Πληθαίνουν τα μέτρα που τίθενται ανά τον κόσμο για τη ρύθμιση της βραχυχρόνιας μίσθωσης με στόχο να μετριαστεί ο αντίκτυπος της ανεξέλεγκτης ανάπτυξης πλατφορμών τύπου Airbnb. Στις πλατφόρμες αυτές αποδίδεται συχνά η εκτόξευση των ενοικίων, το λεγόμενο «gentrification» των γειτονιών, η μετεγκατάσταση των κατοίκων σε προάστια και ο υπερτουρισμός.
Το πρόσφατο παράδειγμα της Νέας Υόρκης είναι χαρακτηριστικό, καθώς στις αρχές Σεπτεμβρίου εφαρμόστηκαν νέοι αυστηροί κανονισμοί. Για τη διάθεση καταλύματος για βραχυχρόνια μίσθωση πρέπει να πληρούνται πέντε προϋποθέσεις: οι ιδιοκτήτες πρέπει να είναι παρόντες στο σπίτι κατά τη διάρκεια της ενοικίασης, δεν επιτρέπεται η πρόσβαση σε πάνω από δύο επισκέπτες, τα δωμάτια δεν πρέπει να κλειδώνουν, η κατοικία δεν πρέπει να έχει πλαφόν στο ενοίκιο (το λεγόμενο «rent control») και οφείλει να έχει τις απαραίτητες άδειες ώστε να δέχεται κρατήσεις. Ακόμη όμως και για όσους πληρούν τις προϋποθέσεις, η άδεια δεν είναι εύκολη υπόθεση, αφού η αρμόδια αρχή έχει επεξεργαστεί μόλις το 25% των αιτημάτων.
Ως αποτέλεσμα περίπου 10.000 καταλύματα έχουν πλέον διαγραφεί από πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης, υποχρεώνοντας εφεξής τους περίπου 66 εκατ. τουρίστες που επισκέπτονται την πόλη κάθε χρόνο να μένουν σε ξενοδοχεία. Το κόστος είναι εξωφρενικό· μπορεί να κυμανθεί μεταξύ 130 και 1.200 δολαρίων ανά διανυκτέρευση στην πόλη με τα πιο αξιοπρεπή δωμάτια κοντά σε κεντρικά σημεία να κοστίζουν περίπου 300 δολάρια.
Μέτρα σε άλλες πόλεις
Το μοντέλο που εφαρμόστηκε στη Νέα Υόρκη έχουν βέβαια υιοθετήσει αρκετές ακόμη πόλεις ανά τον κόσμο. Το 2021 η Βαρκελώνη ήταν η πρώτη πόλη στην Ευρώπη που απαγόρευσε την ενοικίαση δωματίων για λιγότερο από 30 ημέρες εάν δεν υπάρχει τουριστική άδεια. Ακολούθησαν το Παρίσι, το Άμστερνταμ και το Λονδίνο, όπου μπορεί κανείς να εκμισθώσει σπίτι έως 30 ημέρες ανά 120 ημέρες τον χρόνο. Στο Βερολίνο, η εκμίσθωση κύριας κατοικίας απαιτεί άδεια και δευτερεύουσας κατοικίας έχει πλαφόν στις 90 ημέρες τον χρόνο. Αντίστοιχα μέτρα επιβάλλονται μεταξύ άλλων στο Σαν Φρανσίσκο, τη Σάντα Μόνικα, το Τόκιο, τη Σιγκαπούρη και το Σίδνεϊ.
Στόχος των μέτρων σε όλες τις πόλεις είναι να αντισταθμιστεί το έλλειμμα διαθέσιμων κατοικιών για μακροχρόνια μίσθωση, το οποίο έχει οδηγήσει σε σημαντική αύξηση των τιμών κατοικιών. Επίσης, στη Νέα Υόρκη ο στόχος των κανονισμών είναι η απομάκρυνση όσων υπερεκμεταλλεύονται τη βραχυχρόνια μίσθωση: χιλιάδες ήταν αυτοί που θέλοντας να βγάλουν εύκολα χρήματα αγόρασαν διαμερίσματα για να τα εκμισθώνουν ή ακόμη και τα ενοικίασαν για να τα υπενοικιάσουν.
Το κακό είναι ότι με τους νέους κανονισμούς θα υποστούν τις συνέπειες όλοι, ακόμη και όσοι αξιοποίησαν το σύστημα με μέτρο, ώστε να έχουν ένα μικρό επιπλέον εισόδημα. «Εάν δεν ανατραπεί, η Νέα Υόρκη θα διώξει τους μικροϊδιοκτήτες σαν εμάς εκτός πόλης και θα αντικατασταθούμε από καταλύματα πολυτελείας, το οποίο θα αλλάξει ακόμη περισσότερο τον χαρακτήρα των γειτονιών», αναφέρει χαρακτηριστικά η ομάδα Restore Homeowner Autonomy & Rights NY.
Βέβαια, όπως σημειώνει η EL PAÍS, είναι θέμα χρόνου μέχρι να βρεθούν παραθυράκια του νόμου στη Νέα Υόρκη. Ορισμένοι ιδιοκτήτες ακινήτων προσποιούνται ότι ζουν μέσα στα καταλύματα, κινδυνεύοντας με πρόστιμο μεταξύ 100 και 5.000 δολαρίων. Αυτή τη στιγμή πάντως εξακολουθούν να υπάρχουν νόμιμοι τρόποι να δώσει κανείς το σπίτι του για βραχυχρόνια μίσθωση. Ωστόσο, το πρόβλημα έχει μετατοπιστεί: εφόσον δεν υπάρχει εταιρεία να ελέγχει για τυχόν αναποδιές, η ανεξάρτητη εκμίσθωση κατοικιών ενέχει μεγάλους κινδύνους. Σημαίνει ότι θα πρέπει να εμπιστευόμαστε ξανά αγνώστους.