Ζορντάν Μπαρντελά: Το παιδί μεταναστών που αναγέννησε την ακροδεξιά στη Γαλλία – Πώς έγινε το πουλέν της Λεπέν

    Ημερομηνία:

    Μπορεί ο Ζορντάν Μπαρντελά, μόλις 28 ετών και μάλιστα προερχόμενος από έναν ακραίο πολιτικό σχηματισμό, να κυβερνήσει μια χώρα όπως η Γαλλία; Έστω και αν η εξουσία του θα είναι μοιρασμένη με τον έτερο ισχυρό πόλο, λόγω του γαλλικού πολιτεύματος, τον πρόεδρο Μακρόν; Μια χώρα δηλαδή, με τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στην Ευρωζώνη, κορυφαία σε στρατιωτική ισχύ, αλλά και την πλέον πολυπολιτισμική στην Ευρώπη.

    Ένας νέος σε ηλικία, αλλά με ήδη σοβαρή σταδιοδρομία στον στίβο της πολιτικής, με κύρια «εφόδια» την εικόνα με το πλατύ του χαμόγελο, την απήχηση ενός σταρ, τον ενθουσιασμό των νεαρών που συνωθούνται για μια selfie μαζί του και τους 1,3 εκατομμύρια ακολούθους στο TikTok, το δημοφιλέστερο μέσο κοινωνικής δικτύωσης της νεολαίας.

    Που μιλάει πολύ σκληρά για τους μετανάστες, την Αριστερά, τα δικαιώματα, συχνά με εθνικιστικές κορώνες για τη θέση της Γαλλίας στον σύγχρονο κόσμο, αλλά πάντως χωρίς πια τις γωνίες εκείνες που έκαναν το κόμμα του «κόκκινο πανί» για τους κεντρώους και κεντροδεξιούς ψηφοφόρους. Αρκούν αυτά, ή μήπως διαθέτει και άλλα πολλά στοιχεία που τον έφεραν, όλα μαζί, σε θέση φαβορί για την πρωθυπουργία της χώρας του;

    Παράσταση αυτοδυναμίας

    Το κατ’ ουσίαν ερώτημα το απάντησαν οι Γάλλοι ψηφοφόροι χθες. Ο ίδιος ο Μπαρντελά, αδιαμφισβήτητος νικητής των χθεσινών βουλευτικών εκλογών, δικαιώθηκε και προχωρεί ολοταχώς στο δεύτερο γύρο, με ισχυρή παράσταση αυτοδυναμίας. Κάτι που εφόσον επαληθευτεί από τις κάλπες της επόμενης Κυριακής, θα τον οδηγήσει στην πρωθυπουργία. Επομένως, συγκατοίκηση για τρίτη φορά στην νεότερη γαλλική πολιτική ιστορία, με την τελευταία εξ αυτών το 1997, με το δίδυμο Σιράκ-Ζοσπέν. Αλλά πρώτη φορά ενός κεντρώου με έναν εκπρόσωπο της ακροδεξιάς. Κάτι που ίσως μέχρι πριν από λίγα χρόνια να αποτελούσε αδιανόητη πιθανότητα για την 5η Γαλλική Δημοκρατία, όμως σήμερα μοιάζει με φυσιολογική εξέλιξη των πραγμάτων.

    Και ήρθε να επιβεβαιωθεί πια όχι στις Ευρωεκλογές των «μηνυμάτων», που στη Γαλλία ήταν βεβαίως φέτος, πριν 4 εβδομάδες, συνταρακτικά, αλλά σε εκλογές που βγάζουν κυβέρνηση. Και μάλιστα εν μέσω αυξημένης καταλυτικά συμμετοχής στις κάλπες, που θεωρητικά θα λειτουργούσε υπέρ του Μακρόν και του Λαϊκού Μετώπου της Αριστεράς, συσπείρωσης προσωπικοτήτων της Γαλλίας απέναντί του, μέχρι και του Κίλιαν Εμπαπέ συμπεριλαμβανομένου. Που επέσειαν τον κίνδυνο η χώρα να γνωρίσει την πρώτη γνήσια ακροδεξιά κυβέρνηση μετά τα ανδρείκελα του Βισύ το 1940, όπως και κλίματος διεθνούς ανησυχίας για τις γαλλικές εξελίξεις που πολλοί το δικαιολογούσαν και άλλοι το χαρακτήριζαν υπερβολική κινδυνολογία.

