Για δεκαετίες, το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα λειτουργούσε με ένα ιδιόμορφο είδος εξουσίας — χωρίς στρατό, εκτελεστικές εξουσίες ή δημοκρατική εντολή.
Αντ’ αυτού, οι αξιωματούχοι που διαχειρίζονται το εκτεταμένο και αλληλένδετο χρηματοοικονομικό σύστημα βασίζονται σε κάτι πιο άυλο: την εμπιστοσύνη, τη συναίνεση και την αθόρυβη αξιοπιστία της τεχνοκρατίας.
Ωστόσο, υπό την κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ, οι ΗΠΑ — που για πολύ καιρό υπήρξαν σημαντική φωνή στη διαμόρφωση των διεθνών κανόνων — απειλούν να καταστρέψουν αυτό το σύστημα.
Ωστόσο, την εποχή της αυξανόμενης πολιτικοποίησης των ρυθμιστικών αρχών και των τηλεοπτικών διαφημίσεων που κατακρίνουν τους τραπεζικούς κανονισμούς, αυτός ο τρόπος λειτουργίας ενδέχεται να μην ισχύει πλέον.
Η κίνηση των ΗΠΑ να απορρίψουν τα παγκόσμια πρότυπα και η απειλή τους να αποσυρθούν από τους οργανισμούς που τα καταρτίζουν ενέχει τον κίνδυνο να υπονομεύσει το σύνολο του συστήματος θέσπισης παγκόσμιων προτύπων.
Για ένα θέμα που φαίνεται τόσο τεχνικό, τα διακυβεύματα είναι μεγάλα. Με τις αγορές να ταράζονται από την δασμολογική «βόμβα» της αμερικανικής κυβέρνησης, οι κίνδυνοι χρηματοπιστωτικής αναταραχής βρίσκονται πιο κοντά από ποτέ — ένα μήνυμα που οι κολοσσοί της Wall Street προσπαθούν να υπογραμμίσουν στον Τραμπ, με προσωπικότητες όπως ο επικεφαλής της JP Morgan, Τζέιμι Ντίμον, να προειδοποιούν για μείωση της αξιοπιστίας των ΗΠΑ και ακόμη και για ύφεση ως αντίδραση στις αμερικανικές πολιτικές.
Ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ δήλωσε ότι οι ΗΠΑ επιθυμούν ένα «βιώσιμο διεθνές οικονομικό σύστημα» που θα εξυπηρετεί καλύτερα τα συμφέροντά τους.
Ωστόσο, παραμένει ασαφές εάν η θέση αυτή θα επεκταθεί σε παγκόσμιους οργανισμούς όπως η Επιτροπή Τραπεζικής Εποπτείας της Βασιλείας, των οποίων τα πρότυπα είναι ανίσχυρα εάν δεν συνοδεύονται από εθνικούς νόμους. Το ίδιο ισχύει και για το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, το οποίο συστάθηκε μετά την κρίση του 2008 για να αποτρέψει την επανάληψή της.
Σε εσωτερικό επίπεδο, ο Τραμπ έχει παρουσιάσει ένα σημαντικό πρόγραμμα απορρύθμισης για τον χρηματοπιστωτικό τομέα. Και ενώ τα σχέδια των ΗΠΑ για την εφαρμογή των παγκόσμιων τραπεζικών μεταρρυθμίσεων που συμφωνήθηκαν μετά την κρίση του 2008, γνωστές ως Βασιλεία ΙΙΙ, τέθηκαν σε αναστολή εν μέσω έντονων πιέσεων κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Μπάιντεν, το μέλλον του πακέτου στις ΗΠΑ φαίνεται πλέον νεκρό υπό τον Τραμπ, με τους παράγοντες του κλάδου να αναμένουν μια πολύ πιο ήπια αναδιατύπωση.

Εάν οι ΗΠΑ, ιδρυτικό μέλος πολλών οργανισμών και σημαντικός παράγοντας στο καπιταλιστικό σύστημα, δεν δίνουν πλέον σημασία στους παγκόσμιους κανόνες, η νομιμότητά τους τίθεται υπό αμφισβήτηση.
Η προσέγγιση των ΗΠΑ στα πρότυπα της Βασιλείας ΙΙΙ έχει ήδη πυροδοτήσει έναν αγώνα με άλλες σημαντικές δικαιοδοσίες. Το Ηνωμένο Βασίλειο, για παράδειγμα, έχει αναβάλει την εφαρμογή των προτύπων έως ότου γνωρίζει τι θα κάνει η Αμερική, ενώ η ΕΕ καθυστερεί την εφαρμογή ορισμένων τμημάτων των κανόνων.
Δημοσίως, οι παγκόσμιοι χρηματοπιστωτικοί ελεγκτές είναι αισιόδοξοι για τη συνέχιση της συμμετοχής των ΗΠΑ. Ο Ζαν-Πολ Σερβέ, πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της IOSCO, του παγκόσμιου φορέα θέσπισης προτύπων για τη ρύθμιση των χρηματοπιστωτικών αγορών, δήλωσε πρόσφατα στο POLITICO ότι είναι «ήσυχος όσον αφορά τη δυνατότητα συνεργασίας» με τις ΗΠΑ στο μέλλον.
