Του Αλέξη Σκαρμέα
Ζούμε ακόμα ένα ζεστό καλοκαίρι με πολυήμερους καύσωνες που δυσκολεύουν τη ζωή μας. Ταυτόχρονα όλοι οι ειδικοί μας ειδοποιούν. Έτσι κι ακόμα πιο δύσκολα θα είναι από εδώ και πέρα τα καλοκαίρια μας.
Όπως είναι γνωστό η αύξηση της θερμοκρασίας συναρτάται με το φαινόμενο της κλιματικής κρίσης. Πρόκειται για πρόβλημα πλανητικών διαστάσεων που είναι αδύνατο να αντιμετωπιστεί σε τοπική κλίμακα. Μήπως όμως μπορούμε να δράσουμε σε τοπική κλίμακα ώστε να έχουμε μια μείωση της θερμοκρασίας κατά 2-3 βαθμούς Κελσίου;
Σε όλον τον κόσμο οι πόλεις παίρνουν τα μέτρα τους. Δημιουργούν δίκτυα πεζοδρόμων που τους μετατρέπουν σε αστικά δάση. Χαρακτηρίζουν τις στάσεις των λεωφορείων «παγίδες ζέστης» και φυτεύουν δέντρα γύρω από αυτές. Βάφουν τις στέγες των κτιρίων λευκές ενώ πειραματίζονται με το βάψιμο των δρόμων με λευκό χρώμα.
Η τάση αυτή δεν έχει ακόμα φτάσει στην πόλη μας. Είναι μάλιστα ενδεικτικό ότι ο Δήμος διατηρεί αντιδημαρχία στην οποία συστεγάζονται αρμοδιότητες Πολιτικής Προστασίας, Πράσινου και Κοιμητηρίων. Όλα μαζί.
Επί πλέον διατηρούνται παρωχημένες αντιλήψεις του προηγούμενου αιώνα. Το πράσινο στην πόλη αντιμετωπίζεται μάλλον ως δραστηριότητα καλλωπισμού της παρά ως επείγουσα απάντηση στην κλιματική κρίση.
Αυτό πρέπει να αλλάξει επειγόντως. Χρειαζόμαστε μια αυτοτελή αντιδημαρχία κλιματικής κρίσης ως υπόμνηση της κρισιμότητας του προβλήματος. Ταυτόχρονα χρειαζόμαστε ένα ευρύ πρόγραμμα δενδροφυτεύσεων, μιλάω για μερικές εκατοντάδες δέντρα το χρόνο, αλλά και πρωτότυπες προσεγγίσεις, λόγου χάριν το πρασίνισμα των ακάλυπτων χώρων στις πολυκατοικίες. Χρειαζόμαστε και σημειακές παρεμβάσεις, για παράδειγμα το μεγάλο τηγάνι της πλατείας Γεωργίου δεν μπορεί να είναι ανεκτό σε συνθήκες με παρατεταμένους καύσωνες.
Συνοπτικά, θα έλεγα, ότι ο Δήμος πρέπει αμέσως να αποκτήσει ένα ευρύ και συνολικό πρόγραμμα με πολυετή ορίζοντα και σαφή και μετρήσιμο στόχο. Τη μείωση της θερμοκρασίας στην πόλη τους καλοκαιρινούς μήνες κατά 2-3 βαθμούς Κελσίου. Είναι αναγκαίο, είναι εφικτό.
Αρκεί να συνειδητοποιήσουμε το πρόβλημα, να το ορίσουμε ως προτεραιότητα και να κινηθούμε με σύγχρονες και όχι με παρωχημένες αντιλήψεις.