Οταν στις αρχές Μαΐου κυκλοφόρησαν οι πρώτες φήμες που ήθελαν τον Ντάνιελ Λίβι, ισχυρό άνδρα της Τότεναμ, να σκέφτεται την πρόσληψη του Ποστέκογλου στις τάξεις των οπαδών της ομάδας προέκυψαν έντονες αντιδράσεις. Οι φίλοι των Σπερς έφτιαξαν μέχρι και γκρουπ στα social media, με τα hashtags «#NoToAnge» και «#NoToPostecoglou» να συγκεντρώνουν ατελείωτα likes.
Στις 6 Ιουνίου η ομάδα του Λονδίνου ανακοίνωσε την πρόσληψη του πρώην προπονητή της σκωτσέζικης Σέλτικ (άφησε τη Γλασκώβη έχοντας κατακτήσει πέντε από τους έξι διαθέσιμους τίτλους της τελευταίας διετίας) με την οργή να μεγαλώνει, ωστόσο δύο μήνες αργότερα όλα έχουν αλλάξει δραματικά. Τα συγκεκριμένα γκρουπ έχουν εξαφανιστεί από τα social media και από το «Ποιος είναι αυτός ο Ποστέκογλου» έχουμε περάσει στο να τραγουδά ολόκληρος Ρόμπι Γουίλιαμς τη διασκευή του «Angels» που έφτιαξαν οι οπαδοί της Τότεναμ για τον δικό τους Αγγελο:
«So when I’m lying in my bed, thoughts running through my head (Οταν ξαπλώνω στο κρεβάτι μου, οι σκέψεις τρέχουν στο κεφάλι μου)
Pochettino is dead, I’m loving Big Ange instead (Ο Ποτσετίνο είναι νεκρός, αγαπώ τον Μεγάλο Αντζ αντί γι’ αυτόν)
And through it all, we ’re playing the way we want to (Και μέσα απ’ όλα αυτά, παίζουμε με τον τρόπο που θέλουμε)
Big Ange Postecoglou, whether I’m right or wrong (Ο μεγάλος Αντζ Ποστέκογλου, είτε έχω δίκιο είτε όχι)
You can keep your Pochettino, Conte and Mourinho, and even Christian Gross (Μπορείτε να κρατήσετε τον Ποτσετίνο, τον Κόντε και τον Μουρίνιο, ακόμα και τον Κρίστιαν Γκρος)
Cause everywhere we go, I’m loving Big Ange instead (Γιατί όπου κι αν πάμε, εγώ αγαπώ τον Μεγάλο Aντζ αντί γι’ αυτούς)».
«Κάτω η μπάλα»
Σε ηλικία 5 ετών ο Αγγελος Ποστέκογλου βίωσε την πρώτη βίαιη αλλαγή στη ζωή του, κάτι που διαμόρφωσε τον χαρακτήρα του. Ο πατέρας του Δημήτρης Ποστέκογλου και η σύζυγός του Βούλα στις αρχές του 1970 αποφάσισαν να αφήσουν ό,τι είχαν και δεν είχαν και να μετακομίσουν στην Αυστραλία αναζητώντας ένα ασφαλέστερο περιβάλλον -συγκριτικά με την Ελλάδα της χούντας- για τα παιδιά τους, τη 10χρονη Λίζα και τον 5χρονο Αγγελο. «Οι άνθρωποι λένε ότι πηγαίνουν σε μια άλλη χώρα για μια καλύτερη ζωή. Οι γονείς μου δεν είχαν καλύτερη ζωή, πήγαν στην Αυστραλία για να μου δώσουν ευκαιρίες να έχω μια καλύτερη ζωή», είχε δηλώσει αποτίοντας φόρο τιμής στους γονείς του.
