Μια «γέφυρα» προς την Ευρώπη φαίνεται πως ήταν το Αιγαίο για τους ανθρωπίδες που μετακινούνταν από την Αφρική των παλαιολιθικών χρόνων. Τα ευρήματα της αρχαιολογικής έρευνας στη Μεγαλόπολη τοποθετούν την αρχαιότερη ανθρώπινη παρουσία στην Ελλάδα πριν από 700.000 χρόνια και δείχνουν ότι αποτελούσε και σημαντικό οικολογικό καταφύγιο για ελέφαντες, ιπποπόταμους και ελαφοειδή.
Μυστικά 700.000 ετών στη Μεγαλόπολη
Φανταστείτε µια κατάφυτη πεδιάδα, που στο κέντρο της ξεχωρίζει μια μεγάλη, κρύα λίμνη. Στις βαλτώδεις όχθες της κρύβονται προϊστορικά πουλιά, ενώ τριγύρω ζουν γιγαντιαία ελάφια, ελέφαντες, ακόμα και μακάκοι. Κυνηγιούνται από προγόνους του ανθρώπου, που επιβιώνουν με τη βοήθεια των λίθινων εργαλείων τους και που έχουν καταφύγει εδώ για να προστατευτούν από τις πολύ χαμηλές θερμοκρασίες του βορρά. Το κρύο γενικά κυριαρχεί· μέχρι κι ένα βουνό στα νότια της πεδιάδας έχει κορυφή καλυμμένη με παγετό.
Στα αλήθεια προκαλεί δέος μια ενδεικτική αναπαράσταση της παλαιολιθικής Μεγαλόπολης. Και όμως, έτσι πρέπει να έμοιαζε η πεδινή Αρκαδία κάτι λιγότερο από ένα εκατομμύριο χρόνια πριν. Και καθώς μια τέτοια εικόνα είναι γνωστή στους παλαιοντολόγους, ακόμα πιο εντυπωσιακά αποδεικνύονται τα νέα ευρήματα για τη συγκεκριμένη περιοχή της Πελοποννήσου, τα οποία έφερε στο φως το πενταετές πρόγραμμα επιφανειακής και γεωαρχαιολογικής έρευνας που ολοκλήρωσαν πρόσφατα το υπουργείο Πολιτισμού και η Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών: όπως όλα δείχνουν, στο λιγνιτωρυχείο και στη λεκάνη της Μεγαλόπολης υπήρχε ένα από τα νοτιότερα οικολογικά καταφύγια της Ευρώπης στη διάρκεια των παγετωδών περιόδων του Μέσου Πλειστόκαινου. Μία αρχαιολογική θέση ειδικά, που ονομάζεται «Κυπαρίσσια 4» και εντοπίστηκε στο λιγνιτωρυχείο, κερδίζει πλέον τον τίτλο της παλιότερης χρονολογημένης αρχαιολογικής θέσης στην Ελλάδα. Η ηλικία της; Περίπου 700.000 ετών.
«Με αυτή την ανακάλυψη βάζουμε τον ελλαδικό χώρο στο “παιχνίδι” της εξέλιξης του ανθρώπου και της αποίκισης της Ευρώπης από τους ανθρωπίδες, κάτι με το οποίο η Ελλάδα δεν είχε σχέση μέχρι πρότινος», λέει ο Παναγιώτης Καρκάνας, γεωαρχαιολόγος της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών, που συνδιηύθυνε το πρόγραμμα μαζί με την Ελένη Παναγοπούλου-Καράμπελα της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας του ΥΠΠΟΑ και την Κατερίνα Χαρβάτη του Πανεπιστημίου του Tίμπινγκεν. Εξίσου σημαντικό, συνεχίζει, είναι ότι δεν βρέθηκε μία, αλλά πέντε νέες θέσεις, συναφείς στρωματογραφικά, που «δένουν» τα αποτελέσματα της έρευνας. Σε αρκετές εντοπίστηκαν κατάλοιπα και οστά από εξαφανισμένα ζώα (από εκείνα τα γιγαντιαία ελάφια και τους μακάκους, αλλά και από προϊστορικούς ελέφαντες, ρινόκερους και ιπποπόταμους), καθώς και λίθινα εργαλεία που είχαν ενίοτε χρησιμοποιηθεί στην επεξεργασία των οστών των ζώων.
«Ενα ερώτημα που θέσαμε», προσθέτει, «ήταν κατά πόσο ο ελλαδικός χώρος αποτέλεσε την περιοχή μέσω της οποίας έγινε η αποίκιση της Ευρώπης από τους πρώιμους ανθρώπους. Διαπιστώνοντας συνεχή ανθρώπινη παρουσία σε ένα τόσο νότιο σημείο, για τόσο μεγάλο διάστημα και συνδυάζοντάς τη με τη γνώση μας ότι η στάθμη του Αιγαίου κατέβαινε πολύ στις παγετώδεις περιόδους –τόσο που οι Κυκλάδες σχεδόν ενώνονταν με την Αττική– συμπεράναμε ότι υπάρχει μεγάλη πιθανότητα το Αιγαίο να αποτελούσε μια “γέφυρα” για το πέρασμα των ανθρώπων στην ευρωπαϊκή ήπειρο».
«Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα το Αιγαίο να αποτελούσε μια “γέφυρα” για το πέρασμα των ανθρώπων στην Ευρώπη», λέει ο γεωαρχαιολόγος Παναγιώτης Καρκάνας.
Μία ακόμα θέση που εντοπίστηκε στο λιγνιτωρυχείο της Μεγαλόπολης και η οποία χρονολογείται περίπου 300.000 χρόνια πριν, είναι η «Χωρέμη 7». Σημειώνει ο κ. Καρκάνας για τη σημασία της: «Είναι ίσως από τις παλαιότερες της Ευρώπης με λιθοτεχνία της λεγόμενης Μέσης Παλαιολιθικής περιόδου. Τότε αλλάζει ο τρόπος που κατασκεύαζαν εργαλεία οι πρώιμοι άνθρωποι. Βλέπουμε λοιπόν ότι ο ελλαδικός χώρος δεν ήταν στο περιθώριο της συγκεκριμένης εξέλιξης, αλλά έπαιξε σημαντικό ρόλο στη νέα αυτή φάση. Δεν ήταν ένα “αποπαίδι”, που κάποια στιγμή υποδέχθηκε απλώς τη νέα τεχνολογία».
Και τα ζώα όμως, δεν ήταν λιγότερο ικανοποιημένα. Οπως λέει ο κ. Καρκάνας, παρόλο που η μέση ετήσια θερμοκρασία ήταν τότε χαμηλότερη κατά δέκα περίπου βαθμούς Κελσίου, παρόλο που η κορυφή του Ταϋγέτου ήταν καλυμμένη με παγετώνες, οι μικροσυνθήκες της Μεγαλόπολης ευνοούσαν την επιβίωση. «Τα ζώα αυτά είχαν μεγάλη ικανότητα προσαρμογής, αρκεί να μην ήταν παγωμένο το νερό. Το περιβάλλον ήταν κρύο, αλλά και πολύ ιδιαίτερο. Το γνωρίζουμε επειδή η κατάσταση διατήρησης των ευρημάτων είναι τρομακτικά καλή. Βρήκαμε μέχρι και βιοχημικά υπολείμματα λιπιδίων καθώς και ολόκληρα έντομα, που μας δείχνουν με ακρίβεια τη θερμοκρασία του χώματος και του νερού».
Η Γιγαντομαχία
Η θερμοκρασία αυτή ήταν στις πιο σύγχρονες περιόδους πιο υψηλή. Το έδαφος έβγαζε ατμούς, που σε συνδυασμό με κάποια μεγάλα απολιθώματα έκανε τις επόμενες γενιές να πιστεύουν ότι εκεί είχε συμβεί ένα μυθικό γεγονός. «Οι αρχαίοι γνώριζαν ότι εκεί είχαν ζήσει μεγάλα, περίεργα πλάσματα», λέει ο κ. Καρκάνας. «Το αναφέρει νομίζω και ο Παυσανίας: λόγω των τεράστιων οστών και των καπνών από τις αναφλέξεις του λιγνίτη, οι άνθρωποι πίστευαν ότι εκεί έγινε η Γιγαντομαχία».
Σε κάθε περίπτωση, τα ευρήματα είναι τέτοια, που θα ακολουθήσουν αρκετές δημοσιεύσεις και μελέτες. Η ομάδα πιθανότατα θα επιστρέψει στη Μεγαλόπολη. Τα μέλη της είχαν και τύχη, καθώς η θέση «Κυπαρίσσια 4» εντοπίστηκε 70 μέτρα κάτω από την επιφάνεια, όπου είναι αδύνατον να φτάσει άνθρωπος: «Ακολουθήσαμε κυρίως τις εγκαταλελειμμένες βαθμίδες του λιγνιτωρυχείου», εξηγεί ο κ. Καρκάνας. Οχι ότι έλειπε το όραμα: «το όλο πράγμα ξεκίνησε 20, 30 χρόνια πριν», καταλήγει, «μέσα από συζητήσεις και σκέψεις μιας ομάδας ανθρώπων πολύ νεότερων τότε, που είχαμε την ιδέα να βάλουμε την Ελλάδα στον χάρτη της πρώιμης αποίκισης της Ευρώπης. Είχαμε επιμονή, υπομονή και μακροπρόθεσμο σχέδιο. Επειτα από τόση δουλειά, το να επιτυγχάνεις κάποια στιγμή, σου δίνει χαρά και ενθουσιασμό».
