Ο Ανδρέας Μικρούτσικος αναφέρθηκε για πρώτη φορά στο ειδύλλιο ανάμεσα στον ίδιο και την Όλγα Τρέμη.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο περιοδικό ΟΚ!, ο παρουσιαστής έκανε μία αναδρομή στο παρελθόν, τότε που ζούσε έναν κεραυνοβόλο έρωτα με τη δημοσιογράφο.
«Ξεκίνησα για μαθηματικός που έπαιρνε 20 στα αρχαία και έγινα μουσικός, όντας μαθηματικός. Ήμουν ήδη οργανωμένος σε ομάδες της εξωαριστεράς και δεν μου έδιναν διαβατήριο λόγω δικτατορίας να συνεχίσω μεταπτυχιακά, είχα πάρει υποτροφία στην Ινδιανάπολη. Τότε γνώρισα μέσω μίας φίλης του αδελφού μου την Όλγα Τρέμη. Ήταν κόρη γιατρού, έμενε πάνω στην πλατεία Κυψέλης, ένα πάρα πολύ ωραίο κορίτσι» είπε αρχικά.
Στην πορεία της συνέντευξης, ανέφερε: «Όλη η Φωκίωνος Νέγρη έλεγε ότι όταν ερχόταν να ψωνίσει παπούτσια σήκωνε όλη την προθήκη. Ήρθε σπίτι, στο πατρικό μου, Κεφαλληνίας και Επτανήσου, στον πατέρα μου, στη μάνα μου, τότε δεν είχαμε φύγει από το σπίτι ακόμη. Και εμφανίζεται η Όλγα, κλασάτη, όμορφη, εφηβοειδής, νεανική, θηλυκό όμως. Θυμάμαι ότι την πρώτη φορά παίξαμε κι ένα ποδοσφαιράκι που είχα, με την ελπίδα ότι όπως θα κάτσει, κάτι θα δω. Δεν είδα όμως τίποτα. Είχα ήδη μπει στο πανεπιστήμιο, εκείνη θα έδινε στο Οικονομικό της Νομικής, χρειαζόταν μαθηματικά και μου ζήτησαν να της κάνω μάθημα. Και της έκανα σπίτι της, είχε και τηλεόραση. Ο πατέρας μου ήταν ένας ακραίφνης κομμουνιστής τύπος που δεν ήθελε την τηλεόραση με τίποτα κι εκείνη τη χρονιά είχε Μουντιάλ. Το είχε πάρει η Βραζιλία, θυμάμαι, ήταν τα τελευταία του Πελέ. Ποδοσφαιράνθρωπος εγώ, είπα “το τερπνόν μετά του ωφελίμου”, δηλαδή και τηλεόραση και στην Όλγα μάθημα».
Ο Ανδρέας Μικρούτσικος πρόσθεσε στη συνέχεια: «Τώρα τι ήταν το τερπνόν και τι το ωφέλιμο, το αφήνω στη διακριτική ευχέρεια του καθενός. Και όπως μία μέρα περιμένω να της κάνω μάθημα και μετά να δούμε τον αγώνα, κάνει ένα πέρασμα στο βάθος στον διάδρομο –θυμάμαι και το σπίτι της με τη βεραντούλα- και είναι με τα εσώρουχα. Αγρίεψαν τα μάτια μου. Σάστισα. Και μου καρφώνεται η ημίγυμνη εικόνα της, μου άρεσε η Όλγα. Μου γίνεται έμμονη ιδέα, αλλάζει όλη μου η ψυχοσύνθεση. Στις επόμενες δύο ημέρες, θυμάμαι τη σκηνή σαν τώρα, καθόμαστε στη βεράντα και της πιάνω το χέρι, ξέρεις λίγο συντροφικά, λίγο έτσι, και το χάιδευα με κινήσεις που θα με πέρναγε χελώνα, βραδύποδας εν πάση περιπτώσει, ίσα που της κούναγα λίγο το χέρι. Μέχρι που την αγκάλιασα και τη φίλησα. Είχαμε σχέσεις, και μάλιστα ήμουν και ο πρώτος άνδρας της Όλγας».
Κλείνοντας, έιπε: «Τελικά έδωσε, πέτυχε και μετά την βλέπω στην κατάληψη της Νομικής, φοιτητής εγώ, φοιτήτρια εκείνη. Κάνω έτσι και βλέπω ένα μανεκέν ανάμεσά μας. Παρέμεινε μανεκέν. Μιλήσαμε, στενοχωρήθηκα κιόλας γιατί ήταν βράδυ στην κατάληψη και μπορούσε να μπει η Ασφάλεια και να πέσει ξύλο και σκεφτόμουν τώρα τους βάρβαρους να μου χτυπάνε, ας πούμε, το Ολγάκι μου το τρυφερό, το εύθραυστο και όμορφο. Μετά από πολύ καιρό πρέπει να είχα ήδη βγει εγώ στην τηλεόραση που εμφανίστηκε εκείνη».