Στα περίπτερα της φετινής Anuga, της μεγαλύτερης διεθνούς έκθεσης τροφίμων και ποτών στον κόσμο, που θα φιλοξενηθεί τον Οκτώβριο στην Κολονία, η ελληνική παρουσία αναμένεται πιο δυναμική από ποτέ. Περισσότερες από 270 επιχειρήσεις τροφίμων και ποτών -αριθμός ρεκόρ- ετοιμάζονται να ταξιδέψουν στη Γερμανία, κουβαλώντας μαζί τους φέτα, γιαούρτι, ελαιόλαδο, φρούτα, λαχανικά και μια πλούσια γκάμα προϊόντων που αφηγούνται τη γεύση και την παράδοση της χώρας. Ο αριθμός θα ήταν ακόμη μεγαλύτερος αν η έκθεση διέθετε περισσότερο εκθεσιακό χώρο, καθώς δεκάδες άλλα αιτήματα συμμετοχής έλαβαν απορριπτική απάντηση λόγω έλλειψης διαθέσιμων θέσεων.
Η κινητοποίηση αυτή δεν είναι τυχαία. Οι ελληνικές βιομηχανίες τροφίμων, έχοντας βιώσει τα χρόνια της οικονομικής κρίσης και αντιληφθεί ότι η βιωσιμότητα και η ανάπτυξή τους περνά μέσα από τις διεθνείς αγορές, επενδύουν πλέον μεθοδικά στην εξωστρέφεια. Τα αποτελέσματα αυτής της στρατηγικής αποτυπώνονται στα φετινά δεδομένα: το 2025, οι εξαγωγές ελληνικών τροφίμων φαίνεται, με βάση τα μέχρι τώρα στοιχεία, ότι θα ξεπεράσουν τα 9 δισ. ευρώ, σημειώνοντας νέο ιστορικό ρεκόρ. Μάλιστα, αν προστεθούν και οι δύο «συγγενείς κατηγορίες» προϊόντων, των ελαίων και των ποτών – καπνού, τότε όχι μόνο θα υπερβούν το ορόσημο των 10 δισ. ευρώ, αλλά θα πλησιάσουν στα 12 δισ., επιβεβαιώνοντας ότι η «ελληνική γεύση» βρίσκει αξιοσημείωτη θέση της στην παγκόσμια αγορά.
Βέβαια, εξακολουθεί να υπάρχει ένας σημαντικός παράγοντας αβεβαιότητας, η εποχή του εμπορικού προστατευτισμού που πλέον ανατέλλει με την πολιτική στροφή των ΗΠΑ. Εντούτοις, η πρόσφατη συμφωνία με την Ε.Ε. για επιβολή δασμών 15% στα ευρωπαϊκά προϊόντα -χαμηλότερων από τα αρχικά σενάρια- έχει σε κάποιον βαθμό ανακουφίσει τους Ελληνες εξαγωγείς, δίνοντάς τους χρόνο να προσαρμοστούν. «Στην περίπτωση των ΗΠΑ είναι το μη χείρον βέλτιστον! Είναι μια νέα πραγματικότητα που δεν αφορά μόνο την Ελλάδα. Υπάρχει ένα νέο παγκόσμιο εμπορικό γίγνεσθαι, πρωτόγνωρο, που θα στρέψει εμπορικό κόσμο και εξαγωγείς σε άλλες αγορές», σχολιάζει ο πρόεδρος του Πανελλήνιου Συνδέσμου Εξαγωγέων (ΠΣΕ) Αλκιβιάδης Καλαμπόκης.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τα οποία αναλύει το Κέντρο Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών του ΠΣΕ, το α’ εξάμηνο του 2025 οι εξαγωγές τροφίμων έφτασαν τα 4,62 δισ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 11,2% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2024. Σημαντική άνοδο παρουσίασαν και οι εξαγωγές ελαίων, που ανήλθαν σε 559,2 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 4,5% σε σχέση με πέρυσι. Ακόμη πιο εντυπωσιακή ήταν η επίδοση της κατηγορίας «Ποτά – Καπνός», οι εξαγωγές της οποίας αυξήθηκαν κατά 12,8%, φτάνοντας τα 777,8 εκατ. ευρώ στο α’ εξάμηνο. Σημειωτέον πως στο σύνολο του 2024 τα τρόφιμα κατάφεραν να επιτύχουν εξαγωγές 8,25 δισ. ευρώ, τα έλαια – λίπη 1,09 δισ. ευρώ και τα ποτά – καπνά 1,39 δισ. ευρώ. Ολα μαζί, 10,74 δισ. ευρώ από τα συνολικά 49,9 δισ. ευρώ των ελληνικών εξαγωγών ή τα 34,99 δισ. ευρώ πλην των πετρελαιοειδών.