    Όμως ο Μπαρντελά αποδείχτηκε ανθεκτικός. Ενώ επίσης, ούτε οι διεθνείς αγορές ούτε το γαλλικό χρηματιστήριο έδειξαν προσώρας να συμμερίζονται κινδύνους κατάρρευσης της οικονομίας ούτε καν κλυδωνισμών. Παρά τα όσα είχαν προεξοφληθεί, στη Γαλλία η ζωή συνεχίζεται σαν να μην μεσολάβησαν οι χθεσινές κάλπες.

    Πώς έπεισε ότι είναι ο καταλληλότερος

    Οι υποστηρικτές του επιμένουν πως αν η Μαρίν Λεπέν άντεξε να κρατήσει ισχυρό το Εθνικό Μέτωπο παρότι δεν μπόρεσε επί της ουσίας να κάνει το μεγάλο άλμα και να απειλήσει πραγματικά την εξουσία των συστημικών κομμάτων στις προεδρικές εκλογές του 2017 και του 2022 και στις βουλευτικές του 2021, ο Μπαρντελά -και όσα τον συνοδεύουν- είναι αυτός που ωθεί πλέον τον Εθνικό Συναγερμό/Εθνική Συσπείρωση να αλώσει την “πρωθυπουργική Βαστίλη” παραμονές της 235ης επετείου της Γαλλικής Επανάστασης. Και να υποχρεώσει τον Μακρόν στην ιστορική συγκατοίκηση με ορίζοντα 3ετίας.

    Πώς όμως κατάφερε ο Μπαρντελά να θεωρηθεί από τους Γάλλους ως ο καταλληλότερος να ηγηθεί στην επόμενη μέρα της χώρας τους; Ο 28χρονος από θέση φαβορί πλέον υποψήφιος να κατακτήσει την πρωθυπουργία, εξέφρασε το κυρίαρχο ρεύμα στη σύγχρονη γαλλική κοινωνία. Με αιχμές το μεταναστευτικό, την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας και της τρομοκρατίας, αλλά και την οικονομία, και την κοινωνική πολιτική. Όπως και να κεντρίσει, έστω και με λαϊκίστικα πλην αποτελεσματικά κίνητρα, την ευαισθησία των Γάλλων για το έθνος τους, τη χώρα τους, τις παραδόσεις και τα σύμβολά τους.

    Μεγάλη σημασία για να καταλάβει κανείς ποιος ακριβώς είναι και τι πρεσβεύει ο Μπαρντελά έχει η επισκόπηση της προέλευσης του. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο προάστιο Ντρανσί βορειανατολικά του μητροπολιτικού κέντρου του Παρισιού, στην περιοχή του Σεν-Σαιν-Ντενί. Ανάμεσα στο αεροδρόμιο Σαρλ Ντε Γκολ και το γήπεδο Σταντ ντε Φρανς, αλλά σε ένα περιβάλλον κυριαρχικής παρουσίας των μεταναστών, το μεγαλύτερο όλης της Γαλλίας, με την ανεργία, τη φτώχεια, αλλά και την εγκληματικότητα, ιδίως τη διακίνηση ναρκωτικών στα ύψη.
    Είναι η περιοχή το μεγαλύτερο ποσοστό μεταναστών, με 21,7% στην απογραφή του 1999 και που έκτοτε μόνο ανεβαίνει μέχρι το 30% και χωρίς αυτό να περιλαμβάνει τα παιδιά των μεταναστών που γεννήθηκαν στο γαλλικό έδαφος, καθώς και ανθρώπους που ήρθαν από πρώην γαλλικές αποικίες ή από την υπερπόντια Γαλλία. Το 2005, το 56,7% των νέων κάτω των 18 ετών ήταν ξένης προέλευσης, εξ αυτών 38% αφρικανικής καταγωγής. Το 2018, το ποσοστό της φτώχειας ήταν διπλάσιο του εθνικού μέσου όρου στο 28%, το ποσοστό ανεργίας ήταν 3% υψηλότερο από τον εθνικό μέσο όρο και με το 20% του πληθυσμού παράνομους μετανάστες.

