Επιστημονικά στοιχεία για τη συζήτηση που εσχάτως αναπτύσσεται για το κατά πόσο η ανάπτυξη των νέων δικτύων 5G επηρεάζουν τη δημόσια υγεία παραθέτει μιλώντας στην Εφημερίδα των Συντακτών ο Κώστας Κάππας καθηγητής Ιατρικής Φυσικής – Ακτινοφυσικής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας και του Ιατρικού Τμήματος Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.
Όπως σημειώνει η ραδιοκυματική ακτινοβολία των τηλεπικοινωνιών σύμφωνα με το σύνολο των μελετών (θετικών και αρνητικών) δεν επηρεάζει την ηλεκτρική εγκεφαλική δραστηριότητα και τις γνωστικές ή άλλες λειτουργίες. Μάλιστα σημειώνει ότι το 5G θα μειώσει το «ηλεκτρομαγνητικό υπόβαθρο» στο οποίο θα ζούμε εισφέροντας παράλληλα και στη βελτίωση των τεχνικών εξοικονόμησης ενέργειας (έξυπνα δίκτυα).
Η συνέντευξη
Υπάρχει μια διεθνής καταγραφή μέσω ανεξάρτητου φορέα για την καταμέτρηση της ραδιοκυματικής ακτινοβολίας;
Η έκθεση του ανθρώπου στις ραδιοκυματικές ακτινοβολίες της κινητής τηλεφωνίας (2G, 3G, 4G, 5G, Wi-Fi) δεν είναι ανεξέλεγκτη, δεν είναι χωρίς όρια. Υπόκειται σε αυστηρούς κανόνες και σε νόμους τους οποίους θεσπίζουν τα Κράτη και η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι οποίοι βασίζονται στις Οδηγίες (Guidelines) της ‘Διεθνούς Επιτροπής Προστασίας από την Μη-Ιοντίζουσα Ακτινοβολία’ (International Commission on Non-Ionizing Radiation Protection – ICNIRP) και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WHO).
Η ICNIRP είναι διεθνής ανεξάρτητος, μη-κερδοσκοπικός Επιστημονικός Οργανισμός. Συλλέγει όλη την σχετική βιβλιογραφία (πρόκειται για χιλιάδες επιστημονικά άρθρα), αναλύει τα αποτελέσματα, υποδεικνύει τα αδύναμα σημεία των ερευνών, συστηματοποιεί τις επιβεβαιωμένες διαπιστώσεις τους, καταλήγει σε πορίσματα, παρέχει επιστημονικές συμβουλές, εκδίδει Οδηγίες για την προστασία της υγείας και του περιβάλλοντος από την έκθεση σε μη-ιοντίζουσα ακτινοβολία και προτείνει όρια ασφαλείας. Άνω των 30.000 μελετών είναι στη διάθεση της Επιστήμης σε Ραδιοσυχνότητες και 1000 περίπου ειδικά σε 5G.
Παρά όμως τις διεθνείς αυτές καταγραφές και το θεσμικό πλαίσιο πολλοί επικαλούνται μελέτες που καταγράφουν μια βλαπτική μία επίδραση στον οργανισμό;
Οι αναφερόμενες ανεπιθύμητες επιπτώσεις των ραδιοκυμάτων στην υγεία από μία ερευνητική ομάδα πρέπει α) να επαληθεύονται ανεξάρτητα από άλλη ερευνητική ομάδα, β) οι εξηγήσεις να είναι επαρκείς επιστημονικά και γ) να συνάδουν με την τρέχουσα επιστημονική γνώση προκειμένου να θεωρούνται ως «αποδεικτικά στοιχεία» τα οποία θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό περιορισμών της Έκθεσης.
Μετά τον χαρακτηρισμό μίας βιολογικής επίπτωσης ως βλαπτικής (π.χ. αύξηση της ολόσωμης θερμοκρασίας κατά 1 oC) καθορίζεται ένα αντίστοιχο ανώτατο όριο έκθεσης (π.χ. ολόσωμη απορρόφηση 4 Watts/kg). Εάν υπερκεραστεί αυτό το όριο, εμφανίζονται αποδεδειγμένες επιδράσεις στην υγεία του ατόμου.