Οι πρωταγωνιστές της ανόδου
Αιχμή του δόρατος της εξαγωγικής ανόδου παραμένουν τα παραδοσιακά ελληνικά προϊόντα με ισχυρή αναγνωρισιμότητα στο εξωτερικό, όπως η φέτα και το γιαούρτι, που έχουν καταφέρει να εδραιωθούν στις διατροφικές συνήθειες εκατομμυρίων καταναλωτών. Σύμφωνα με τον Σύνδεσμο Ελληνικών Βιομηχανιών Γαλακτοκομικών Προϊόντων (ΣΕΒΓΑΠ), πλέον το 65% των συνολικών πωλήσεων φέτας πραγματοποιείται εκτός Ελλάδος, με τις εξαγωγές πέρυσι να φτάνουν σε αξία τα 785 εκατ. ευρώ και σε ποσότητα τους 97.000 τόνους – ιστορικό ρεκόρ για το προϊόν. Την ίδια ώρα ο ρυθμός αύξησης των εξαγωγών του ελληνικού γιαουρτιού παραμένει διψήφιος, έχοντας υπερβεί τα 350 εκατ. ευρώ.
Η δυναμική αυτή έχει οδηγήσει τις μεγάλες ελληνικές γαλακτοβιομηχανίες σε έντονες κινήσεις εξωστρέφειας, με στόχο την ενίσχυση του διεθνούς τους αποτυπώματος. Η πρόσφατη εξαγορά της Δωδώνης από τα Ελληνικά Γαλακτοκομεία της οικογένειας Σαράντη σηματοδοτεί όχι μόνο την απόκτηση του πιο αναγνωρίσιμου brand φέτας, αλλά και τη διεύρυνση των δυνατοτήτων στο γιαούρτι, με στόχο, όπως έχει δηλώσει ο κ. Μιχάλης Σαράντης, τη μετατροπή της σε «παγκόσμια εταιρεία».
Ελαιόλαδο
Το 2025 χαρακτηρίζεται από εξορθολογισμό στην αγορά ελαιολάδου, μετά την εκρηκτική άνοδο των τιμών που καταγράφηκε την προηγούμενη διετία. Η αποκλιμάκωση των τιμών παραγωγού -σε σχέση με τα πολύ υψηλά επίπεδα του 2023- συνοδεύεται από αύξηση του όγκου εξαγωγών, οδηγώντας σε πιο ισορροπημένα και βιώσιμα μεγέθη για τον κλάδο. «Στην Κρήτη, όπου παρακολουθώ στενά τα στοιχεία, σχετικά με το λάδι που είναι το 50% των εξαγωγών μας, φαίνεται ξεκάθαρα: έχει πέσει η τιμή, έχει αυξηθεί ο όγκος για να φτάσουμε τα νούμερα της προηγούμενης χρονιάς», λέει ο κ. Καλαμπόκης.
Το 2024 οι ελληνικές εξαγωγές ελαιολάδου ανήλθαν σε 937 εκατ. ευρώ, πλησιάζοντας το όριο του 1 δισ. ευρώ. Ωστόσο, η διάρθρωση αυτών των εξαγωγών αναδεικνύει μια σημαντική πρόκληση: το 60% κατευθύνεται στην Ιταλία -και σε μικρότερο βαθμό στην Ισπανία- σχεδόν αποκλειστικά χύμα, σε βυτία, κάτι που αποτελεί διαχρονικό αγκάθι για τον κλάδο, στερώντας σημαντικά έσοδα από την ελληνική οικονομία.