    Σε αυτό το περιβάλλον παραστάσεων αντιλαμβάνεται κανείς πώς διαμορφώθηκε η προσωπικότητα του Μπαρντελά. Με το παράδοξο, και ο ίδιος να έχει ιταλικές ρίζες από τη μητέρα του που καταγόταν από το Τορίνο, καθώς και αλγερινές από τον πατέρα του. Δισέγγονος ενός Αλγερινού μετανάστη, του πατέρα της προγιαγιάς του, κατηγορείται από τους αντιπάλους του πώς παρότι απόγονος μεταναστών επιχειρεί να αναγεννηθεί στην Ακροδεξιά, στοχοποιώντας τους “λιγότερο Γάλλους” από αυτόν.

    Και πράγματι, κάποιες από τις θέσεις που πρόβαλλε στο πλαίσιο του κυβερνητικού του προγράμματος αντιστοιχίζονται με κάποια τα βιώματά του. Η ατζέντα του περιλαμβάνει πολιτικές όπως η ριζική μείωση της μετανάστευσης, ο τερματισμός της ιθαγένειας για πολίτες που γεννιούνται στη Γαλλία από γονείς μετανάστες και η δημιουργία μιας «εθνικής προτίμησης» για τους Γάλλους πολίτες σε προγράμματα κοινωνικής στέγασης και πρόνοιας. Πάντως, εκλογικά δεν του στοίχισαν, το αντίθετο.

    Η «ταπεινή» καταγωγή του, καθώς ήταν το μοναχοπαίδι μιας διαλυμένης οικογένειας, -οι γονείς του χώρισαν όταν ο Ζορντάν ήταν ακόμη πολύ μικρός-, του χρησιμεύει για το σημερινό του αφήγημα. Ότι δεν προέρχεται από κάποια πολιτική ή οικονομική ελίτ, αλλά είναι παιδί του γαλλικού λαού και μάλιστα από μια οικογένεια μεταναστών που αγάπησαν τη Γαλλία και σεβάστηκαν τους νόμους, τον πολιτισμό και τα έθιμά της. Η Λεπέν και ομάδα της βοήθησαν κατά κάποιο τρόπο επαγγελματικά στη δημιουργία αυτού του αφηγήματος γύρω από τον Μπαρντελά. Με έμφαση στην παιδική του ηλικία, στη ζωή του με μια διαζευγμένη μητέρα που πάλευε να τα βγάλει πέρα και τις απόψεις του να διαμορφώνονται βλέποντας τις καταστροφές της διακίνησης ναρκωτικών και του εγκλήματος στην περιοχή του και τις ταραχές που ξέσπασαν το 2005 μετά τον θάνατο δύο εφήβων κατά τη διάρκεια μιας αστυνομικής καταδίωξης.

    Η άλλη εκδοχή

    Με τους αντιπάλους του όμως, να τον κατηγορούν ότι τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Και ότι με αυτό τον τρόπο επιχειρεί να αποχρεωθεί την -άλλοτε συχνότερη αλλά και σήμερα όχι σπάνια- μισαλλόδοξη ρητορική του. Και του καταλογίζουν μεθοδική προσπάθεια επικοινωνιακής δήθεν «κανονικοποίησης» της λεπενικής σκληρής ακροδεξιάς.

    Μάλιστα η έγκυρη γερμανική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung αναφέρει ότι ο «θρύλος του φτωχού αγοριού από τα εξαθλιωμένα προάστια δεν στέκει απόλυτα». Καθώς, όπως υποστηρίζει, ο πατέρας του ήταν διευθυντής μιας μεσαίας επιχείρησης, με οικονομική άνεση, που του έδωσε τη δυνατότητα να μείνει σε ένα προάστιο εύπορων κατοίκων, το Μονμορανσί και να σπουδάσει σε ιδιωτικό κολέγιο.

