Την 1η Ιουλίου 2022, τη στιγμή που η Ρούλα Πισπιρίγκου έχει ήδη διωχθεί και προφυλακισθεί για τη δολοφονία και την απόπειρα ανθρωποκτονίας σε βάρος της Τζωρτζίνας και οι Αρχές ερευνούν την υπόθεση της Μαλένας και της Ίριδας, μια συνταξιούχος τραπεζική υπάλληλος, η Χ.Σ., αποστέλλει επώνυμη καταγγελία-φωτιά στη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος (ΔΗΕ). Σε αυτή, μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι λίγες ημέρες μετά τη δολοφονία της Ίριδας συνάντησε τυχαία σε πλατεία της Πάτρας μια γυναίκα η οποία έκλαιγε.
Η γυναίκα φορούσε μάσκα, λόγω κορωνοϊού. Η συνταξιούχος αναφέρει ότι την πλησίασε, της έπιασε την κουβέντα. Τη ρώτησε γιατί κλαίει. Τότε η άγνωστη γυναίκα της αποκάλυψε κάτι φρικιαστικό. Ότι στις 31 Μαρτίου ή 1η Απριλίου 2021, δηλαδή 10 ημέρες μετά τον θάνατο της Ίριδας, συναντήθηκε με ένα μικρό κορίτσι το οποίο της αποκάλυψε ότι είδε τη δολοφονία της αδελφής της! Ότι εκείνο το βράδυ κοιμόταν στο δωμάτιό της όταν είδε τη μητέρα της να φράζει το πρόσωπο του βρέφους και τη θεία της να το ακινητοποιεί. Η συνταξιούχος τραπεζικός αναφέρει ότι προσπάθησε να πείσει τη γυναίκα να καταθέσει στις Αρχές, αλλά ότι εκείνη φοβόταν.
«Τι είδε η μικρή»
«Υπάρχουν πληροφορίες ότι το παιδί έχει μιλήσει. Εγώ έχω σταματήσει να ασχολούμαι γιατί είχα πάθει ένα σοκ πριν από δύο χρόνια και έχω σταματήσει να ασχολούμαι, απλώς η κόρη μου με ενημερώνει. Ξέρεις, μαμά, βγήκε η απόφαση και τα λοιπά… δεν μπορώ. Δηλαδή είχα πάθει τέτοιο σοκ που δεν περιγράφεται απ’ όλη αυτή την ιστορία, χώρια την ενοχή ότι θα μπορούσα κάτι να κάνω και δεν το έκανα. Όχι τότε γιατί φοβήθηκα, γιατί δεν ήξερα, τώρα όμως που ξέρω ότι υπάρχουν μπράβοι, ότι υπάρχουν διασυνδέσεις, ότι υπάρχουν αυτά. Φοβάμαι για τα παιδιά μου. Όπως και όλος ο κόσμος. Έμαθες τίποτα; Όχι. Μιλάει κανείς; Όχι. Φοβάται ο κόσμος. Δηλαδή, ακόμα και η κοπέλα να τα ακούσει, θα φοβηθεί να μιλήσει», είπε η μάρτυρας στην εκπομπή.
«Στην πάνω μεριά της πλατείας σχεδόν απέναντι από ένα φαρμακείο στο παγκάκι ήταν μια κοπέλα, ηλικίας γύρω στα 30 με 35, καστανόξανθη, μεσαίου αναστήματος, γύρω στο 1,65 με 1,70, δηλαδή δεν σηκώθηκε, αλλά ήταν κανονική, όχι παχιά, όχι αδύνατη. Κανονικής σωματικής διάπλασης. Φορούσε μάσκα. Δεν είδα τίποτα παραπάνω από τα μάτια της, ανοιχτόχρωμα μάτια. Αυτή η κοπέλα έκλαιγε. Εγώ επειδή αφενός είμαι συνδικαλίστρια, αφετέρου είχα βοηθήσει πάρα πολύ με ηλικιωμένους στον Πολιτιστικό Σύλλογο στον οποίο ανήκα στην Αθήνα, ξέρω πώς να διαχειριστώ ανθρώπους που βρίσκονται σε τέτοια κατάσταση. Προπάντων αυτό που κοίταξα ήταν αν ήταν ναρκομανής. Δεν ήταν η κοπέλα. Ήταν ένας άνθρωπος ο οποίος έκλαιγε», ανέφερε η μάρτυρας.
«Την πλησίασα, της πήγα νερό, της μίλησα με καλό τρόπο και μου άνοιξε την ψυχή της. Τότε της είπε ένα μικρό κοριτσάκι όλα αυτά τα οποία περιγράφω στην τιμή και τη συνείδησή μου. Ενόρκως πλέον ότι γράφω πάνω – κάτω σε αυτό το κομμάτι είναι ένορκο. Μου είπε ότι ένα μικρό κοριτσάκι ξύπνησε από το κλάμα της αδελφής της που κοιμόταν δίπλα της στο ίδιο δωμάτιο και είδε τη μητέρα της πάνω από το παιδί να της κλείνει το στόμα.
«Φοβόταν»
«Της πρότεινα να πάμε στο αστυνομικό τμήμα. Μου είπε ότι η οικογένεια έχει διασυνδέσεις και ελέγχει τους πάντες και ότι αν πάει στο αστυνομικό τμήμα αφενός θα βρεθεί μπλεγμένη και αφετέρου δεν πρόκειται να γίνει τίποτα. Αυτά μου είπε. Την πιστεύω. Εγώ πιστεύω ακράδαντα ότι ήταν η περιγραφή (για τη συγκεκριμένη υπόθεση) για ένα και μόνο λόγο. Το μοναδικό βρέφος το οποίο πέθανε στο σπίτι του παρουσία της αδελφής του ήταν αυτό. Δεν διάβασα πουθενά αλλού σε όλη την Πάτρα για θάνατο βρέφους εκείνη την εποχή», ανέφερε.
ΠΗΓΗ: Μπαμ