«Συνεχής η ανθρώπινη παρουσία, η Ελλάδα δεν ήταν ένα πέρασμα»
Του Σάκη Ιωαννίδη
Η πρώτη αρχαιολογική θέση στη Μεγαλόπολη, η «Μαραθούσα 1», ανακαλύφθηκε το 2013 υπό τη διεύθυνση της Ελένης Παναγοπούλου του ΥΠΠΟΑ και τοποθέτησε τα ίχνη ανθρώπινης παρουσίας στην περιοχή πριν από 450.000 χρόνια. Οι νέες θέσεις που ανακάλυψε η ομάδα, σχολιάζει η Κατερίνα Χαρβάτη, «έσπρωξαν» την αρχαιότερη μέχρι τώρα γνωστή παρουσία των ανθρωπιδών στον ελλαδικό χώρο κατά 250.000 χρόνια πιο πίσω και μαρτυρούν ότι οι άνθρωποι ζούσαν στην περιοχή για μεγάλες χρονικές περιόδους.
«Με τα ευρήματά μας πλησιάζουμε τις θέσεις από άλλα μέρη της Ευρώπης, όπου ο άνθρωπος εμφανίζεται πριν από ένα εκατομμύριο χρόνια, όπως στην Ιβηρική Χερσόνησο για παράδειγμα. Το γεγονός ότι πλέον έχουμε εντοπίσει αρχαιολογικές θέσεις σε όλη τη στρωματογραφική ακολουθία του ορυχείου, σε συνδυασμό με την ένδειξη ότι οι ανθρωπίδες επέζησαν και στις παγετώδεις περιόδους, είναι μια πολύ ισχυρή ένδειξη ότι κατά πάσα πιθανότητα υπήρξε συνεχής ανθρώπινη παρουσία στην περιοχή και ότι δεν ήταν μόνο πέρασμα αλλά ένα ιδανικό περιβάλλον για τους ανθρωπίδες επί εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια».
«Οι ανθρώπινοι πληθυσμοί επέζησαν, ενώ εξαφανίστηκαν από πιο βόρειες περιοχές της Ευρώπης», λέει η καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Τίμπινγκεν, Κατερίνα Χαρβάτη.
Η καθηγήτρια Παλαιοανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τίμπινγκεν της Γερμανίας χαρακτηρίζει «εκπληκτική» τη διατήρηση των οργανικών στοιχείων στα ιζήματα της Μεγαλόπολης. Εκτός από τα οστά των μεγαλόσωμων ζώων βρέθηκαν ακόμη στοιχεία μικρών θηλαστικών, πουλιών, ψαριών, αμφίβιων, υπολείμματα ξύλου, καρποί, φυτικά κατάλοιπα, έντομα. «Τα στοιχεία αυτά μας δίνουν μια εικόνα υψηλής ανάλυσης του παλαιοπεριβάλλοντος και του κλίματος στη διάρκεια του Μέσου Πλειστόκαινου, σε σχέση με την ανθρώπινη παρουσία και τις δραστηριότητες των ανθρωπιδών στο λεκανοπέδιο», σημειώνει η κ. Χαρβάτη και προσθέτει ότι η περιοχή λειτούργησε ως ασφαλές καταφύγιο για τους πληθυσμούς. «Οι ανθρώπινοι πληθυσμοί επέζησαν, ενώ εξαφανίστηκαν από πιο βόρειες περιοχές της Ευρώπης».
Ρωτάμε την καθηγήτρια εάν τα λίθινα εργαλεία μαρτυρούν ότι οι πρόγονοι του ανθρώπου που έζησαν στην περιοχή ήταν κυνηγοί. «Σίγουρα ναι, προς το τέλος της ακολουθίας, δηλαδή τις σχετικά νεότερες περιόδους που καλύπτει η στρωματογραφία. Για τις παλαιότερες θέσεις δεν είναι σίγουρο ότι ήταν κυνηγοί, μπορεί δηλαδή να είχαν πρόσβαση σε ήδη νεκρά ζώα – έχουμε ισχυρές ενδείξεις με ίχνη κοπής σε ελέφαντες και ιπποπόταμους άλλα και σε ελάφια και άλλα ζώα».
Στην Ελλάδα η επιστήμη της παλαιοανθρωπολογίας είναι σε «νηπιακό στάδιο», όπως έχει πει η κ. Χαρβάτη σε συνέντευξή της στην «Κ» (17.5.2021), και με αφορμή τα νέα ευρήματα τη ρωτάμε εάν τέτοιες ανακαλύψεις δίνουν ώθηση στο ενδιαφέρον των νέων επιστημόνων. «Ελπίζω πως ναι», σημειώνει, «ήδη υπάρχει πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον απ’ ό,τι στο παρελθόν, με πολλούς νέους επιστήμονες να ενδιαφέρονται για την Παλαιολιθική περίοδο. Πιστεύω πως η έρευνα σε αυτόν τον τομέα έχει ακόμα να δώσει πολλά σημαντικά ευρήματα στο μέλλον, και η έρευνα βέβαια συνεχίζεται».