    Και ενώ ο Ζορντάν σε ηλικία μόλις 16 ετών εντάχθηκε στον Εθνικό Συναγερμό, αργότερα συνέχισε τις σπουδές του στο τμήμα Γεωγραφίας στη Σορβόνη, για να τις εγκαταλείψει με την απλούστερη όλων των δικαιολογιών: γιατί δεν του άρεσε να σπουδάζει (!). Στο μεταξύ ο πατέρας του λίγο μετά την ενηλικίωση του, τού δώρισε ένα μικρό αυτοκίνητο και ένα διαμέρισμα. Από τα 19 του βιοποριζόταν πια από το κόμμα ως επαγγελματικό στέλεχος.

    Το 2015, δημιούργησε μια ομάδα στο Σεν Ντενί με την ονομασία «Banlieues Patriotes» που προσπάθησε να προσελκύσει τους κατοίκους των διαφορετικών και δυσαρεστημένων γειτονιών στην περιφέρεια του Παρισιού. Σύμφωνα με γαλλικά μέσα ενημέρωσης, κάποτε μοίρασε φυλλάδια που έγραφαν «Μουσουλμάνοι, ίσως, αλλά πρώτα οι Γάλλοι».

    Η καθοριστική γνωριμία

    Μια παλαιότερη σχέση του με την Κεριντβέν Σατιγιόν, κόρη του Φρεντρίκ Σατιγιόν, ενός επιχειρηματία και στενού συνεργάτη της Μαρίν Λεπέν, έγινε αφορμή η τελευταία να τον γνωρίσει. Ήταν άνοιξη του 2017. Συναντήθηκαν σε μια συγκέντρωση νεαρών ακτιβιστών του RN σε μια πιτσαρία στη Ναντέρ μετά από τοπικές εκλογές. Κάθισαν δίπλα και πριν το τέλος του γεύματος του ζήτησε να δουλέψει στην καμπάνια της για το 2017. «Με φόβισε λίγο, δεδομένου του νεαρού της ηλικίας μου», είπε ο Μπαρντελά αλλά συμφώνησε.

    Η Λεπέν τον ξεχώρισε αμέσως. Κυνηγός ταλέντων αυτή, καλός και πειθαρχικός μαθητής αυτός, συνέθεσαν ένα αρμονικό, παρά τη διαφορά ηλικίας και αποτελεσματικό δίδυμο. «Φαινόταν ένας πειθαρχημένος και ευδιάθετος νεαρός άνδρας, τον οποίο βρήκα πολύ Γάλλο, με τον τρόπο που ντυνόταν και με κομψότητα» είπε για αυτή τη συνάντηση η ίδια.

    Λίγες μόνο εβδομάδες μετά, η Λεπέν τον όρισε εκπρόσωπο Τύπου του Εθνικού Συναγερμού και δυο χρόνια αργότερα, το 2019, ο Μπαρντελά εξελέγη Ευρωβουλευτής, πρώτος από τη λίστα και αντιπρόεδρος του κόμματος. Μόλις 23 ετών. Στα 26 του έγινε και πρόεδρος του κόμματος, καταρρίπτοντας κάθε παράδοση που συνδέει ηλικίες και αξιώματα όχι μόνο στη Γαλλία, αλλά διεθνώς. Γιατί όχι αύριο και πρωθυπουργός;

    Οι επιδιώξεις της Λεπέν από τον Ζορντάν

    Το τι ήθελε η Λεπέν από τον Μπαρντελά, φάνηκε από τα ποσοστά αποδοχής του Εθνικού Συναγερμού στους νέους και τις γυναίκες. Ομάδες που με την παρουσία του ο 28χρονος διεμβόλισε, προσθέτοντας αποφασιστικούς πόντους στο «χτίσιμο» αυτού του χθεσινού 33% που έκανε αίσθηση όχι μόνο στη Γαλλία αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη και πέρα απ’ αυτήν.