Ωστόσο, στα παρασκήνια, το κλίμα δεν είναι τόσο αισιόδοξο. Σε συνομιλίες με το POLITICO, τρεις υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι παγκόσμιων φορέων θέσπισης προτύπων εξέφρασαν τις ανησυχίες και τους φόβους τους για το μέλλον, σε περίπτωση που οι ΗΠΑ αποφασίσουν να καταστρέψουν το διεθνές σύστημα χρηματοπιστωτικής ρύθμισης.
Ένας από αυτούς εξέφρασε την απογοήτευσή του για το γεγονός ότι οι παγκόσμιοι εποπτικοί φορείς δεν έχουν εξουσία επιβολής και εξαρτώνται από την καλή θέληση των χωρών μελών για την εφαρμογή των κανόνων που θεσπίζονται. Ο αξιωματούχος δήλωσε ότι η κατάσταση δεν αποτελεί τόσο καταδίκη συγκεκριμένων παγκόσμιων φορέων, όσο της φθίνουσας αξιοπιστίας της διεθνούς τάξης υπό την ηγεσία των ΗΠΑ.
Ένας άλλος παρουσίασε μια εικόνα των φορέων θέσπισης προτύπων οι οποίοι βρίσκονται σε κατάσταση απλής επιβίωσης, με στόχο να διατηρήσουν τις υπάρχουσες δεσμεύσεις, αναγνωρίζοντας παράλληλα ότι το μελλοντικό έργο σε πολιτικά ευαίσθητους τομείς, όπως η κλιματική αλλαγή, θα είναι πιο δύσκολο.
Ένας τρίτος ανέφερε ότι οι κανόνες θα είναι πιθανώς λιγότερο φιλόδοξοι, προκειμένου να συγκεντρώσουν την υποστήριξη όλων των μελών, καθώς, όπως είπε, δε θα έχει νόημα να συμφωνηθούν πρότυπα που στη συνέχεια δε θα εφαρμοστούν από ορισμένες δικαιοδοσίες.
Προς το παρόν, οι παγκόσμιοι φορείς εποπτείας περιμένουν να παρέλθει η προθεσμία των 180 ημερών για την απόφαση σχετικά με την αποχώρηση των ΗΠΑ.
«Πρόκειται για εικασίες αυτή τη στιγμή», δήλωσε ο Θόρστεν Μπεκ, οικονομολόγος και διευθυντής του Florence School of Banking and Finance στο European University Institute. Αν και ο Μπεκ δεν προέβλεψε την πλήρη αποχώρηση των ΗΠΑ από τους οργανισμούς, δήλωσε ότι η Αμερική είναι πιθανό να «δείξει μικρότερο ενδιαφέρον για τη συμμετοχή σε αυτές τις συζητήσεις» και να «επικεντρωθεί περισσότερο σε ό,τι θεωρεί καλύτερο για την ίδια».
Αν συμβεί αυτό, θα οδηγηθούμε σε μεγαλύτερο κατακερματισμό της ρύθμισης, πράγμα που σημαίνει ότι οι διασυνοριακές χρηματοπιστωτικές εταιρείες θα πρέπει να αντιμετωπίσουν διαφορετικούς κανόνες σε διαφορετικές χώρες. Σε μια κατάσταση όπου οι ΗΠΑ παραμένουν μέλος αυτών των οργάνων, αλλά δε συμμετέχουν πλέον ενεργά στη δημιουργία και την τήρηση των παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών κανόνων, «δε θα υπάρχει πλέον ανάπτυξη παγκόσμιων κανονιστικών προτύπων. Ο καθένας θα κάνει ό,τι θέλει», δήλωσε ο Μπεκ.
Εάν οι ΗΠΑ αποσυρθούν, οι παγκόσμιοι φορείς θα γίνουν «περισσότερο ένας κοινωνικός σύλλογος, ένας σύλλογος συζήτησης και δε θα έχουν πλέον σημασία», προσέθεσε. Οι αναδυόμενες δυνάμεις όπως οι BRICS και ιδίως η Κίνα, θα διαδραματίσουν πιθανώς μεγαλύτερο ρόλο στις παγκόσμιες συνομιλίες για τη χρηματοπιστωτική ρύθμιση — μια τάση που επιβεβαίωσε ένας από τους ανώτερους αξιωματούχους με τους οποίους μίλησε το POLITICO.
Η διαφορά θα γίνει αισθητή κυρίως σε μια μελλοντική χρηματοπιστωτική κρίση, τόνισε ο Μπεκ. Χωρίς τις ΗΠΑ, οι ρυθμιστικές αρχές σε όλο τον κόσμο θα είναι πολύ λιγότερο αποτελεσματικές στον συντονισμό και την άμεση δράση — δύο ενέργειες που βασίζονται στην εμπιστοσύνη και τις καλές σχέσεις — για τον περιορισμό μιας κρίσης.