Φρούτα και λαχανικά
Τα φρούτα και τα λαχανικά συγκαταλέγονται επίσης στους πρωταγωνιστές των ελληνικών εξαγωγών. Επειτα από τη χρονιά-ρεκόρ του 2024, και φέτος οι εξαγωγές νωπών οπωροκηπευτικών κινούνται με έντονη δυναμική σε αρκετές κατηγορίες.
Η φράουλα ξεχωρίζει καταγράφοντας νέο ρεκόρ. Σύμφωνα με το τελευταίο διαθέσιμο ενημερωτικό δελτίο του Συνδέσμου Εξαγωγέων Φρούτων, Λαχανικών και Χυμών Incofruit Hellas, ως τις 11 Ιουλίου είχαν εξαχθεί 94.000 τόνοι, έναντι 77.900 τόνων την ίδια περίοδο πέρυσι, σημειώνοντας άνοδο 20,7%. Οπως σημειώνει ο ειδικός σύμβουλος του Συνδέσμου Γιώργος Πολυχρονάκης, ήδη η ΕΛΣΤΑΤ υπολόγιζε στο πεντάμηνο την αξία των εξαγωγών φράουλας στα 210 εκατ. ευρώ, 16% πάνω απ’ τις επιδόσεις του 2024. Αυτό κατατάσσει το προϊόν στη δεύτερη θέση σε εξαγωγική αξία μετά τα ακτινίδια.
Επίσης τα καρπούζια ενισχύθηκαν θεαματικά, με 189.505 τόνους (+40,1% σε ετήσια βάση), ενώ αύξηση κατέγραψαν και τα βερίκοκα (20.298 τόνοι, +7,2%). Στα πορτοκάλια, οι εξαγωγές από την 1η Σεπτεμβρίου 2024 έως τις 11 Ιουλίου 2025 διαμορφώθηκαν σε 297.252 τόνους, οριακά υψηλότερα από πέρυσι (+0,1%).
Αντίθετα, σημαντική πτώση παρατηρείται σε ροδάκινα (16.496 τόνοι, -47,9%), νεκταρίνια (13.680 τόνοι, -51%) και κεράσια (15.512 τόνοι, -50,2%). Η συγκομιδή επιτραπέζιων σταφυλιών έχει μόλις ξεκινήσει, με την παραγωγή σε φυσιολογικά επίπεδα, υψηλή ποιότητα και θετικές προοπτικές στις εξαγωγές.
Οι ντομάτες κατέγραψαν εξαγωγές 35.000 τόνων (+23,9%), ενώ οι πιπεριές κινήθηκαν πιο υποτονικά με 14.400 τόνους (+6%).
Υπενθυμίζεται πως το 2024, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που επεξεργάστηκε ο Incofruit Hellas, οι εξαγωγές φρέσκων φρούτων και λαχανικών κατέγραψαν αύξηση κατά 7,9% σε αξία, φτάνοντας τα 1,855 δισ. ευρώ, έναντι 1,72 δισ. το 2023, βοηθώντας με αυτόν τον τρόπο να κλείσει με θετικό πρόσημο το ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων πέρυσι (66,523 εκατ. ευρώ).
Ποτά – Καπνός
Η κατηγορία «Ποτά – Καπνός» καταγράφει επίσης σταθερή ενίσχυση της εξαγωγικής της αξίας, φτάνοντας τα 777,8 εκατ. ευρώ στο α’ εξάμηνο του 2025 (+12,8% σε ετήσια βάση). Τα ελληνικά κρασιά, τα αποστάγματα όπως το ούζο και το τσίπουρο, αλλά και ο καπνός διατηρούν σταθερό κοινό σε εξειδικευμένες αγορές, ενισχύοντας την παρουσία της χώρας και σε κατηγορίες πέραν των κλασικών τροφίμων. Και αν ο ελληνικός οίνος έχει πλέον ετήσιες εξαγωγές περίπου 100 εκατ. ευρώ ή τα αλκοολούχα ποτά και τα αποστάγματα κάπου 114 εκατ. ευρώ, τα προϊόντα καπνού είναι αυτά που κάνουν άλματα στο εξωτερικό.
Από τη μία η σημαντική εξωστρεφής δραστηριότητα της Παπαστράτος και η εξέλιξή της σε περιφερειακό πόλο παραγωγής των θερμαινόμενων προϊόντων του ομίλου Philip Morris International και από την άλλη η έντονη δραστηριότητα στον υπόλοιπο κλάδο μέσα από σειρά επενδύσεων στα «παραδοσιακά προϊόντα», όπως της JTI International στη ΣΕΚΑΠ ώστε να παράγει τσιγάρα και για άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η εξωστρέφεια της Καρέλιας, της Real Tobacco κ.ο.κ. έχουν βοηθήσει στην εξαγωγή τελικού προϊόντος με προστιθέμενη αξία.
Προορισμοί
Οι ελληνικές εξαγωγές τροφίμων, ελαίων και ποτών απευθύνονται σε ένα ευρύ φάσμα αγορών, με την Ευρωπαϊκή Ενωση να απορροφά το μεγαλύτερο μέρος της ζήτησης. Στη δεκάδα των κορυφαίων αγοραστών συγκαταλέγονται η Ιταλία, η Γερμανία, η Γαλλία, η Ισπανία, οι Κάτω Χώρες και το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ εκτός Ευρώπης ξεχωρίζουν οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Αυστραλία και αγορές της Μέσης Ανατολής, όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Σαουδική Αραβία.
Η Ιταλία διατηρεί την πρώτη θέση, κυρίως λόγω του χύμα ελαιολάδου, ενώ η Γερμανία παραμένει σταθερός «πρεσβευτής» του ελληνικού τυποποιημένου ελαιολάδου, της φέτας και του γιαουρτιού. Οι ΗΠΑ, από την πλευρά τους, αποτελούν στρατηγική αγορά για τη φέτα, το γιαούρτι και τα ελληνικά κρασιά, με σημαντικά περιθώρια περαιτέρω ανάπτυξης, ιδίως μετά τη συμφωνία για δασμούς 15% στα ευρωπαϊκά προϊόντα που απέτρεψε δυσμενέστερα σενάρια. «Οι ΗΠΑ αποτελούν τη μεγαλύτερη αγορά για τους εξαγωγείς ελιάς και κομπόστας. Οι πρώτοι εξάγουν κάπου 213 εκατ. και οι δεύτεροι 90 εκατ. Οι εξαγωγείς κομπόστας ανακουφίστηκαν με τη συμφωνία για το 15% γιατί συνοδεύεται και με τη ρήτρα πιο ευνοημένης χώρας (MFN – Most Favored Nation), με την οποία ουσιαστικά δεν προστίθεται το 15% στον υφιστάμενο δασμό που ήδη επιβάλλεται σε κάποια προϊόντα. Τίθεται σε ισχύ το μεγαλύτερο. Οπότε για την κομπόστα που ήταν ήδη 17% δεν θα υπάρξει κάποια πρόσθετη επιβάρυνση. Στα αγροδιατροφικά προϊόντα από την Ευρώπη, όπου επιβαλλόταν μικρότερος δασμός θα έρθει να επιβληθεί το 15%. Βέβαια θα δούμε αργότερα και τις εξειδικεύσεις».
Πάντως για την επόμενη μέρα ο κ. Καλαμπόκης επιμένει ότι η Ελλάδα πρέπει να στοχεύσει περισσότερο σε τρίτες χώρες. «Μέχρι πρότινος οι εξαγωγές, αν αφαιρέσεις τα πετρελαιοειδή, ήταν 65% Ε.Ε. και 35% τρίτες χώρες. Τώρα είναι ζητούμενο η αλλαγή προσανατολισμού σε νέες αγορές. Αυτό θέλει χρόνο, επιμονή, χρήμα, μεθόδευση και πολιτική στήριξη που θα έχει ως αποτέλεσμα διευκολύνσεις στα διαδικαστικά ώστε να εξάγεις σε χώρες όπως η Ινδία και η Κίνα που υπάρχουν τεράστια εμπόδια. Θέλει δουλειά για να ανοίξουν πραγματικά οι αγορές».