Οι διασταυρώσεις σε 3,8 εκατ. ΑΦΜ μπορεί να ολοκληρώνονται από τη φορολογική διοίκηση, βγάζοντας σημαντικά αποτελέσματα για φορολογουμένους με υψηλά ακαθάριστα έσοδα και μηδενικά κέρδη, ωστόσο δεν σταματούν. Το επόμενο διάστημα, πιθανόν εντός του μηνός, ξεκινούν οι διασταυρώσεις και σε όσους δηλώνουν μεν υψηλότερα κέρδη αλλά υπάρχει μεγάλη διαφορά με τα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδά τους. Οπως μάλιστα αναφέρθηκε τις προηγούμενες μέρες από το οικονομικό επιτελείο, το 20% των επαγγελματιών που δηλώνουν υψηλότερα εισοδήματα από το τεκμαρτό θα ελέγχονται από την ΑΑΔΕ. Πληροφορίες αναφέρουν ότι οι φορολογούμενοι με υψηλά εισοδήματα και ακόμη μεγαλύτερα ακαθάριστα έσοδα θα ελεγχθούν με τις έμμεσες τεχνικές ελέγχου και με βάση αυτές θα προκύψει το πραγματικό τους εισόδημα.
Όπως σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, ουσιαστικά ένα τμήμα επαγγελματιών και αυτοαπασχολούμενων δηλώνει σήμερα μεγαλύτερο εισόδημα στην εφορία, αλλά το χάσμα μεταξύ καθαρών και ακαθαρίστων είναι τεράστιο. Πλέον και αυτοί μπαίνουν στο ελεγκτικό «κάδρο» προκειμένου να περιορισθεί όσο το δυνατόν η απόκρυψη φορολογητέας ύλης. Μέχρι τώρα, και με στόχο να αποφύγουν τον έλεγχο ή να διαφοροποιηθούν από το μεγαλύτερο τμήμα με εισοδήματα έως 10.000 ευρώ, δήλωναν υψηλότερα εισοδήματα. Οι επαγγελματίες που δηλώνουν υψηλότερα εισοδήματα από 10.000 ευρώ ανέρχονται σε περίπου 140.000. Από αυτούς θα ελεγχθούν όσοι εμφανίζουν μεγάλη αναντιστοιχία κερδών και ακαθάριστων εισοδημάτων.
Παράλληλα, στο στόχαστρο έχουν μπει από τις διασταυρώσεις των 3,8 εκατ. ΑΦΜ και περιπτώσεις με πολύ υψηλά ακαθάριστα έσοδα και μηδενικά κέρδη ή ζημίες. Ηδη τα στοιχεία έχουν ληφθεί από τις ελεγκτικές αρχές και το προσεχές διάστημα θα κληθούν από την εφορία για εξηγήσεις. Οπως αναφέρουν πηγές της φορολογικής διοίκησης, τόσο για τις περιπτώσεις που διαπιστώνεται το χάσμα μεταξύ ακαθάριστων και καθαρών όσο και για αυτές με μηδενικά κέρδη ή ζημίες θα ενεργοποιηθούν οι έμμεσες τεχνικές για τον προσδιορισμού του πραγματικού εισοδήματος.
Οι έμμεσες τεχνικές ενεργοποιούνται:
• Στις περιπτώσεις που δηλώνεται ζημία σε τρία τουλάχιστον συνεχόμενα έτη και δεν προκύπτει ο τρόπος χρηματοδότησης της επιχείρησης με τον οποίο καλύπτονται οι υποχρεώσεις της.
• Οταν υπάρχει σημαντική αναντιστοιχία μεταξύ αγορών, πωλήσεων και αποθεμάτων.
• Εφόσον ο συντελεστής μεικτού κέρδους που προκύπτει από τα δηλούμενα αποτελέσματα είναι διαφορετικός από αυτόν που προκύπτει βάσει των παραστατικών αγορών και πωλήσεων.
• Οταν η επιχείρηση δεν προσκομίζει στοιχεία που ζητάει η φορολογική διοίκηση ύστερα από δύο προσκλήσεις.
Ετσι, λοιπόν, η φορολογική διοίκηση μπορεί να προβαίνει σε εκτιμώμενο, διορθωτικό ή προληπτικό προσδιορισμό της φορολογητέας ύλης με την εφαρμογή μιας ή περισσότερων από τις κατωτέρω τεχνικές ελέγχου:
α) Της αρχής των αναλογιών.
β) Της ανάλυσης της ρευστότητας του φορολογουμένου.
γ) Της καθαρής θέσης του φορολογουμένου.
δ) Της σχέσης της τιμής πώλησης προς τον συνολικό όγκο κύκλου εργασιών.
ε) Του ύψους των τραπεζικών καταθέσεων και των δαπανών σε μετρητά.
Τεχνική της αρχής των αναλογιών
Με τη μέθοδο αυτή προσδιορίζονται τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα, οι εκροές και τα φορολογητέα κέρδη του ελεγχόμενου προσώπου βάσει αναλογιών και ιδίως του περιθωρίου μεικτού κέρδους. Κατόπιν επαλήθευσης του κόστους πωληθέντων/παρεχόμενων υπηρεσιών και ανάλυσης στοιχείων και πληροφοριών από το ελεγχόμενο πρόσωπο ή και από τρίτες πηγές, προσδιορίζεται το πραγματικό περιθώριο μεικτού κέρδους, το οποίο εφαρμοζόμενο στο κόστος πωληθέντων/παρεχόμενων υπηρεσιών οδηγεί στον προσδιορισμό των εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα του ελεγχόμενου προσώπου.
Τεχνική της ανάλυσης της ρευστότητας του φορολογουμένου
Η τεχνική αυτή προσδιορίζει τη φορολογητέα ύλη αναλύοντας τα έσοδα (φορολογητέα και μη), τις αγορές και τις δαπάνες (επαγγελματικές, ατομικές και οικογενειακές) και τις αυξήσεις και μειώσεις των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων (επαγγελματικές, ατομικές και οικογενειακές) του φορολογούμενου φυσικού προσώπου. Στην περίπτωση που υπάρχει διαφορά, τότε αυτή θεωρείται μη δηλωθείσα φορολογητέα ύλη και θα πρέπει να αιτιολογηθεί από τον ελεγχόμενο φορολογούμενο για να μη φορολογηθεί περαιτέρω.
Τεχνική της καθαρής θέσης
Η τεχνική αυτή αναδημιουργεί το οικονομικό ιστορικό του ελεγχόμενου (ενεργητικό και παθητικό ανά έτος) και προσδιορίζει φορολογητέο εισόδημα. Αν η διαφορά αυτή ενεργητικού – παθητικού δεν αιτιολογείται, τότε θεωρείται μη δηλωθείσα φορολογητέα ύλη και υπόκειται σε φορολόγηση.
Τεχνική της σχέσης της τιμής πώλησης προς τον συνολικό όγκο κύκλου εργασιών
Με τη μέθοδο αυτή προσδιορίζονται τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα αξιοποιώντας τη σχέση της τιμής πώλησης προς τον συνολικό όγκο κύκλου εργασιών. Επί του συνολικού όγκου του κύκλου εργασιών, ο οποίος προσδιορίζεται είτε από τα λογιστικά αρχεία του ελεγχόμενου προσώπου είτε από τρίτες πηγές, εφαρμόζεται η τιμή πώλησης ανά μονάδα προϊόντος/υπηρεσίας προκειμένου να προσδιοριστούν τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα.