Η μούμια μιας αρχαίας αιγυπτιακής γυναίκας με το στόμα της ορθάνοιχτο, που προσομοιάζει κραυγή αγωνίας, μπορεί πράγματι να πέθανε ουρλιάζοντας, ανακάλυψαν πρόσφατα οι οι ερευνητές.
Μετά τον πασίγνωστο πίνακα «Η Κραυγή» του Έντβαρντ Μουνκ, η εικόνα της «Γυναίκας που Ουρλιάζει» χαράσσει τη δική της ιστορία. Πέραν, όμως, των κοινών συναισθημάτων που μοιράζονται αυτά τα δύο, έχουν ορισμένες θεμελιώδεις διαφορές. Το πρώτο, είναι ένα έργο τέχνης του 1893 και το άλλο είναι μια μούμια 3.500 ετών από την Αίγυπτο.
Η μούμια της «Γυναίκας που Ουρλιάζει», για της οποίας την ταυτότητα δεν υπάρχουν στοιχεία, ανακαλύφθηκε σε αρχαιολογική αποστολή του 1935 στο Ντέιρ ελ Μπαχάρι κοντά στο Λούξορ και φυλάσσεται στο Αιγυπτιακό Μουσείο του Καΐρου.
Και ενώ δεν πρόκειται για μια πρόσφατη ανακάλυψη, οι ερευνητές απορούσαν για χρόνια σε τι οφείλεται η αγωνιώδης έκφραση του προσώπου της.
Με άρθρο τους στο περιοδικό Frontiers in Medicine, οι επιστήμονες δήλωσαν ότι χρησιμοποίησαν αξονικές τομογραφίες και άλλες εξετάσεις για να εξετάσουν αν η μούμια είχε παθολογικές ανωμαλίες και να εκτιμήσουν τις πιθανές αιτίες θανάτου, αναφέρει το CBS.
Διαπίστωσαν ότι η γυναίκα, η οποία ήταν περίπου 48 ετών όταν πέθανε, είχε χάσει κάποια δόντια και ζούσε με ήπια αρθρίτιδα της σπονδυλικής στήλης. Το σώμα της ταριχεύτηκε πριν από περίπου 3.500 χρόνια με υψηλής ποιότητας υλικά.
Είναι γνωστό ότι οι αρχαίοι Αιγύπτιοι μουμιοποιούσαν τα σώματα επειδή πίστευαν ότι η διατήρησή τους μετά το θάνατο εξασφάλιζε μια αξιοπρέπεια στην μετά θάνατον ζωή τους. Κατά την ταρίχευση, τα εσωτερικά όργανα αφαιρούνταν και το στόμα των νεκρών έκλεινε, με τους ταριχευτές να δένουν το σαγόνι με το κεφάλι, για να αποτρέψουν τη φυσιολογική μεταθανάτια πτώση του σαγονιού», δήλωσε στο πρακτορείο ειδήσεων Reuters η επικεφαλής ερευνήτρια της μελέτης, καθηγήτρια ακτινολογίας του Πανεπιστημίου του Καΐρου, Σαχάρ Σαλίμ.
Αλλά αυτό δεν είχε συμβεί στην περίπτωση της «Γυναίκας που ουρλιάζει», της οποίας το σαγόνι είναι ορθάνοιχτο, όπως ενός ανθρώπου που κραυγάζει από αγωνία.
«Αυτό άνοιξε το δρόμο για άλλες εξηγήσεις του πλατιά ανοιχτού στόματος – ότι η γυναίκα πέθανε ουρλιάζοντας από αγωνία ή πόνο και ότι οι μύες του προσώπου συσπάστηκαν για να διατηρήσουν αυτή την εμφάνιση τη στιγμή του θανάτου λόγω πτωματικού σπασμού», δήλωσε η Σαχάρ στο Reuters, προσθέτοντας ότι, λόγω όλων των αγνώστων γύρω από το ιστορικό της, η αιτία της έκφρασής της δεν μπορεί να καθοριστεί με βεβαιότητα.
Ο πτωματικός σπασμός είναι μια ανεπαρκώς κατανοητή κατάσταση, κατά την οποία οι συσπασμένοι μύες γίνονται άκαμπτοι αμέσως μετά το θάνατο.