Από τη στιγμή που το άστρο του ξεκίνησε να λάμπει και όλοι άρχισαν να τον ρωτούν για τη φιλοσοφία του και ποιοι τον έχουν εμπνεύσει προπονητικά, οι απαντήσεις του μάλλον ήταν μάλλον απογοητευτικές. «Κανένας ιδιαίτερα δεν αποτέλεσε πρότυπο. Η δική μου φιλοσοφία εστιάζεται σε τρεις λέξεις: Κάτω η μπάλα», ήταν και είναι η σταθερή του απάντηση. Και η συγκεκριμένη ήταν η αγαπημένη ατάκα του πατέρα του. Του δικού του ήρωα, που έχασε πριν από λίγα χρόνια, αλλά ακόμη και τώρα η φωνή του είναι εκεί για να τον παρακινεί να προσπαθεί να γίνει καλύτερος. Κι όταν έσκυψε για να τον φιλήσει λίγο πριν τον συνοδεύσει στην τελευταία του κατοικία τού είπε απλά: «Σ’ αγαπώ… Κάτω η μπάλα, μπαμπά».
Η προσαρμογή του Αγγελου σε μια χώρα όπου δεν ήξερε κανέναν και έβλεπε τον πατέρα του να δουλεύει απ’ το πρωί ως το βράδυ δεν ήταν εύκολη. Σιγά-σιγά προσαρμόστηκε σε κάποια πράγματα, όχι όμως σε όλα. Για παράδειγμα, πολλοί από τους συμπατριώτες μας έπρεπε να… κόψουν τα επίθετά τους. Ετσι σε ηλικία 10 ετών έγινε και επίσημα Αγγελος Ποστέκος, ωστόσο ποτέ δεν το χρησιμοποίησε. «Ημουν πάντα περήφανος για την καταγωγή μου», ήταν η εξήγησή του, αλλά ταυτόχρονα και μια απόδειξη της αγάπης προς τον πατέρα του.
Εκεί όπου είδε για πρώτη μια άγνωστη πλευρά του πατέρα του καθώς μεταμορφωνόταν σε άλλον άνθρωπο. Χαρούμενος, εκδηλωτικός, χωρίς τους φραγμούς της ξένης γλώσσας, συνομιλούσε με άλλους ομογενείς, φώναζε στους διαιτητές, έκανε παρατηρήσεις στους προπονητές κι ο Αγγελος την ίδια ώρα έφτιαχνε στο παιδικό του μυαλό έναν φανταστικό ποδοσφαιρικό κόσμο, όπου ο ίδιος πρωταγωνιστούσε και ο πατέρας του φούσκωνε από περηφάνια. Αυτός ήταν η κινητήρια δύναμη που τον ώθησε να ξεπεράσει όλα τα εμπόδια (ακόμη και το γεγονός ότι δεν ήταν ο πιο ταλαντούχος ποδοσφαιριστής του κόσμου), καταφέρνοντας από τα τσικό της Σάουθ Μέλμπουρν Ελλάς να φτάσει στην πρώτη ομάδα και να γίνει αρχηγός της κατακτώντας δύο πρωταθλήματα.
Το 1990 στον δεύτερο τίτλο ήταν και η μοναδική φορά που ο αυστηρότερος κριτής του έγινε ένα με αυτούς που τον αποθέωναν. Η Σάουθ Μέλμπουρν Ελλάς επικράτησε στον τελικό των Μέλμπουρν Νάιτς, με τον ίδιο να σκοράρει στη διαδικασία των πέναλτι και τον κόσμο να μπαίνει στο γήπεδο. Οταν αυτός και οι συμπαίκτες του έκαναν τον γύρο του θριάμβου ξαφνικά ένιωσε κάποιον να τον τραβά με δύναμη. «Ηταν ο πατέρας μου. Σε ηλικία 55 ετών είχε πηδήξει τα κιγκλιδώματα! Χορέψαμε και τρέξαμε σε όλο το μήκος του γηπέδου. Ηταν το ταξίδι μας…».
Η προπονητική
Σε ηλικία 27 ετών αναγκάστηκε να σταματήσει την ποδοσφαιρική του καριέρα λόγω σοβαρού τραυματισμού και άρχισε την ενασχόληση με την προπονητική: «Εκείνη την περίοδο σκεφτόμουν τι θα σήμαινε αυτό για μένα και τον μπαμπά; Πώς θα γεμίζαμε το κενό αν δεν τα κατάφερνα;». Την απάντηση τη βρήκε στις τρεις μαγικές λέξεις («κάτω η μπάλα») που αποτέλεσαν τον οδηγό του και στις άκρες των πάγκων, με σκληρή δουλειά και αφοσίωση στο όμορφο θέαμα.
