Τα τελευταία μόλις πενήντα χρόνια ο παιδικός πληθυσμός της χώρας μας, δηλαδή ο πληθυσμός της ομάδας ηλικιών 0- 14, μειώθηκε από 3.025.100 σε 1.569.300 άτομα, δηλαδή κατά 1.455.800 άτομα ή κατά ποσοστό 48,1%.
Αυτή η ομάδα, η οποία αποτελεί το μέλλον του έθνους, δηλαδή τη βάση για την «τροφοδοσία» των επόμενων ομάδων, σταδιακά, δηλαδή σε κάθε στη συνέχεια απογραφή, από το 1961 έως το 2011 (η απογραφή του 2021 θα είναι εφιαλτικότερη σε αποτελέσματα!) καταδεικνύει σε στοιχεία τον δημογραφικό εφιάλτη της χώρας καθώς δεν γίνεται η αναγκαία ανάλογη αναπλήρωση με νέα παιδιά.
Έτσι, την περίοδο αυτή «χάθηκε» παιδικός πληθυσμός όσος είναι σήμερα μαζί εκείνος της Περιφέρειας Πελοποννήσου (577.900 άτομα), της Δυτικής Ελλάδος (679.800 άτομα) και του Βορείου Αιγαίου (199.200 άτομα).
Απογοητευτικότερη είναι η διαπίστωση ότι αυτός ο εφιαλτικά μειωμένος νεανικός πληθυσμός της χώρας, μετά το 1961 μεταφέρεται συνωστισμένα σε όλες τις επόμενες απογραφές στις άλλες ομάδες ηλικιών, με τελικό «μπούκωμα» εκείνη των ατόμων ηλικίας άνω των 65 ετών, τα οποία από 689.100 άτομα το 1961 έφθασαν αισίως και προσδοκίμως τα 2.108.900 άτομα.
Αυτό σημαίνει ότι η χώρα, εμφανίζεται συνεχώς γηράσκουσα και μάλιστα σε γεροντικό πληθυσμό που είναι συνολικά όσος εκείνος της Κεντρικής Μακεδονίας (1.882.100 άτομα και των Ιόνιων Νησιών (207.900 άτομα)! Αν ληφθεί υπόψη ότι ο μεγαλύτερος αυτός όγκος γεροντικού πληθυσμού εντοπίζεται κυρίως στις αστικές περιοχές, καθώς σε όλα σχεδόν τα πάλαι ποτέ χωριά και κεφαλοχώρια επικρατεί άκρα του τάφου (στην κυριολεξία) σιωπή (στην κυριολεξία), η τρίτη ερημία στην Ελλάδα, με πρώτη εκείνη που κυριάρχησε μετά την επικράτηση των Ρωμαίων το 146 π.Χ. και με τη δεύτερη λίγα χρόνια πριν από την Επανάσταση του 1821, ίσως να είναι η τελευταία!
Ήδη, από 8,2% το 1961 (με πληθυσμό τότε μικρότερο κατά 2.400.000 άτομα!), η ομάδα αυτή γερόντων αντιπροσωπεύει το 2011 το 19,5% και, χωρίς τον πρόσθετο πληθυσμό των 912.000 των αλλοδαπών, το ποσοστό αυτό διαμορφώνεται στο 21,3%! Σημειώνω ότι το 1951, η αναλογία των ηλικιωμένων ατόμων στη χώρα μας (άνω των 65 ετών) ήταν 6,5% και το 1984 ανήλθε στο 13,3%!