικονομικοί παράγοντες εκτιμούν ότι ο μέσος όρος των αποδοχών δεν θα αυξηθεί φέτος περισσότερο από 1%-2%. Αλλωστε, και ο πρόεδρος του ΣΕΒ Δημήτρης Παπαλεξόπουλος, σε πρόσφατες δηλώσεις του, τόνισε ότι «οι υψηλότεροι μισθοί δεν νομοθετούνται, αλλά παράγονται με τρόπο διατηρήσιμο. Οι αυξήσεις μισθών θα πρέπει να συμβαδίζουν με την παραγωγικότητα, έτσι ώστε να είναι διατηρήσιμες».
«Η πορεία των μισθών ήταν ανοδική το 2023 και το ίδιο μοτίβο αναμένεται να συνεχιστεί και το 2024», τονίζει ο διευθυντής του Τομέα Απασχόλησης του ΣΕΒ Χρήστος Ιωάννου. «Οι αυξήσεις των μισθών, όχι μόνο του κατώτατου, θα καθοριστούν από τη δυναμική των επιχειρήσεων ανά κλάδο, το κόστος ενέργειας αλλά και τις ελλείψεις σε προσωπικό. Σημαντικό ρόλο θα παίξουν και οι γεωπολιτικές εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και τον Περσικό Κόλπο. Ο κλάδος των τσιμέντων, που έχει δυναμική πορεία, υπέγραψε σύμβαση με αυξήσεις 5% το πρώτο εξάμηνο και 5% το δεύτερο εξάμηνο του 2024. Πολλές εταιρείες με κέρδη προχώρησαν σε γενναιόδωρες αυξήσεις και μπόνους (τεχνολογία, ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, καπνοβιομηχανία, τρόφιμα και ποτά). Αλλοι κλάδοι της βιομηχανίας που είδαν το κόστος ενέργειας να συμπιέζει τους προϋπολογισμούς τους θα είναι πιο φειδωλοί. Από τις 140 επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις που συμφωνήθηκαν το 2023, περίπου οι 50 προέβλεπαν αυξήσεις».
Για την αύξηση του μέσου μισθού σημαντικό ρόλο θα παίξουν οι κλαδικές συμβάσεις που βρίσκονται εν ενεργεία. Σύμφωνα με το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, το 2022 ήταν σε ισχύ συνολικά 38 ΣΣΕ (από 79 το 2010), 24 κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές ΣΣΕ που υπογράφηκαν το 2022 και 14 συλλογικές συμβάσεις παρελθόντων ετών. Ωστόσο, μόνον 9 από τις 24 κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές ΣΣΕ που υπογράφηκαν το 2022 προβλέπουν αύξηση των αποδοχών.
Για το 2023 το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ εκτιμά από τα στοιχεία που ήδη επεξεργάζεται ότι τόσο ο αριθμός των κλαδικών συμβάσεων όσο και οι αυξήσεις των μισθών κινούνται στα ίδια επίπεδα. Επιπλέον, πρέπει να σημειώσουμε ότι πολυπληθείς κλάδοι εργαζομένων, όπως το εμπόριο, έχουν περίπου 10 χρόνια να συνάψουν συμβάσεις με τους εργοδότες, με αποτέλεσμα να βρίσκονται μισθολογικά στον «αέρα», με μοναδικό δίχτυ ασφαλείας τον κατώτατο μισθό. Υπενθυμίζουμε ότι η κυβέρνηση έχει θέσει στόχο έως το 2027 ο μέσος μισθός να φτάσει στα 1.500 από περίπου 1.220 ευρώ σήμερα, μεικτά. Αυτός ο στόχος απαιτεί αρκετές παρεμβάσεις στην αγορά εργασίας, καθώς, σύμφωνα με τους διεθνείς οργανισμούς, οι ρυθμοί αύξησης των μέσων αμοιβών, τουλάχιστον για το 2024, θα είναι χαμηλότεροι από αυτούς του 2023.