    Σε κοινή συνέντευξή τους, η Λεπέν είχε «ομολογήσει» το σχέδιό της για τον Ζορντάν. Τον έχρισε ως το εμβληματικό πρόσωπο της νέας, επαγγελματικής ομάδας του Εθνικού Συναγερμού (RN) που αφιέρωσε πάνω από μια δεκαετία για να χτίσει, ποντάροντας ότι οι πιθανότητές της να διαδεχθεί τον Μακρόν, θα ήταν πολύ ισχυρότερες με τον Μπαρντελά στο πλευρό της. Στους Financial Times έδωσε και λεπτομέρειες: τον σκέφτηκε ως το «εισιτήριο», ως μέρος μιας στρατηγικής για να προετοιμάσει το γαλλικό κοινό να επιλέξει το RN. «Όσο περισσότεροι άνθρωποι μας γνωρίζουν και όσο περισσότερο ξέρουν ακριβώς τι θα κάνουμε, τόσο περισσότερο θα μπορούν να γυρίσουν την πλάτη τους στις καρικατούρες και τους φόβους για εμάς που υποκινούνται από τους αντιπάλους μας» είπε.

    Ξεκαθαρίζοντας ουσιαστικά ότι ο Μπαρντελά ήταν αυτός που μπορούσε να πετύχει αυτό που δεν μπορούσε η ίδια. Να απενοχοποιήσει το RN από το ακροδεξιό στίγμα, χωρίς να χάνει τις ιδεολογικές του σταθερές που το γιγάντωσαν και να το διαμορφώσει σε ένα mainstream κόμμα, που δεν θα το φοβούνται πια οι Γάλλοι, – υπό την πίεση του Μακρόν και της αριστεράς-, να το υπερψηφίσουν. Η αλλαγή ονόματος από το 2018, και ο απογαλακτισμός από τα ιδεώδη του πατέρα της Λεπεν, δεν είχαν αποδώσει τα επιδιωκόμενα.

    Με την κρίσιμη παρεμβατικότητα του Μπαρντελά, το RN κατάφερε να κεφαλαιοποιήσει ένα μεγάλο μέρος της δυσαρέσκειας των Γάλλων πολιτών για τη διακυβέρνηση Μακρόν, και από ψήφο διαμαρτυρίας των Ευρωεκλογών να τη μετασχηματίσει σε ψήφο-εντολή διακυβέρνησης, είτε αυτό αρέσει στους αντιπάλους του είτε όχι. Είτε του καταλογίζουν ακροδεξιά σύνδρομα είτε όχι.

    Δυσαρέσκεια που ειδικά από το 2020 και μετά εντάθηκε, με τη συγκρουσιακή μεταρρύθμιση της κυβέρνησης Μακρόν στο ασφαλιστικό και το συνταξιοδοτικό, τις ατελέσφορες πολιτικές στο μεταναστευτικό, την ακρίβεια στα τρόφιμα και την ενέργεια να πλήττει τα εισοδήματα και τον ζήλο για αποστολή στρατευμάτων στην Ουκρανία και τη μιλιταριστική ρητορική «κερασάκια στην τούρτα».

    «Έρχομαι»

    Ο Μπαρντελά σε πρώτο πλάνο κατάφερνε να πηγαίνει το πεδίο της αντιπαράθεσης στα «δικά του νερά», επιχειρώντας να ξεφεύγει από παγίδες και δύσκολες καταστάσεις. Είναι τέτοια η δυναμική του, ώστε ακόμα και η κατά κράτος ήττα του στο τηλεοπτικό debate από τον απερχόμενο πρωθυπουργό του Μακρόν, Γκαμπριέλ Ατάλ, δεν στοίχισε το παραμικρό στη δημοφιλία του. Βεβαίως, ορισμένοι πολιτικοί και επικοινωνιακοί αναλυτές αναφέρουν πως είναι τέτοια η αντιπάθεια των πολιτών για τον Μακρόν, ώστε να συγχωρούν στον Μπαρντελά λάθη ακόμα και σοβαρές αδυναμίες.