Το όριο αυτό στην συνέχεια μειώνεται σημαντικά (έως και 50 φορές και καθίσταται ίσο με 0,08 Watts/kg στο προηγούμενο παράδειγμα) ώστε να καλύπτονται όλα τα μέλη του πληθυσμού, ακόμη και τα πλέον ευάλωτα (ασθενείς, ηλικιωμένοι, παιδιά, έγκυες γυναίκες, κ.α.). Εκτός από την βιολογική ποικιλομορφία του πληθυσμού στον καθορισμό των μειωμένων ορίων λαμβάνονται επίσης υπ’ όψιν η διακύμανση των βασικών συνθηκών (π.χ. θερμοκρασία των διαφόρων ιστών), η διακύμανση των περιβαλλοντικών παραγόντων (π.χ. θερμοκρασία αέρα, υγρασία, ενδυμασία), η αβεβαιότητα των μετρήσεων και η αβεβαιότητα της ίδιας της επιστήμης της υγείας.
Τι απαντάτε λοιπόν σε όλη αυτή τη συζήτηση; Υπάρχουν επιπλέον όρια ασφαλείας για την έκθεση σε ραδιοκυματική ακτινοβολία 5G;
Ναι. Κατ’αρχήν, οι Οδηγίες του 1998 παραμένουν σε ισχύ, λαμβάνοντας υπ’όψιν και τα νέα ερευνητικά δεδομένα της περιόδου 1998 έως σήμερα. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ενώ α) η υψίσυχνη ακτινοβολία 5G δεν μπορεί να εισέλθει βαθιά μέσα στο σώμα όπως εξηγεί η Φυσική Επιστήμη αλλά απορροφάται επιφανειακά και τμήμα της ανακλάται επί του δέρματος, β) τα υπάρχοντα όρια ασφαλείας είναι αυστηρά, η ICNIRP αποφάσισε να τα διατηρήσει και να τα επεκτείνει και για την φασματική περιοχή της ακτινοβολίας 5G (νέα Οδηγία 2020).
Επίσης προσέθεσε μια σειρά εξειδικεύσεων (νέες φυσικές παραμέτρους όπως π.χ. η πυκνότητα ισχύος και διαφορετικά όρια ασφαλείας για τα διάφορα όργανα και ιστούς του σώματος) για την καλύτερη προστασία του ανθρώπινου οργανισμού. Στην νέα Οδηγία αποτυπώνεται η κατάταξη πλέον των εγκύων εργαζομένων στον γενικό πληθυσμό (με αυστηρά όρια έκθεσης) και όχι στους επαγγελματικά εργαζόμενους σε χώρους ραδιοκυματικής ακτινοβολίας (με λιγότερο αυστηρά όρια έκθεσης) για την καλύτερη προστασία του εμβρύου.
Υπάρχουν άρα βλαπτικές επιδράσεις στον οργανισμό από την ραδιοκυματική ακτινοβολία των τηλεπικοινωνιών;
Σύμφωνα με το σύνολο των μελετών (θετικών και αρνητικών) όπως τις αξιολόγησε πρόσφατα η ICNIRP (Οδηγίες 2020) σχετικά με την έκθεση του ανθρώπινου οργανισμού σε ραδιοκυματική ακτινοβολία (συμπεριλαμβάνοντας και την ακτινοβολία 5G):
Δεν υπάρχουν τεκμηριωμένες πειραματικές ή επιδημιολογικές ενδείξεις ότι επηρεάζεται η ηλεκτρική εγκεφαλική δραστηριότητα και οι γνωστικές λειτουργίες. Δεν έχουν τεκμηριωθεί αναφορές για ανεπιθύμητα συμπτώματα και μείωση της ευεξίας, εκτός από αίσθηση πόνου, ο οποίος σχετίζεται με αυξημένη θερμοκρασία σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα έκθεσης (δεκάδες έως εκατοντάδες φορές άνω των υφισταμένων ορίων). Δεν έχουν τεκμηριωθεί επιδράσεις στην ακουστική, αιθουσαία ή οφθαλμική λειτουργία ή παθολογία. Οι λίγες σχετικά μελέτες οι οποίες πραγματοποιήθηκαν επί του ανοσοποιητικού και αιμοδυναμικού συστήματος δεν ανέδειξαν βλαπτικές συνέπειες. Δεν υπήρξαν βλαπτικές ενδείξεις στην γονιμότητα, αναπαραγωγή και ανάπτυξη των παιδιών.
