Όταν η κοσμική εξουσία μπερδεύεται με την πνευματική, το αποτέλεσμα είναι τεράστια δύναμη. Οικονομική, και όχι μόνο. Αυτήν απολαμβάνει ο Αγά Χαν Ε’, ο νέος ηγέτης των Ισμαηλιτών, που ανέλαβε τα καθήκοντά του πριν από περίπου δύο μήνες, μετά τον θάνατο του πατέρα του Αγά Χαν Δ’ στις 4 Φεβρουαρίου. Ο Αγά Χαν Ε΄, ή Πρίγκιπας Ραχίμ Αλ-Χουσεΐνι, ανέλαβε επίσημα τα καθήκοντά του ως 50ός Ιμάμης των Νιζαρί Ισμαηλιτών μία εβδομάδα αργότερα, στις 11 Φεβρουαρίου. Κι από τότε είναι επικεφαλής σχεδόν 15 εκατομμυρίων ανθρώπων, που τον θεωρούν όχι μόνο θρησκευτικό τους ηγέτη, αλλά και πνευματικό καθοδηγητή και πηγή θεϊκής σοφίας. Γι’ αυτούς, ο εκάστοτε Αγά Χαν είναι ο άμεσος απόγονος του προφήτη Μωάμεθ μέσω της κόρης του Φατιμά και του γαμπρού του Αλί.

Η ισχυρή σέχτα του σιιτικού Ισλάμ
Οι Ισμαηλίτες υπάρχουν για περισσότερους από 13 αιώνες. Μέσα σ’ αυτό το διάστημα οι επικεφαλής αυτής της ισλαμικής αίρεσης έχουν συγκεντρώσει τεράστιες περιουσίες. Η διαφορά τους από άλλα θρησκευτικά δόγματα και πρόσωπα με μεγάλη απήχηση είναι ότι δεν ενδιαφέρονται μόνο για τη δική τους καλή ζωή, αλλά προσφέρουν τεράστια ποσά για την υγεία, την παιδεία, την αγροτική και την αστική ανάπτυξη, καθώς και την πολιτιστική κληρονομιά.
Οι Ισμαηλίτες είναι μια σέχτα του σιιτικού Ισλάμ, με ρίζες που φτάνουν πίσω στον 8ο αιώνα. Ανήκουν στο κλάδο των Σιιτών Μουσουλμάνων, αλλά διαφέρουν από τους Δωδεκατιστές (που αποτελούν τη μεγαλύτερη ομάδα Σιιτών, π.χ. στο Ιράν), κυρίως ως προς το ποιόν αποδέχονται ως νόμιμο διάδοχο του Ιμάμη Τζαφάρ αλ-Σαντίκ. Οι Ισμαηλίτες ακολούθησαν τον γιο του, Ισμαήλ, ενώ οι υπόλοιποι Σιίτες (οι Δωδεκατιστές) αναγνώρισαν ως διάδοχο έναν άλλο γιο, τον Μούσα αλ-Καζίμ. Αυτή η διαφωνία οδήγησε στο σχίσμα και στη δημιουργία της Ισμαηλίτικης παράδοσης.
Σήμερα υπάρχουν περίπου 15 εκατομμύρια Ισμαηλίτες παγκοσμίως. Κοινότητες υπάρχουν στην Ινδία και το Πακιστάν, αλλά και στην Κεντρική Ασία και το Αφγανιστάν, στην Ανατολική και Κεντρική Αφρική, καθώς και στη Μέση Ανατολή (Συρία και Ιράν). Υπάρχουν και κάποιες διάσπαρτες κοινότητες στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική, κυρίως λόγω της διασποράς, οι οποίες μόνο απομονωμένες δεν είναι. Άλλωστε και ο ίδιος ο Αγά Χαν Ε’ γεννήθηκε στην Ελβετία, στη Γενεύη, ο πατέρας του απεβίωσε στη Λισαβώνα της Πορτογαλίας και η τελετή με την οποία αναγνωρίστηκε ιμάμης των Ισμαηλιτών έγινε στην Ουάσιγκτον των ΗΠΑ.