    Στην προεκλογική εκστρατεία του δεν έπαψε να κατηγορεί τον Μακρόν και τους υπουργούς του ως μέλη της ελίτ της παγκοσμιοποίησης και όργανα των Βρυξελλών, σε βάρος των Γάλλων. Κεντρικό σύνθημα: «Η Γαλλία επέστρεψε, ζητώ ψήφο υπέρ της γαλλικής ταυτότητας και κατά της πλημμύρας μεταναστών, για να υπάρχουμε και να μην εξαφανιστούμε». Αναφωνώντας και προαναγγέλλοντας ”έρχομαι”, στην προεκλογική συγκέντρωση του RN στο Παρίσι.

    Και χθες το βράδυ, ξεκαθάρισε στους πανευτυχείς οπαδούς του ότι αν γίνει πρωθυπουργός θα είναι ο «εγγυητής των δικαιωμάτων, των ελευθεριών και του δημοκρατικού συναισθήματος, αυτού που ενώνει όλους τους Γάλλους στο όρκο για ελευθερία, ισότητα και αδελφοσύνη». Στις προτεραιότητές του υπογράμμισε την ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών, την αποκατάσταση της τάξης και της ασφάλειας και την ανάληψη του ελέγχου της μεταναστευτικής πολιτικής.

    Η στρατηγική του

    Ο ίδιος έδειξε από σήμερα κιόλας, πώς αντιλαμβάνεται το μετεκλογικό/προεκλογικό «τοπίο» των επόμενων ημερών και μέχρι την Κυριακή.

    Δημοσίευσε μια ανοιχτή επιστολή-μανιφέστο προς τις Γαλλίδες και τους Γάλλους, στην οποία εκθέτει τη στρατηγική του κόμματος για την κινητοποίηση των ψηφοφόρων στον δεύτερο γύρο. Συνοπτικά: με τον Μακρόν τελειώσαμε, είναι παρελθόν, αντίπαλος μας είναι η αριστερά, την οποία το RN αντιμετωπίζει σε όλη σχεδόν την Επικράτεια.

    Το μεγαλύτερο μέρος της επιστολής εστιάζει στον Ζαν Λυκ Μελανσόν και τους κινδύνους που, σύμφωνα με τον Μπαρντελά, αντιπροσωπεύει για τη Γαλλία, παρότι δεν ήταν ούτε θα είναι υποψήφιος πρωθυπουργός. Ο Μπαρντελά χαρακτήρισε την αριστερά «πράκτορες του χάους» που που αποτελούν «υπαρξιακή απειλή για το γαλλικό έθνος». Και υποστήριξε, το RN θα φέρει «τάξη στους δρόμους και στο δημόσιο ταμείο». Με επίκεντρο της προεκλογικής εκστρατείας του για τον δεύτερο γύρο το κόστος ζωής, την ασφάλεια, την υγεία, την εκπαίδευση και τη μετανάστευση. Έχει αξία εδώ, ότι αποφεύγει να θέσει σε πρώτο πλάνο το ουκρανικό, τις σχέσεις με το ΝΑΤΟ και τη Ρωσία, όπου δέχεται δριμεία κριτική.

    Και ενώ αυτές τις ώρες στο γαλλικό πολιτικό σκηνικό και το διεθνές ενδιαφέρον κυριαρχούν τα ζητούμενα της 8ης Ιουλίου, αλλά στο παρασκήνιο εξελίσσονται μαραθώνιες διεργασίες για την συγκρότηση των συμμαχιών και υποστηρίξεων ενόψει της κάλπης του δεύτερου γύρου, ο Μπαρντελά πρέπει να απαντήσει στο αν θα επιμείνει στην πρωθυπουργία μόνο εφόσον το RN και οι σύμμαχοί του εξασφαλίσουν την απόλυτη πλειοψηφία των 289 από τις 577 έδρες της Εθνοσυνέλευσης ή θα συζητήσει το ενδεχόμενο να ηγηθεί κυβέρνησης μειοψηφίας. Δεν φαίνεται κάτι τέτοιο προσώρας, αλλά ο πολιτικός χρόνος είναι μακρύς.