Το χαμηλότερο επίπεδο ραδιοκυματικής έκθεσης στο οποίο ανιχνεύτηκε βιολογική ένδειξη στο νευροενδοκρινικό σύστημα τρωκτικών (αλλά όχι σε εθελοντές) ήταν δεκαπλάσιο από το ανώτατο επιτρεπτό όριο της ICNIRP. Επίσης τα πειραματόζωα δεν εμφάνισαν νευροεκφυλιστικές ασθένειες. Δεν ανιχνεύθηκαν βλαπτικές επιδράσεις στο καρδιαγγειακό σύστημα, στο αυτόνομο νευρικό σύστημα και στους θερμορυθμιστικούς μηχανισμούς του ανθρώπινου οργανισμού (μόνο σε πειραματόζωα μετά από ολόσωμη μακρόχρονη ακτινοβόληση σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα έκθεσης, πολλαπλάσια των επιτρεπομένων). Δεν υπήρξε καμμία σύνδεση μεταξύ έκθεσης σε ραδιοκυματική ακτινοβολία και ανάπτυξη καρκίνου.
Θα αυξηθεί η έκθεση του πληθυσμού κατά την ενεργοποίηση του 5G;
Αναμένεται αύξηση των κεραιών στους σταθμούς βάσης (ως προσθήκη στους ήδη υπάρχοντες), όχι όμως και αύξηση του ηλεκτρομαγνητικού υποβάθρου στο οποίο θα ζούμε. Ο λόγος είναι ότι η τηλεπικοινωνιακή κίνηση θα διοχετευθεί σταδιακά στο νέο δίκτυο (αναμένεται το τελικό “σβήσιμο” του 3G και η αποσυμφόρηση του 4G), ενώ παράλληλα, η προηγμένη τεχνολογία των κεραιών 5G θα επιτρέπει την μείωση της επιβάρυνσης από ηλεκτρομαγνητικά πεδία ολόκληρων περιοχών και των κατοίκων τους. Η μείωση της επιβάρυνσης θα επιτευχθεί αξιοποιώντας τις τεχνολογίες “Massive MIMO” (κεραίες πολλαπλών δεσμών) και “Beamforming” (μορφοποίηση δέσμης). Πολύ απλά, η κεραία του σταθμού βάσης θα εκπέμπει την ακτινοβολία της εστιασμένη προς τα κινητά – χρήστες όση ώρα αυτά θα είναι εν ενεργεία στο δίκτυο (πχ. κατέβασμα αρχείων όπως ταινίες, μουσική, video, και χρήση διαδικτύου). Επιπρόσθετα, θα έχουν τη δυνατότητα να ακολουθούν την κίνηση του χρήστη και την αλλαγή θέσης του. Επίσης, τα νέα δίκτυα θα μειώνουν κατά πολύ την εκπομπή πεδίων όσο η κίνηση θα είναι χαμηλή (όπως σε ώρες κοινής ησυχίας) καθώς βελτιώνονται σημαντικά οι τεχνικές εξοικονόμησης ενέργειας (έξυπνα δίκτυα).
Το Εργαστήριο Ιατρικής Φυσικής του Ιατρικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας διεξήγαγε πανελλαδικές μετρήσεις ραδιοκυματικής ακτινοβολίας κατά την διετία 2018-2020 (μετρήθηκαν 1000 σχολεία και άλλοι χώροι νεολαίας). Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι κατά μέσον όρο τα επίπεδα έκθεσης στην Αθήνα και Θεσσαλονίκη είναι 7100 φορές κάτω από το αυστηρό όριο της Ελληνικής Νομοθεσίας (αυστηρότερο της ICNIRP κατά 40%) και 8500 φορές στην υπόλοιπη Ελλάδα. Δηλαδή τα επίπεδα αυτά ευρίσκονται στην περιοχή του υποβάθρου (πάρα πολύ χαμηλά).