Στην Ελλάδα
Αναδείχθηκε δύο φορές πρωταθλητής με τη Σάουθ Μέλμπουρν Ελλάς, πέρασε στις αναπτυξιακές ομάδες της Αυστραλίας και όταν απολύθηκε ήρθε το κάλεσμα από τα πάτρια εδάφη. Τον Μάρτιο του 2008 βρέθηκε στην Παναχαϊκή (Β’ Εθνική) και παρόλο που η ομάδα επί των ημερών του έπαιζε εξαιρετικά, τον Δεκέμβριο αποχώρησε λόγω διαφορετικής φιλοσοφίας με τους διοικούντες.
Επέστρεψε στη Μελβούρνη και ανέλαβε την τοπική Γουίτλσι Ζίμπρας και δίδασκε σε σεμινάρια μέχρι τον Οκτώβριο όταν και ανέλαβε την Μπρίσμπεϊν Ρόαρ. «Δώστε μου έναν χρόνο από τώρα και μετά μπορείτε να με κρίνετε», είπε κατά την παρουσίασή του. Η ομάδα της ανατολικής Αυστραλίας άλλαξε σημαντικά το ρόστερ της και το «Ange-Ball» έκανε ξανά την εμφάνισή του μετατρέποντας ένα αδιάφορο σύλλογο στην πιο θεαματική ομάδα της λίγκας και κατακτώντας τον τίτλο τη δεύτερη του χρονιά.
Αποχώρησε το 2012 για να αναλάβει τη Μέλμπουρν Βίκτορι με τριετές συμβόλαιο, το οποίο έμεινε στη μέση, καθώς στις 23 Οκτωβρίου του 2013 ανέλαβε την εθνική Αυστραλίας, την οποία οδήγησε στο Μουντιάλ της Βραζιλίας τον επόμενο χρόνο.
Το 2015 η Αυστραλία κατέκτησε για πρώτη φορά στην ιστορία της το Ασιατικό Πρωτάθλημα (2-1 την Κορέα στον τελικό), με τον Ποστέκογλου να την οδηγεί ξανά στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2018, αλλά λίγους μήνες πριν από τους αγώνες στη Ρωσία παραιτήθηκε λόγω διαφωνιών με την Ομοσπονδία και της κριτικής που είχε δεχτεί.
Οσο αιφνιδιαστική ήταν η παραίτηση του τόσο απρόσμενος ήταν και ο νέος προορισμός του, αφού τον Νοέμβριο του 2017 ανέλαβε τους Γιοκοχάμα Φ. Μαρίνος. Στην πρώτη του σεζόν έφτασε στον τελικό του Κυπέλλου, αλλά στη δεύτερη, κόντρα σε κάθε προγνωστικό, την οδήγησε στον πρώτο της τίτλο μετά από 15 χρόνια, ενώ ο ίδιος έγινε ο πρώτος Αυστραλός που κατέκτησε το Πρωτάθλημα Ιαπωνίας. Αυτή η επιτυχία ήταν το διαβατήριο για τη (νέα) επιστροφή στην Ευρώπη. Οχι για την ταπεινή Γ’ Εθνική, αλλά για το Πρωτάθλημα Σκωτίας και τη Σέλτικ, από την οποία ανακοινώθηκε στις 10 Ιουνίου του 2021.
Ο ενθουσιασμός της πράσινης πλευράς της Γλασκώβης στο άκουσμα του ονόματός του ήταν… υπό του μηδενός και τα πράγματα έγιναν ακόμη χειρότερα όταν η ομάδα αποκλείστηκε στα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ από την πρωταθλήτρια Δανίας Μίντιλαντ. Ωστόσο ο Ποστέκογλου όχι απλώς άντεξε στην πίεση, αλλά και μέσα σε λίγους μήνες μεταμόρφωσε τη Σέλτικ σε ένα σύνολο που έπαιζε ελκυστικό ποδόσφαιρο, κέρδιζε σε όλα τα ματς σκοράροντας πολλά γκολ και κατέκτησε τον τίτλο. Ηταν και πάλι ο πρώτος Ελληνοαυστραλός που τα κατάφερνε.
