Για τα θέματα που συζητήθηκαν στη διάρκεια της Άτυπης Συνάντησης Κορυφής στη Βουδαπέστη, μίλησε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ο πρωθυπουργός εστίασε στα ζητήματα ανταγωνιστικότητας και ενέργειας, που απασχολούν την Ευρωπαϊκή Ένωση, στάθηκε ιδιαίτερα στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος, ενώ μίλησε και για την ανάγκη της Ευρώπης για στρατηγική αυτονομία.
«Είχαμε την ευκαιρία να κάνουμε μια αναλυτική συζήτηση με τον Μάριο Ντράγκι και να σχολιάσουμε τα πολύ επίκαιρα ζητήματα που αναδεικνύει στην έκθεσή του. Υπάρχει μια συμφωνια ότι πρέπει να περάσουμε από τα λόγια στην πράξη. Να σταθώ σε επιμέρους τομείς που θίγει και ο κ. Ντράγκι στην έκθεσή του. Τα ζητήματα καινοτομίας και παραγωγικότητας, η Ευρώπη εξακολουθεί να υστερεί σε ζητήματα που αφορούν την καινοτομία και κατατέθηκαν ενδιαφέρουσες ιδέες για το πώς θα γεφυρώσουμε το χάσμα με τις ΗΠΑ. Ασχοληθήκαμε πολύ με τα θέματα ενέργειας, η Ευρώπη αντιμετωπίζει μεγάλο πρόβλημα ανταγωνιστικότητας, παρά το ότι επενδύσαμε στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Υπάρχει ρητή αναφορά – στην κοινή δήλωση – στις στρεβλώσεις της αγοράς ενέργειας που πρέπει να αντιμετωπιστούν με τρόπο κατεπείγοντα. Δύο σημαντικές παρεμβάσεις, χρειαζόμαστε περισσότερες διευρωπαϊκές διασυνδέσεις που θα χρηματοδοτηθούν με δημόσιους ευρωπαϊκούς πόρους και πρέπει να ξαναδούμε τον τρόπο τιμολόγησης του ηλεκτρικού ρεύματος, ώστε η τιμή να μην καθορίζεται υποχρεωτικά από το φυσικό αέριο. Έχω μιλήσει, ακόμα, για ανάγκη επένδυσης στην αμυντική βιομηχανία. Απέχουμε ακόμα από τη συζήτηση για κοινούς πόρους για την άμυνα. Αλλά πρέπει να γίνει παρέμβαση για επιπλέον δημοσιονομικό χώρο σε χώρες που επενδύουν στην άμυνα. Εμείς επενδύουμε 3% του ΑΕΠ στην άμυνα, έχει έρθει η ώρα να συζητήσουμε, ένα ποσό από αυτές τις δαπάνες να εξαιρείται από την οροφή των γενικών δαπανών. Τέλος, η εκλογή Τραμπ κατέστησε απολύτως σαφές σε πολλούς από εμάς ότι αυτή η αναγκαιότητα για τη στήριξη της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας καθίσταται πιο επιτακτική μετά τις αμερικανικές εκλογές» είπε αρχικά ο πρωθυπουργός.
Για τη σημερινή συνάντηση Γεραπετρίτη – Φιντάν και τα μηνύματα που έστειλε, ο κ. Μητσοτάκης είπε: «Η κανονικότητα πρέπει να είναι το ζητούμενο στις σχέσεις μεταξύ γειτόνων. Έχω συναντηθεί με τον Ερντογάν επίσημα και ανεπίσημα κι έχουμε ανταλλάξει μια καλή κουβέντα. Αυτό αρμόζει σε γειτονικά κράτη. Οι δηλώσεις των δύο υπουργών επιβεβαιώνουν πως υπάρχει καλό κλίμα, πάνω στο οποίο μπορούμε να οικοδομήσουμε, αλλά δεν υπάρχει κοινό πλαίσιο για να συζητήσουμε με την Τουρκία τη μεγάλη μας διαφορά για ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα. Αλλά το γεγονός ότι έγινε συνολική καταγραφή προόδου που έχει γίνει ως τώρα-με χορήγηση βίζας εξπρές στα νησιά που στήριξε πολύ τον τουρισμό, η καλή συνεργασία στο προσφυγικό, η συνεργασία σε διεθνείς οργανισμούς, όλα αυτά είναι βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση. Η Ελλάδα προσέρχεται στη συζήτηση από ισχυρή θέση. Έχουμε σταθερές Ένοπλες Δυνάμεις, αναπτυσσόμενη οικονομία, με πλαίσιο συμμαχιών, με αποφάσεις Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που θωρακίζουν τις ελληνικές θέσεις. Συνομιλούμε, θα συνομιλούμε και ακόμα και αν δεν μπορούμε να βρούμε ένα πλαίσιο, πρέπει να διαφυλάξουμε τα ήρεμα νερά που αποβαίνουν υπέρ των δύο λαών».
Για τη νίκη Τραμπ στις ΗΠΑ και την επόμεμνη μέρα των ευρωατλαντικών σχέσεων, ο πρωθυπουργός είπε: «Πιστεύω στη μεγάλη σημασία των ευρωατλαντικών σχέσεων που έχουν γαλουχηθεί εδώ και δεκαετίες. Θα βρούμε τρόπο και με τον νέο πρόεδρο να τις ενισχύσουμε περισσότερο, αναλαμβάνοντας ο καθένας το μερίδιο της ευθύνης που μας αναλογεί. Όταν ο Τραμπ έθεσε πολλά ευρωπαϊκά κράτη προ των ευθυνών τους για το γεγονός ότι δεν δαπανούσαν ούτε το 2% για τις αμυντικές δαπάνες, είχε δίκιο επί της αρχής. Υπάρχουν ζητήματα που θα απασχολήσουν τις ευρωατλαντικές σχέσεις-αν θα μπούμε σε εμπορικό πόλεμο, εύχομαι πως όχι-ελπίζω να υπάρξει αποκλιμάκωση στη ρητορική για επιβολή δασμών. Οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις είναι εξαρετικά ισχυρές, με στρατηγικό περιεχόμενο, θωρακισμένες από την αμυντική συμφωνία που υπογράψαμε. Θέσεις που επιβεβαιώθηκαν όταν κλήθηκα στο Κογκρέσο, η πρόσκληση ήρθε και από τα δύο κόμματα. Θα έχω την ευκαιρία να συνομιλήσω με Τραμπ τις επόμενες μέρες. Είμαι από τους παλαιότερους ηγέτες στο Συμβούλιο, οπότε είχα ευκαιρία να συνεργαστώ μαζί του στην πρώτη του θητεία».