Αν πρόκειται για γυναίκα όμως, αυτοί οι πονοκέφαλοι είναι πιο συχνοί και έντονοι. Πιο συγκεκριμένα, οι γυναίκες είναι πιθανότερο να υποφέρουν από πονοκέφαλο κατά 2 με 3 φορές περισσότερο, από ότι οι άνδρες, όπως επισημαίνει η Δρ. Jelena Pavlovic, νευρολόγο στο Albert Einstein College of Medicine στη Νέα Υόρκη. Η ίδια εξηγεί σε άρθρο των New York Times, ότι οι πονοκέφαλοι αυτοί είναι συχνότεροι στις γυναίκες ηλικίας 15 έως 49 ετών, ενώ οι ημικρανίες είναι πιθανότερες να εκδηλωθούν κατά την παραγωγική δεκαετία των 30, προσφέροντας εξουθενωτικό πόνο και μεγάλες δυσκολίες στην καθημερινότητά τους. Πολλές έρευνες μάλιστα, όπως εκείνη από το Τμήμα Χειρουργικών Επιστημών, στο Κέντρο Γυναικείας Κεφαλαλγίας, του Πανεπιστημίου του Τορίνο, δείχνουν ότι οι ημικρανίες των γυναικών είναι πιο συχνές, πιο επιζήμιες και επιβαρυντικές και πιο μακροχρόνιες από τις ημικρανίες των ανδρών.
Επιπλέον οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να αναζητήσουν ιατρική περίθαλψη και συνταγογραφούμενα φάρμακα για την αντιμετώπιση του πόνου. Αντίστοιχα, οι γυναίκες που πάσχουν από ημικρανίες τείνουν επίσης να έχουν περισσότερα προβλήματα ψυχικής υγείας, συμπεριλαμβανομένου του άγχους και της κατάθλιψης.
Ωστόσο, αν και πριν από δεκαετίες, αυτοί οι πονοκέφαλοι αποδίδονταν στην αδυναμία των γυναικών να αντιμετωπίσουν το στρες, αποτελώντας, όπως πολλοί πίστευαν, ένα είδος υστερίας, πλέον οι ειδικοί αρχίζουν να ανακαλύπτουν τους παράγοντες που πραγματικά προκαλούν τόσο «μεροληπτικά» αυτό το ενοχλητικό φαινόμενο. Αν και οι γυναικείες ορμόνες αποτελούν τον πιο προφανή ένοχο, πολλοί πλέον θεωρούν ότι και άλλοι παράγοντες μπορεί να παίζουν ενεργό ρόλο.
Ο ρόλος των οιστρογόνων
Υπάρχουν διάφοροι παράγοντες πίσω από το γιατί οι άνδρες και οι γυναίκες βιώνουν διαφορετικά τις κρίσεις ημικρανίας. Σε αυτούς περιλαμβάνονται η γενετική, ο τρόπος ενεργοποίησης ή απενεργοποίησης ορισμένων γονιδίων και το περιβάλλον, τα οποία παίζουν ρόλο στη διαμόρφωση της δομής, της λειτουργίας και της προσαρμοστικότητας του εγκεφάλου, όσον αφορά τις ημικρανίες. Κατά τη διάρκεια λοιπόν της παιδικής ηλικίας, τόσο τα αγόρια όσο και τα κορίτσια έχουν ίσες πιθανότητες να εμφανίσουν ημικρανίες – με το 10% περίπου όλων των παιδιών να τις εμφανίζει κάποια στιγμή. Ωστόσο, η εφηβεία αρχίζει να διαφοροποιεί αυτό το φαινόμενο.
Για τις γυναίκες που είναι έγκυες, οι ημικρανίες μπορεί να είναι ακόμα πιο εξουθενωτικές κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου, μια περίοδο κατά την οποία η πρωινή ναυτία είναι συχνή. Επίσης η έλλειψη ή η παράλειψη του ύπνου, της σωστής διατροφής και της ενυδάτωσης μπορεί να κάνει τις ημικρανίες πιο πιθανές. Επιπλέον, οι κρίσεις ημικρανίας μπορεί να αυξηθούν κατά την προ-εμμηνόπαυση, τη μεταβατική φάση της γυναίκας προς την εμμηνόπαυση. Εκεί και πάλι, τα κυμαινόμενα επίπεδα ορμονών, ιδίως των οιστρογόνων, είναι οι βασικοί ένοχοι καθώς προκαλούν, μαζί με τον χρόνιο πόνο, την κατάθλιψη και τις διαταραχές του ύπνου που μπορεί να εμφανιστούν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
Τα καλά νέα είναι ότι οι ημικρανίες τείνουν γενικά να μειώνονται σε σοβαρότητα και συχνότητα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Για ορισμένες γυναίκες μάλιστα, εξαφανίζονται καθώς η εγκυμοσύνη προχωράει. Αντίστοιχα, καθώς η εμμηνόπαυση προχωρά, οι ημικρανίες μειώνονται, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις, εξαφανίζονται εντελώς.
Ημικρανίες των ανδρών
Η συχνότητα και η σοβαρότητα των ημικρανιών αυξάνονται ελαφρώς για τους άνδρες στις αρχές της δεκαετίας των 20. Έχουν μάλιστα την τάση να επιβραδύνονται και να κορυφώνονται ξανά γύρω στην ηλικία των 50 ετών και στη συνέχεια να επιβραδύνονται ή να σταματούν εντελώς. Το γιατί συμβαίνει αυτό δεν είναι ακόμα απολύτως κατανοητό, αν και ένας συνδυασμός γενετικών παραγόντων, περιβαλλοντικών επιδράσεων και επιλογών του τρόπου ζωής μπορεί να συμβάλλει στην αύξηση. Συνήθως για παράδειγμα, εμφανίζονται σε άτομα που καπνίζουν ή πίνουν πολύ.
Τρόποι ανακούφισης
Αν και υπάρχουν φάρμακα για τη μείωση του πόνου, τη συχνότητα και τη διάρκεια της ημικρανίας, στην πραγματικότητα δεν υπάρχει αποτελεσματική θεραπεία ακόμα. Ωστόσο, για τις γυναίκες υπάρχει μια κατηγορία φαρμάκων που κυκλοφόρησε τη δεκαετία του 1990, οι τριπτάνες, οι οποίες χρησιμοποιούνται συνήθως για τη θεραπεία των ημικρανιών. Μια άλλη κατηγορία φαρμάκων, τα λεγόμενα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα, έχουν επίσης αποδειχθεί αποτελεσματικά στη μείωση της δυσφορίας και της διάρκειας των εμμηνορροϊκών ημικρανιών. Το ίδιο μπορούν να κάνουν και διάφορες μέθοδοι αντισύλληψης, οι οποίες βοηθούν διατηρώντας σταθερά τα επίπεδα των ορμονών. Κατά τη διάρκεια της εμμηνόπαυσης όμως, υπάρχουν θεραπείες που μπορούν να βοηθήσουν στη μείωση τόσο της συχνότητας όσο και της σοβαρότητας των ημικρανιών, συμπεριλαμβανομένης της θεραπείας ορμονικής υποκατάστασης. Μια διαδικασία που περιέχει γυναικείες ορμόνες και χρησιμοποιείται για να αντικαταστήσει εκείνες που ο οργανισμός παράγει λιγότερο πριν ή μετά την εμμηνόπαυση.