Στη συγκεκριμένη υπόθεση τα προβλήματα προκλήθηκαν μετά τον χωρισμό Αγγλίδας και Ελληνίδας που είχαν παντρευτεί νόμιμα στη Βρετανία και απέκτησαν ένα κοριτσάκι. Ομως, το παιδί μετατράπηκε σε μήλον της Εριδος και μάλιστα τέθηκε θέμα διεθνούς απαγωγής, αφού η Ελληνίδα μητέρα επέστρεψε στην πατρίδα μαζί με την κόρη της.
Η Αγγλίδα και η Ελληνίδα τον Αύγουστο του 2013 υπέγραψαν σύμφωνο συμβίωσης. Εναν μήνα μετά, η Αγγλίδα γέννησε ένα κοριτσάκι που σήμερα είναι περίπου 9,5 ετών. Η κυοφορία έγινε με τη μέθοδο της τεχνητής γονιμοποίησης με σπέρμα άγνωστου δωρητή, ενώ τον Ιανουάριο του 2015 σύναψαν νόμιμο γάμο στην Αγγλία.
Ομως, έναν χρόνο μετά, στις αρχές του 2016, χώρισαν και τον επόμενο μήνα άρχισε η δικαστική διαμάχη για το θέμα της γονικής μέριμνας του παιδιού, που τότε ήταν περίπου 2,5 ετών. Από τότε έως και σήμερα υπήρξε μια μαραθώνια δικαστική πορεία μεταξύ των δύο γυναικών, κυρίως με πρωτοβουλία της Αγγλίδας.
Στο μεσοδιάστημα, η τελευταία σύναψε νέα σχέση και με την ίδια μέθοδο απέκτησε ένα αγοράκι.
Η εγκατάλειψη
Αρχικά την επιμέλεια της ανήλικης είχε η βιολογική μητέρα της, αλλά αυτό δεν διήρκεσε πολύ, καθώς από «τον Ιανουάριο του 2017 είχε εγκαταλείψει το τέκνο τους».
Στη συνέχεια, το Ειρηνοδικείο του Τσέλμσφορντ καθόρισε ότι η ανήλικη θα διαμένει με την Ελληνίδα μητέρα της και ρύθμισε το θέμα της επιμέλειάς της, ενώ απαγόρευσε στην Αγγλίδα να έχει λόγο σε θέματα σχετικά με την εκπαίδευση του παιδιού κ.λπ. Παράλληλα, το Ειρηνοδικείο καθόρισε την επικοινωνία της ανήλικης με τη βιολογική μητέρα της και άλλα σχετικά θέματα.
Τον Σεπτέμβριο του 2017 η Ελληνίδα κατέθεσε στα αγγλικά δικαστήρια αίτηση μόνιμης μετοίκησης στην Ελλάδα τόσο για την ίδια όσο και για την κόρη της. Από τη Βρετανική Δικαιοσύνη «διατάχθηκε η ανήλικη να κατοικεί με την Ελληνίδα στην κατοικία της στην Ελλάδα» και χορηγήθηκε η άδεια να μετεγκατασταθεί στη χώρα μας, ενώ καθορίστηκε ο τρόπος επικοινωνίας της ανήλικης με τη βιολογική μητέρα της. Πριν όμως από την έκδοση της επίμαχης απόφασης, η Ελληνίδα πήρε την ανήλικη και επέστρεψε στην πατρίδα. Εγκαταστάθηκε στη Βόρεια Ελλάδα, χωρίς τη συναίνεση της Βρετανίδας, η οποία είχε την από κοινού άσκηση γονικής μέριμνας του παιδιού, εκτός των θεμάτων εκπαίδευσης.
Οπως αναφέρεται στην αρεοπαγιτική απόφαση, η μετακίνηση της ανήλικης στην Ελλάδα χαρακτηρίστηκε παράνομη, σύμφωνα με τη Διεθνή Σύμβαση της Χάγης, που αφορά θέματα διεθνούς απαγωγής παιδιών, κάτω των 16 ετών, και έχει κυρωθεί από την Ελλάδα (Ν. 2102/1992).
Η Αγγλίδα προσέφυγε στα ελληνικά δικαστήρια και επικαλούμενη τη Διεθνή Σύμβαση της Χάγης έκανε λόγο για διεθνή απαγωγή της ανήλικης ζητώντας να επιστρέψει στη Βρετανία.
Οι αρεοπαγίτες επισημαίνουν ότι «στην περίπτωση της εξέτασης αίτησης επιστροφής παιδιού κατά τη Διεθνή Σύμβαση της Χάγης, το δικαστήριο πρέπει να ζητεί και να συνεκτιμά τη γνώμη του τέκνου σχετικά με την αιτούμενη επιστροφή του στον τόπο συνήθους, πριν από την παράνομη μετακίνηση ή κατακράτηση, διαμονής του».
Η απόφαση
Οι δικαστές, προτού λάβουν την απόφασή τους, ήρθαν σε προσωπική επαφή με το κορίτσι και του υπέβαλαν πλειάδα ερωτήσεων. Εκείνο εκδήλωσε με «κατηγορηματικό τρόπο» την προτίμησή του να μείνει στην Ελλάδα. Μάλιστα, η ανήλικη επιχειρηματολόγησε «ξεκάθαρα σε βάρος της βιολογικής της μητέρας, η οποία μαλώνει συνέχεια με την Ελληνίδα μητέρα της», ενώ επιπρόσθετα δεν τη θέλει «γιατί την εγκατέλειψε», ενώ «η Ελληνίδα μητέρα της δεν την έχει εγκαταλείψει ποτέ».
Επίσης, ανέφερε ότι «δεν θα ήθελε να επιστρέψει στην Αγγλία ούτε για να βρεθεί με τον αδελφό της, τον οποίο απέκτησε η μητέρα της και πάλι με εξωσωματική γονιμοποίηση, γιατί δεν τον γνωρίζει, αλλά ούτε και να βρεθεί στο δικό της δωμάτιο εκεί με τα παιχνίδια της» και ότι προτιμά τον νέο «τρόπο ζωής της στην Ελλάδα».
Ο Αρειος Πάγος απέρριψε ως αβάσιμους όλους τους ισχυρισμούς της Αγγλίδας, καθώς αποδείχθηκε, μεταξύ άλλων, ότι «υπάρχει σοβαρός κίνδυνος η επιστροφή του ανήλικου τέκνου στην Αγγλία να το εκθέσει σε φυσική και ψυχική δοκιμασία και να το περιαγάγει σε μια αφόρητη κατάσταση, κάτι που είναι αντίθετο με το άρθρο 13 της Σύμβασης της Χάγης».