«Θέλω να ζητήσω συγγνώμη από τον Ποστέκογλου για όσα είχα πει στην αρχή της χρονιάς», είχε δηλώσει ο παλαίμαχος Σκωτσέζος διεθνής Αλαν Μπραζίλ, ο οποίος τον είχε ειρωνευτεί τις πρώτες δύσκολες εβδομάδες. Ηταν κι αυτό ένα παράσημο. Την περασμένη σεζόν η Σέλτικ κατέκτησε το τρεμπλ, με τον Ποστέκογλου να θεωρεί ότι είχε έρθει η ώρα για το όνειρο κάθε προπονητή: την αγγλική Premier League.
Ιδανικό ξεκίνημα
Η Τότεναμ εδώ και πολλά χρόνια μπορεί να μην κερδίζει τίτλους, αλλά οι οπαδοί της είχαν πάντα την απαίτηση να βλέπουν καλό ποδόσφαιρο. Και αυτό ακριβώς το τεράστιο κενό ήρθε να καλύψει ο Αντζ Ποστέκολγου φέρνοντας μια απίστευτη φρεσκάδα στο Βόρειο Λονδίνο και δίνοντας ξανά όραμα στους χιλιάδες οπαδούς του συλλόγου. Ειδικά μετά το καταστροφικό πέρασμα των Ζοσέ Μουρίνιο, Νούνο Εσπίριτο Σάντο, Αντόνιο Κόντε, όπου τα αποτελέσματα ήταν τραγικά και το θέαμα που παρουσίαζε η ομάδα ήταν ακόμη χειρότερο.
Για τους οπαδούς (ανάμεσά τους και ο υπογράφων) που είχαν μεγαλώσει βλέποντας στο γήπεδο τις ομάδες των Αρντίλες, Βίγια, Χοντλ, Αρστιμπαλντ, Γουόντλ, Γκασγκόιν, Λίνεκερ, οι οποίες επίσης δεν κατέκτησαν αμέτρητους τίτλους, αλλά δημιούργησαν νέες γενιές φιλάθλων με όμορφο ποδόσφαιρο και το θέαμα που προσέφεραν, η ανάγκη για την επιστροφή στις ρίζες ήταν επιτακτική.
Και όπως αποδεικνύεται εκ του αποτελέσματος, η άρνηση της Φέγενορντ να πουλήσει τον προπονητή της Αρνε Σλοτ στους Σπερς αποδείχθηκε λυτρωτική για τους Λονδρέζους. Γιατί και εδώ, όπως και στη Σέλτικ, ο Ποστέκογλου δεν ήταν η πρώτη επιλογή, αλλά η εναλλακτική λύση. Δεν τον πείραξε, ούτε τον απασχόλησε ιδιαίτερα. Ούτε το γεγονός ότι έχασε τον Χάρι Κέιν, τον πρώτο σκόρερ στην ιστορία του συλλόγου, δεύτερο στην ιστορία της Premier League και αρχηγό της εθνικής Αγγλίας.
«Εγώ θέλω να δουλέψω με τους παίκτες που πραγματικά θέλουν να μείνουν στην ομάδα», ήταν το μήνυμά του με το που ανέλαβε. Μετά την 4η αγωνιστική, όπου τα τρία ματς ήταν εκτός έδρας και το μοναδικό εντός ήταν το ντέρμπι με τη Γιουνάιτεντ, η Τότεναμ έχει μια ισοπαλία (το 2-2 της πρεμιέρας στην έδρα της Μπρέντφορντ) και τρεις νίκες έχοντας πετύχει τα περισσότερα γκολ.
Και οι εξέδρες, είτε στο Tottenham Stadium είτε στα γήπεδα των άλλων ομάδων, είναι γεμάτες χαμογελαστά πρόσωπα που απολαμβάνουν την κάθε στιγμή και τραγουδούν όλο και πιο δυνατά: «Cause everywhere we go, I’m loving Big Ange instead (Γιατί όπου κι αν πάμε, εγώ αγαπώ τον Μεγάλο Αντζ αντί γι’ αυτούς). Την ίδια ώρα που ο νέος ήρωας της Premier League κοιτάζει τον ουρανό, χαμογελά και σιγοψιθυρίζει «χαμηλά η μπάλα, μπαμπά».