Ποιος είναι ο νέος Αγά Χαν
O Πρίγκιπας Ραχίμ Αλ-Χουσεΐνι αποφοίτησε από το Phillips Academy Andover στη Μασαχουσέτη και από το Πανεπιστήμιο Brown με πτυχίο Συγκριτικής Λογοτεχνίας το 1995. Το 2006 ολοκλήρωσε μεταπτυχιακές σπουδές στη Διοίκηση Επιχειρήσεων στη Σχολή IESE του Πανεπιστημίου Navarra στη Βαρκελώνη. Το 2013, ο Πρίγκιπας παντρεύτηκε την Κέντρα Ιρίν Σπίερς και απέκτησαν δύο γιους: τον Πρίγκιπα Ιρφάν -γεννημένο το 2015- και τον Πρίγκιπα Σινάν -γεννημένο το 2017. Το ζευγάρι χώρισε το 2022. Ο Αγά Χαν Ε΄ έχει ενεργό ρόλο στη διακυβέρνηση του Δικτύου Ανάπτυξης Αγά Χαν (AKDN), το οποίο δραστηριοποιείται σε πάνω από 30 χώρες με ετήσιο προϋπολογισμό περίπου 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων. Μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Αγά Χαν Ε΄ δεσμεύτηκε να συνεχίσει το έργο του προκατόχου του, εστιάζοντας σε πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, την ενίσχυση των εκπαιδευτικών υποδομών και την προώθηση της οικονομικής ενδυνάμωσης.
Παρά την, για πολλούς αιώνες, ύπαρξη της ισλαμικής αίρεσης, ο τίτλος Αγά Χαν είναι σχετικά καινούργιος και αποδόθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα κυρίως από τους Βρετανούς. Κατά τα τελευταία στάδια του Πρώτου Αγγλο-Αφγανικού Πολέμου (1841–1842), ο Χασάν Αλί Σαχ, ο πρώτος που ονομάστηκε Αγά Χαν, παρείχε στρατιωτική υποστήριξη στους Βρετανούς. Το αποικιοκρατικό καθεστώς της Βρετανικής Ινδίας τον αναγνώρισε με τον τίτλο του “Πρίγκιπα”.
Η χορήγηση τίτλων ευγενείας από τους Βρετανούς σε τοπικούς άρχοντες και μεγαλογαιοκτήμονες που στήριζαν την αυτοκρατορική πολιτική δεν ήταν ασυνήθιστη πρακτική. Ωστόσο, η περίπτωση του Αγά Χαν θεωρείται μοναδική, καθώς παρότι η στρατιωτική του βοήθεια βασίστηκε στην επιρροή του στους τοπικούς φυλάρχους, η ευγενής του καταγωγή αντλούσε κύρος από τη θρησκευτική του ιδιότητα ως ηγέτη ενός ολόκληρου δόγματος του Ισλάμ. Έτσι, λοιπόν, ο Αγά Χαν είναι πρίγκιπας μεν, αλλά δεν έχει πριγκιπάτο, δηλαδή δικό του έδαφος για να διοικεί.
Το 1866, ο Αγά Χαν κατάφερε σημαντική νομική νίκη στο Ανώτατο Δικαστήριο της Βομβάης, στην υπόθεση που έμεινε γνωστή ως «Η Υπόθεση του Αγά Χαν, εξασφαλίζοντας την επίσημη αναγνώρισή του από τη βρετανική κυβέρνηση ως ηγέτης. Η απόφαση αυτή επικύρωνε την ιδιότητά του ως κληρονομικού Ιμάμη των Ισμαηλιτών. Το 1887, ο τίτλος «Αγά Χαν» έλαβε επίσημη αναγνώριση από τη Βρετανική Κυβέρνηση. Η ιδιαιτερότητα της έλλειψης εδάφους, βέβαια, αντισταθμίζεται από την τεράστια περιουσία που έχει συγκεντρώσει η οικογένεια του Αγά Χαν στα χρόνια της ύπαρξής της. Η προσωπική περιουσία είναι πολύ δύσκολο να εκτιμηθεί, ωστόσο πηγές όπως το Vanity Fair και το Mac Issues την εκτιμούν πάνω από 13 δις δολάρια. Αυτά προέκυψαν από στρατηγικές επενδύσεις και επιχειρηματικές δραστηριότητες σε διάφορους τομείς.


Το AKFED είναι ο επιχειρηματικός βραχίονας του Αγά Χαν, ο οποίος διαχειρίζεται πάνω από 90 εταιρείες σε τομείς όπως τηλεπικοινωνίες, αεροπορία, τραπεζικές υπηρεσίες, τουρισμός, βιομηχανία και ασφάλειες. Αυτές οι επιχειρήσεις απασχολούν περισσότερους από 47.000 ανθρώπους και έχουν παρουσία σε χώρες της Αφρικής, της Ασίας και της Ευρώπης. Μέσω του AKFED, ο Αγά Χαν έχει σημαντικό ποσοστό στη Nation Media Group, τον μεγαλύτερο ανεξάρτητο όμιλο ΜΜΕ στην Ανατολική Αφρική. Επιπλέον, είχε επενδύσει στην ασφαλιστική εταιρεία Jubilee Holdings, με ποσοστό 37,98%.
Ο Αγά Χαν Δ΄, ο πατέρας του τωρινού ιμάμη, ήταν γνωστός για την εκτροφή και την ιδιοκτησία αλόγων ιπποδρομιών υψηλής ποιότητας. Υπάρχουν φάρμες εκτροφής στη Γαλλία, την Ιρλανδία και άλλες χώρες, και τα άλογά του συμμετείχαν σε σημαντικούς αγώνες, όπως το Prix de Diane και το Arc de Triomphe. Υπάρχουν πολυτελή ακίνητα σε διάφορες χώρες, όπως το Εγκλμόν στη Γαλλία και το Νησί Μπελ στις Μπαχάμες. Επίσης, στην ιδιοκτησία του περιλαμβάνονται και πολυτελέστατα σκάφη, όπως το Alamshar, αξίας 100 εκατομμυρίων λιρών, το οποίο είχε ονομαστεί έτσι προς τιμήν του διάσημου αλόγου του.