    Το ερώτημα του 2027 και το φορτηγό

    Πολλοί ήδη διερωτώνται εξάλλου, στην περίπτωση που τελικά αναδειχθεί πρωθυπουργός την Κυριακή πού θα σταματήσουν οι φιλοδοξίες του. Ευνόητο ότι «βλέπει» προς τα Ηλύσια Πεδία, όπου και ο έτερος, κατά πολλούς κυριότερος πόλος εξουσίας. Για την ακρίβεια, το ερώτημα είναι όχι αν θα καταφέρει να συγκατοικήσει με τον Μακρόν, αλλά με τη Λεπέν, αν αυτή κερδίσει τις προεδρικές εκλογές του 2027. Ο κίνδυνος να απομυθοποιηθεί η ικανότητα της ακροδεξιάς να κυβερνήσει δεν είναι αμελητέος, -όσο και αν πολλοί σπεύδουν να αποδώσουν τέτοια «σατανικά σχέδια» στον Μακρόν-, και τούτο να συμπαρασύρει τον ίδιο μαζί με την Λεπέν. Επί του παρόντος όμως ούτε λέξη ούτε ο παραμικρός υπαινιγμός για κάτι τέτοιο, αντίθετα άπαντες μιλούν για αγαστή συμπόρευση χέρι-χέρι.

    Η δημοτικότητά του πάντως έχει ξεπεράσει εκείνη της Λεπέν. Τα «ζιζάνια» των δημοσκόπων και οι βολές των πολιτικών αντιπάλων αναμενόμενες. Μήπως θα ήταν καλύτερα για τον «Εθνικό Συναγερμό» μια δική του υποψηφιότητα για την προεδρία, αντί της Λεπέν, το 2027;

    Ρωτήθηκε ευθέως -μπροστά της- αν θα μπορούσε να την παραμερίσει ενόψει 2027 και απάντησε ευθαρσώς εις τριπλούν: «Όχι, όχι, όχι. Δεν έχω αυτή τη φιλοδοξία». Ένα μεγάλο πορτρέτο του εαυτού του και της Λεπέν είναι κρεμασμένο στο γραφείο του και εξακολουθεί να χρησιμοποιεί το επίσημο εσάνς για να της απευθυνθεί, αν και εκείνη του είπε ότι δεν χρειάζεται. Η Λεπέν από την πλευρά της πρόσθεσε ότι η ιδέα ότι θα στενοχωριόταν για το ότι ο Ζορντάν είναι πιο δημοφιλής στις δημοσκοπήσεις από αυτήν δεν υπάρχει: «Αντιθέτως χαίρομαι. Θα χρειαστώ έναν δημοφιλή πρωθυπουργό για να κυβερνήσει τη Γαλλία» είπε με νόημα.

    Για να προσθέσει: «Μπορεί αύριο να με χτυπήσει φορτηγό, ο Ζορντάν έχει το πολιτικό κύρος και την εμπιστοσύνη για τη συνέχεια». Ο αστερίσκος είναι όμως, αν το φορτηγό έρθει τον ερχόμενο Σεπτέμβριο με τη μορφή… δικαστικής απόφασης. Η Μαρίν Λεπέν θα δικαστεί για υπεξαίρεση κονδυλίων της ΕΕ από το 2004 έως το 2016, αντιμέτωπη με υψηλά πρόστιμα, αλλά και ποινή φυλάκισης έως και δέκα ετών.

    Κοινοποίηση:

    Τελευταία Νέα

    Κοινοποίηση:

    Περισσότερα Άρθρα
    Σχετικα

    Δυτική Αχαΐα: Δολιοφθορά κατά ενός ολόκληρου χωριού! – Μήνυση κατ’ αγνώστων από Αντιδήμαρχο

    Δεκαπέντε μέρες χωρίς δημοτικό φωτισμό συμπλήρωσε, την Παρασκευή, το...

    Υποψήφιοι νοσοκομείων 6ης ΥΠΕ: Τι καθυστερεί την επιλογή των νέων διοικητών;

    Στην αναμονή παραμένουν οι υποψήφιοι αλλά και οι νοσηλευτικές...

    Μαρινάκης: Λίγο παραπάνω από 24 ώρες άντεξε η πρόταση του κ. Ανδρουλάκη για τη μείωση του ΦΠΑ

    Ο Παύλος Μαρινάκης, με δήλωσή του, εξαπέλυσε επίθεση στο...
    Best Shop